Επιβεβαιώνοντας το πάθος των νέων κινηματογραφιστών, το 48ο Φεστιβάλ Μικρού Μήκους Δράμας διεξάχθηκε φέτος με νέο καλλιτεχνικό διευθυντή τον Γιώργο Αγγελόπουλο. Όσο εξακολουθεί να εντυπωσιάζει το υψηλό αισθητικό και τεχνικό επίπεδο των νέων σκηνοθετών, προβληματίζουν οι θεματικές που δεν συμβαδίζουν με την ελληνική πραγματικότητα. Στις 35 ταινίες του Εθνικού Διαγωνιστικού, καίρια κοινωνικά ζητήματα όπως φτωχοποίηση, εργασιακή εκμετάλλευση και βία στις διαπροσωπικές και οικογενειακές σχέσεις απουσιάζουν παντελώς ή εμφανίζονται ακροθιγώς. Η οικονομική δυσπραγία αποτελεί φόντο στο 15λεπτο «Μικρές Ζωές», του Δημήτρη Τσαλαπάτη, όπου μια 35χρονη μητέρα με την έφηβη κόρη της, που επιβιώνουν με μικροκλοπές από σούπερ μάρκετ, διαμένουν σε αυτοκίνητο, σε μια ιστορία που επικεντρώνεται στην εσώτερη αλλαγή της ανήλικης, με την πρώτη περίοδο. Έμφαση στην κοριτσίστικη ενηλικίωση με παραμυθένια προσέγγιση παρατηρείται και στο 26λεπτο «Μίτση», της Γεύης Δημητρακοπούλου. Με τις γυναίκες σκηνοθέτριες να πληθαίνουν, στο 16λεπτο «Οι κύκλοι της Ρο», της Μυρτούς Αποστολίδου, διερευνάται η αποδόμηση της ευτυχίας της μητρότητας, ενώ περιορίστηκε η ανέμελη ποπ θεματική των τελευταίων χρόνων, με εκπρόσωπο φέτος για την απαραίτητη ανάδειξη της διαφορετικότητας, το 15λεπτο «Γοργόνες», των Λήδα Βαρτζιώτη και Δημήτρη Τσακαλέα. Ωστόσο, η κοινωνική διαφθορά καυτηριάζεται σε δύο ταινίες με εξαιρετική σεναριογραφή και ερμηνείες, το 26λεπτο «Χους ει και εις χουν απελεύσει», του Δημήτρη Παπαθανάση, με επιρροές Οικονομίδη, για την προσοδοφόρα επιχείρηση πένθους σε ένα νεκροταφείο και η 40λεπτη «100 χρόνια μπροστά», του Μιχάλη Γιγιντή, όπου ο πρωταγωνιστής, φανατικός ΠΑΣΟΚος, επιχειρεί να πείσει τον νεαρό υπάλληλο του κτιρίου, να μην πουλήσει την οικογενειακή επιχείρηση κινηματογράφου στην ταράτσα του κτιρίου, προσδοκώντας μια αξιολογική αλλαγή στους νέους. Με επικρατέστερη τη ρεαλιστική προσέγγιση εμπλουτισμένη με μαγικά και φανταστικά στοιχεία, κερδίζει ολοένα έδαφος η πειραματική τάση, εκφράζοντας όπως στο 8λεπτο «Παντάξενο», της Ευτυχίας Ιωσηφίδου, τη μοναξιά των μεγαλουπόλεων, που αντισταθμίζεται με το ανθρωποκεντρικό στοιχείο στις γειτονιές των μεταναστών, ενώ οι ταινίες είδους –επιστημονική φαντασία, θρίλερ- αφομοιώθηκαν σε καθημερινές αφηγήσεις με συμβολικά στοιχεία ή ταξίδια του μυαλού σε φανταστικούς κόσμους, όπως το 29λεπτο «Πλανήτες», της Φίλη Ολσέφσκι, με επιρροές από Ζουλάφσκι και το 24λεπτο «Αυτός που κάποτε υπήρχε», του Κωστή Θεοδοσόπουλου, γοητευτικό κράμα νουάρ αισθητικής, ομόφυλου ερωτισμού και γκόθικ βαμπιρισμού, με ωραίες ερμηνείες και πρωτότυπη μουσική του Νίκου Βελιώτη. Σταθερά παραμένει το μοτίβο πένθους, όπως στο 17λεπτο «Δώσε μου 5 λεπτά», της Μαρθίλιας Σβάρνα, με τα ντοκιμαντέρ διαρκώς να αυξάνονται στη μικρού μήκους φόρμα, ενώ καθιερώθηκε και η θεματική της παιδικής ταινίας.
Στο 16λεπτο «Η μέρα που γίναμε ήρωες», της Σελήνης Παπαγεωργίου, τρία παιδιά βρίσκουν στο γειτονικό δάσος λιπόθυμο τον ναρκομανή του χωριού και αποφασίζουν να τον σώσουν, κουβαλώντας τον πάνω στα σκέιτ. Η πράξη τους όμως αυτή δεν επιβραβεύτηκε από τους μεγάλους. Εστιάζοντας στον τρόπο που τα παιδιά βλέπουν τον κόσμο, αυτή η τρυφερή ταινία παραδίνει μαθήματα έμπρακτης ανθρωπιάς.
Ωστόσο, σπάνιες πολιτικές αιχμές συναντάμε στο 20λεπτο «Οι λύκοι επιστρέφουν», του Στέλιου Μωραϊτίδη, σε μια συγκυρία, όπου πρόσφατα ανακαλύφθηκε στη Θεσσαλονίκη σειρά ανώνυμων ομαδικών τάφων με λείψανα πολιτικών κρατούμενων από τον Εμφύλιο. Σε ένα χιονισμένο επαρχιακό δρόμο, μια παράνομη και βιαστική μεταφορά χώματος με φορτηγό γίνεται η αιτία να αποκαλυφθεί ένα κοινό μυστικό. Ο δρόμος γέμισε με χώμα και ανθρώπινα κόκκαλα, καθώς προέρχονταν από μέρος που υπήρχε ομαδικός τάφος από τον Εμφύλιο. Ο Δήμαρχος σπεύδει να τα «συμμαζέψει», με τη σύμπραξη της Αστυνομίας. Η δράση επικεντρώνεται σε αυτή τη συνάντηση ισχύος στον τόπο του εγκλήματος, όπου αποφασίζεται στα μουλωχτά συγκάλυψη, οδηγώντας σε νέο έγκλημα. Τα κόκκαλα μαζεύονται και καταλήγουν στην πυρά, ώστε να μην αποκαλυφθεί ούτε το λάθος του παρόντος, ούτε το έγκλημα του παρελθόντος, σφραγίζοντας τη μεταπολεμική συλλογική λήθη, παραπέμποντας ωστόσο και στην πρόσφατη τραγωδία των Τεμπών.
Γυρισμένο στη Δυτική Μακεδονία, με εξαιρετικούς ηθοποιούς όπως οι Βασίλης Κουκαλάνι και Λένα Κιτσοπούλου, η ταινία αφορά έμμεσα ένα γεγονός ταμπού. Πλάι στις σιωπές και τη διάχυτη ησυχία του χιονισμένου τοπίου, η φράση της Αστυνόμου «Θα κάνουμε σαν να μην υπήρξαν, δεν χρειάζεται να σκαλίζουμε τα παλιά», καθώς και το έντονο κοντράστ του λευκού χιονιού με τις σκουρόχρωμες φιγούρες, σε μια σχεδόν ασπρόμαυρη αντιμετώπιση, αποτελούν άμεση αναφορά στους «Κυνηγούς» (1977/Θόδωρου Αγγελόπουλου). Εξαιρετική στο τέλος και η τοποθέτηση μορφών στο κάδρο ολόγυρα από τη φωτιά, καθώς οι στάχτες σκορπίζονται στον άνεμο, σκηνή που συνοδεύεται με θλιμμένο παραδοσιακό σκοπό με νέυ, απ’ τον Χάρη Λαμπράκη, ως θρήνος για ένα διπλό έγκλημα.
Το 21λεπτο «3 εκατοστά πολυπλοκότητας», της ελληνικής καταγωγής Αυστριακής εικαστικού Άννα Βασώφ, με έδρα τη Βιέννη, ξεχώρισε. Εικονογραφώντας με άπλετο χιούμορ μια προσωπική περιπέτεια της υγείας της, που η ίδια αφηγείται στα αγγλικά εκτός κάδρου, δημιουργεί ένα πρωτότυπο υβρίδιο καλλιτεχνικής ταινίας, ντοκιμαντέρ, κινηματογραφημένης περφόρμανς και εννοιολογικής τέχνης, καυτηριάζοντας το υποβαθμισμένο αυστριακό δημόσιο σύστημα υγείας. Ευρηματική καλλιτέχνιδα η Βασώφ επιμελείται από σκηνοθεσία, σενάριο, φωτογραφία, μοντάζ, μέχρι σχεδιασμό ήχου και παραγωγή, δημιουργώντας εμπνευσμένες αυτοσχέδιες κατασκευές, με καλλιτεχνικό φινίρισμα και σουρεαλιστική διάθεση, γεμάτες ρεαλιστικά ομοιώματα του εαυτού της και παράδοξες οπτικές ψευδαισθήσεις. Έτσι, το άγχος που την έστειλε για καρδιολογικές εξετάσεις μεταφέρεται με μια ρεαλιστική ανθρώπινη καρδιά, που συγκρατείται από τσιμπίδα υδραυλικού, το σχόλιο πως «αν είσαι γυναίκα η αξία σου μετριέται με τη γονιμότητα, είτε στη ζωή, είτε σε δημιουργικά έργα, ενώ όταν πλησιάζεις τα 40 θεωρείσαι σε παρακμή», εικονογραφείται με ένα ρολόι χειρός που φοράει και μόλις το γύρει, δείκτες και αριθμοί χύνονται κατάχαμα σαν νερό, ανακαλώντας τα «χυμένα» ρολόγια του Νταλί. Οι ακριβές εξετάσεις σε ιδιωτικές κλινικές εικονογραφούνται με μια φωλιά πουλιών, που αντί για νεοσσούς που ανοιγοκλείνουν το ράμφος τους, περιέχει ανοιγοκλεινόμενα πορτοφόλια, που «ταΐζονται» με νομίσματα. Όταν ανακαλύφθηκε πως τελικά έπασχε από διαφραγματοκοίλη 3 εκατοστών, που είναι και ο τίτλος, η επεξήγηση για το τι προκαλεί αυτό σωματικά μεταφέρεται μέσα από ένα ξύλινο παζλ, όπου η πεισματική τοποθέτηση ενός αταίριαστου κομματιού, τελικά το καταστρέφει.
Εξαιρετική στο Εθνικό Σπουδαστικό Διαγωνιστικό η 19λεπτη «Μεταμόρφωση», των φοιτητών αρχιτεκτονικής Θάνου Καρανίκα και Δήμητρας Κοσμά, που καταγράφουν τη δύσκολη καθημερινότητα των αγροτών, στον οικισμό της Μεταμόρφωσης Καρδίτσας, 11 μήνες μετά τις καταστροφικές πλημμύρες του 2023. Πλάνα κάτοψης από ντρόουν στα σπαρμένα χωράφια, κοντινά πλάνα στις αγροτικές μηχανές, που δουλεύουν αδιάκοπα και στα εμφανή ίχνη που άφησε η λάσπη σε τοίχους και ταβάνια των σπιτιών, εναλλάσσονται με αρχιτεκτονικά σχέδια, χάρτες και μαρτυρίες των αγροτών, συνοδεία της πρωτότυπης, μεσαιωνικής αισθητικής μουσικής, των Χρήστου Μανωλάκου και Στέλιου Τσίλογλου. Με εναλλαγές ακόμα και στο φορμά του κάδρου, αποφεύγεται η τετριμμένη δημοσιογραφική προσέγγιση, συνθέτοντας ένα προσεγμένο αισθητικά ντοκιμαντέρ, σε μια διφορούμενη –τοπογραφικά και μεταφορικά- έννοια του τίτλου. Μελετώντας το θέμα σε μεγάλη και μικρή κλίμακα, οι δημιουργοί ανέφεραν πως πέτυχαν να αναδείξουν τις καταστροφές, αποκαλύπτοντας παράλληλα πως αποφάσεις που αφορούν μεγάλες κλίμακες στην ελληνική ύπαιθρο, όπως το είδος της σποράς, με τη μονοπαραγωγή βαμβακιού, παίρνονται στα αστικά κέντρα, ερήμην όσων τους αφορά άμεσα.
Τέλος, μεγάλο ενδιαφέρον είχε η συζήτηση το μεσημέρι της Πέμπτης για «τη διάρκεια ζωής της ελληνικής μικρού μήκους ταινίας- αναζητώντας κοινό μετά τα φεστιβάλ» με ομιλητές: Κατερίνα Γρέγου, καλλιτεχνική διευθύντρια του ΕΜΣΤ, Μαρία Λυσικάτου, ιδιοκτήτρια του ιστορικού αθηναϊκού κινηματογράφου Τριανόν, Τάσο Παπαγιάννη, της διαδικτυακής κινηματογραφικής πλατφόρμας cinobo και Σμάρω Παπαευγγέλου της Νιόνια Φιλμς, που αναζήτησαν στρατηγικές και τρόπους στο δίκτυο διανομής, για «να βγουν οι μικρού μήκους στη μεγάλη οθόνη».
*Η Ιφιγένεια Καλαντζή είναι θεωρητικός-κριτικός κινηματογράφου
[email protected]