ΝΑΦΤΑ (όπως Μνημόνιο)
Στα μέσα Φεβρουαρίου, μια ένταση του κύματος των δολοφονιών στο Μεξικό οδήγησε σε ένα σαββατοκύριακο με 45 νεκρούς. Ο πόλεμος μεταξύ των αντίπαλων συμμοριών, της αστυνομίας και του στρατού έχει επισήμως 31.000 θύματα, από τον Δεκέμβριο του 2006 που ανέλαβε την προεδρία ο Φ. Καλντερόν, ύστερα από εκλογές νοθείας και εξαπέλυσε τον «πόλεμο κατά των ναρκωτικών». Η κατάσταση αυτή, όπως υποστηρίζουν βάσιμα πολλοί, μπορεί να αποδοθεί άμεσα στη ΝΑΦΤΑ, τη Βορειοαμερικανική Συμφωνία Ελεύθερων Συναλλαγών, που υπογράφηκε το 1994 ανάμεσα στις ΗΠΑ, το Μεξικό και τον Καναδά (D. T. Rowlands, Mexico: Drug wars Fuelled by Free Trade).
Στα 17 χρόνια που μεσολάβησαν, η ΝΑΦΤΑ δημιούργησε τεράστιες ανισότητες πλούτου, διαφθορά και περιβαλλοντική καταστροφή. Σε ένα χρόνο από την εφαρμογή της, εκατομμύρια μικροκαλλιεργητές έχασαν τα μέσα της επιβίωσής τους, λόγω των εισαγωγών αγροτικών προϊόντων από τις ΗΠΑ και τον Καναδά, όπου οι κυβερνήσεις επιδοτούν με μεγάλα ποσά τις αγροβιομηχανικές επιχειρήσεις. Επρόκειτο για μια σκόπιμη πολιτική παραγωγής φθηνών εργατικών χεριών για τις βορειοαμερικανικές επιχειρήσεις που συνέρρευσαν στα βόρεια σύνορα, στις ειδικές οικονομικές ζώνες εξαγωγών. Η πλήρης διάλυση της παραδοσιακής αγροτικής βάσης του Μεξικού επήλθε με τις κρίσιμες διατάξεις περί δικαιωμάτων στη γη που ενσωματώθηκαν στο σύνταγμα, υπό την πίεση των Αμερικανών διαπραγματευτών και την απληστία της κυρίαρχης πολιτικής και οικονομικής ελίτ του Μεξικού που επρόκειτο να πάρει ένα διόλου ευκαταφρόνητο μερίδιο.
Η απώλεια των δημόσιων γαιών έδωσε τη δυνατότητα να αρπάξουν μεγάλα κομμάτια γης οι πολυεθνικές που επιζητούσαν πρόσβαση σε ξυλεία, πετρέλαιο, ορυκτά και υδροηλεκτρική ενέργεια. Οι εκτοπισμένοι αγρότες συναθροίστηκαν στις πόλεις με τους εκατοντάδες χιλιάδες ανέργους, θύματα των προγραμμάτων διαρθρωτικής προσαρμογής του ΔΝΤ που επέβαλαν την ιδιωτικοποίηση των δημόσιων επιχειρήσεων.
Οι μισθοί ήταν ελάχιστοι, η συνδικαλιστική δράση απαγορευόταν, ενώ πολλές από αυτές τις θέσεις εργασίας που παρείχαν έστω και πενιχρό εισόδημα εξαφανίστηκαν όταν εισήλθε η Κίνα στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου και προσέφερε ακόμη πιο φθηνό εργατικό κόστος. Η πρόσφατη οικονομική κρίση και η ύφεση των ΗΠΑ οδήγησαν σε ακόμη πιο υψηλά επίπεδα την ανεργία των Μεξικανών. Υπονομεύοντας την οικονομία, η ΝΑΦΤΑ ενδυνάμωσε τρομακτικά τα καρτέλ των ναρκωτικών που ακμάζουν λόγω της κοινωνικής καταστροφής, αφού οι εκτοπισμένοι στο βόρειο Μεξικό πληθυσμοί δεν μπορούν να επιστρέψουν στη γη τους και να ζήσουν απ’ αυτήν. Σε μια οικονομία στην οποία ένας από τους μεγαλύτερους κλάδους είναι το εμπόριο ναρκωτικών, η μόνη ευκαιρία είναι συχνά μια θέση στο ναρκοεμπόριο , στο οποίο εμπλέκεται πλέον σημαντική μερίδα των Μεξικανών.
Επιχειρήσεις και ναρκωτικά
Το ετήσιο εμπόριο μέσω των μεξικανο-αμερικανικών συνόρων ανέρχεται σε 300 δισ. δολάρια. 12.000 φορτηγά περνούν καθημερινά τα σύνορα, που είναι η κύρια είσοδος και για τα ναρκωτικά προς τις μαύρες αγορές του Καναδά και των ΗΠΑ. Η αξία τους ανέρχεται σε 50 δισ. ετησίως, ένα έπαθλο για το οποίο ανταγωνίζονται τα 7 καρτέλ ναρκωτικών. Τα ναρκωτικά είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος κλάδος της μεξικανικής οικονομίας μετά το πετρέλαιο, ενώ το οργανωμένο έγκλημα έχει παρεισφρήσει στο 78% της επίσημης οικονομίας (Edgardo Buscaglia, καθηγητής δικαίου στο Κολούμπια και στο Instituto Tecnologico Autonomo de Mexico). Τα καρτέλ των ναρκωτικών στρατολογούν κόσμο από μια απεριόριστη δεξαμενή απελπισμένων άνεργων και επωφελούνται από τις αυξημένες εμπορικές δοσοληψίες μέσω των αμερικανικών συνόρων για να καταστήσουν το Μεξικό τον κύριο αγωγό του λαθρεμπορίου κοκαΐνης των Άνδεων. Οι μαφίες έχουν επιδοθεί σε έναν ολοκληρωτικό πόλεμο για τον έλεγχο των ναρκοδιαδρόμων στη συνοριακή πόλη Χουαρέζ, απέναντι από το Ελ Πάσο του Τέξας, από τις αρχές του 2000. Στην ίδια πόλη, το 50% των παιδιών ηλικίας λυκείου δεν πάνε στο σχολείο, ούτε έχουν δουλειά. Το 2010, στη Χουαρέζ, δολοφονήθηκαν 3.111 άνθρωποι, το 2009 2.643 και το 2008 1.587. Στη Χουαρέζ, επίσης, ήταν εγκατεστημένα πολλά εργοστάσια των ζωνών εξαγωγών. Σήμερα έχει γίνει η πιο επικίνδυνη πόλη στον κόσμο, μια πόλη-φάντασμα με 116.000 άδεια σπίτια, 10.670 κλειστές επιχειρήσεις, από το 2008, ενώ 300.000 κάτοικοι την έχουν εγκαταλείψει.
Με εντολές της Ουάσιγκτον, ο Φελίπε Καλντερόν έστειλε στρατό για να «πολεμήσει τις ναρκοσυμμορίες». Σύμφωνα με στοιχεία, ο στρατός ευνοεί το εδραιωμένο καρτέλ Σιναλόα, οι δεσμοί διαφθοράς του οποίου φτάνουν σε υψηλά κλιμάκια, ενώ η κυβέρνηση καταδιώκει τις αντίπαλες συμμορίες, τους νέους παίκτες στο παγκόσμιο λαθρεμπόριο ναρκωτικών. ( Al Jazeera 21/2/2010, Democracy Now!). Μια πρόσφατη έκθεση της μεξικανικής Γερουσίας αναφέρει ότι το 71% των δήμων της χώρας ελέγχεται από οργανωμένο έγκλημα. Οι τράπεζες ξεπλένουν ναρκοχρήμα – ένθεν και ένθεν των συνόρων.
Όπως υποστηρίζουν πολλοί, δεν διεξάγεται πόλεμος κατά των ναρκωτικών, αλλά πόλεμος για τα ναρκωτικά. Πολλοί μιλούν για «σιωπηρό πραξικόπημα». Ο στρατός έχει αναπτυχθεί σε όλα τα αστυνομικά τμήματα, διεξάγει επιχειρήσεις τρομοκράτησης του πληθυσμού και ενέχεται σε πολλές δολοφονίες αθώων. Οι ΗΠΑ, με το Σχέδιο Μερίντα, παρέχουν 500 εκατ. ετησίως από το 2008-2011σε στρατιωτική βοήθεια, κυρίως για αγορά προηγμένου εξοπλισμού από αμερικανικές βιομηχανίες και για εκπαίδευση. Μέσω της στρατιωτικοποίησης εναγκαλίζονται ακόμη πιο σφικτά το μεξικανικό κράτος. Ταυτόχρονα, ναρκωτικά προωθούνται προς το βορρά με αμείωτους ρυθμούς και όπλα προς το νότο, επίσης, αμείωτα, για να τροφοδοτήσουν αυτό τον πόλεμο ο οποίος έχει πολλούς λόγους να μην τελειώνει.