Παραθέτουμε δύο «εικόνες»: μία από το παρελθόν και μία πρόσφατη προς σκέψη και προβληματισμό. Οι στιγμές  για τη χώρα, την κοινωνία, τον λαό είναι απολύτως κρίσιμες. Όσο πιο γρήγορα το συνειδητοποιήσουμε τόσο το καλύτερο. Ακέφαλη η κοινωνία, χωρίς νόημα και στόχους, δεν γίνεται παρά να βυθιστεί στην αδράνεια και τη διάλυση. Για πόσο όμως ακόμη;

 

Έτσι δεν με ομίλησε πλέον

 «Μίαν φοράν, όταν επήραμεν το Ναύπλιον ήλθε ο Άμιλτων (Χάμιλτον) να με ιδή. Μου είπε ότι: «Πρέπει οι Έλληνες να ζητήσουν συμβιβασμόν, και η Αγγλία να μεσιτεύση». Εγώ του αποκρίθηκα, ότι: «Αυτό δεν γίνεται ποτέ, ελευθερία ή θάνατος. Εμείς καπετάν Άμιλτων, ποτέ συμβιβασμόν δεν εκάμαμεν με τους Τούρκους, άλλους έκοψε, άλλους εσκλάβωσε με το σπαθί και άλλοι, καθώς εμείς, εζούσαμεν ελεύθεροι από γενεά εις γενεά. Ο βασιλεύς μας εσκοτώθη, καμίαν συνθήκη δεν έκαμε. Η φρουρά του είχε παντοτινόν πόλεμο με τους Τούρκους και δυο φρούρια ήτον πάντοτε ανυπότακτα». Με είπε: «Ποια είναι η βασιλική φρουρά του, ποία είναι τα φρούρια;» «Η φρουρά του βασιλέως μας είναι οι λεγόμενοι κλέφτες, τα φρούρια η Μάνη και το Σούλι και τα βουνά». Έτσι δεν με ομίλησε πλέον.»

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Διήγησις συμβάντων ελληνικής φυλής από 1770 έως τα 1836

 

 

 Ήμουν και είμαι ανεξάρτητος. Και αυτό είναι δύσκολο

 «Είναι ιεροσυλία αυτό που γίνεται με τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία: όλα μπήκαν κάτω από το χαλί. Σήμερα ο μνημονιακός, θεωρείται πατριώτης»
«Ο Σόιμπλε μας κουνάει το χέρι επειδή έχουμε υπογράψει. Είμαστε ραγιάδες και έχουμε εξευτελιστεί. Αυτός μαζί με τη Μέρκελ και τους άλλους είναι σαρκοφάγα ζώα»
«Έχω συμφιλιωθεί με τον Χάρο. Είναι φιλαράκος μου. Ξέρετε είχα πάντα φοβία με τον κουρέα. Δεν μπορούσα να μου πιάνει το κεφάλι και να με στριφογυρίζει».
Όταν ρωτήθηκε «πότε θα τα ξαναπούμε;» απάντησε: «δεν μπορώ να σας καλέσω στην κηδεία μου. Έχω εκφράσει την επιθυμία και την έχω βάλει στη διαθήκη μου να πάω κατευθείαν στο Βραχάτι».
Τι θα ήθελε να ξαναζήσει: «Να ξαναγύριζα στον Πύργο της Ηλείας, τότε που πήγαινα στη Γ΄ Γυμνασίου κι έγραφα τα πρώτα μου τραγούδια και κάθε βράδυ καθόμαστε στο τραπέζι ο πατέρας μου, η μητέρα μου, ο Γιάννης κι εγώ. Κι όταν άκουγαν το τραγούδι μου, τραγουδάγαμε όλοι μαζί. Κι αν το τραγούδι μου είχε έναν ρυθμό βαλς, σηκωνόταν ο πατέρας κι έπαιρνε τη μητέρα και χορεύανε».
Και κατέληξε: «Επίσης ξέρετε ότι λόγω ύψους δεν μπορούσα ποτέ να υποκλιθώ. Ήμουν και είμαι ανεξάρτητος. Και αυτό είναι δύσκολο».

Μίκης Θεοδωράκης, πρόσφατη συνέντευξη με αφορμή το νέο βιβλίο του «Μονόλογοι στο Λυκαυγές», εκδόσεις Ιανός.

 

Αναγνώστη σκέψου! Τι θα κάμεις; Τι θα κάνουμε;

Αρκετοί θυμήθηκαν τα λόγια του Μπελογιάννη για το μπόι των ονείρων μας. Αλήθεια τι ονειρευόμαστε, τι θέλουμε πολύ, πάρα πολύ; Οφείλουμε να το ξεκαθαρίσουμε για το μπόι των νέων ανθρώπων και αυτών που θα ‘ρθουν σε αυτόν τον τόπο…

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!