Κείμενα αφιερωμένα στον Γιάνη Γιανουλόπουλο, επιμέλεια-εισαγωγή: Δέσποινα Παπαδημητρίου-Σεραφείμ Σεφερειάδης, εκδόσεις Ασίνη 2012, 474 σελ. Του Δημήτρη Μπαχάρα

Εικοσιένας ιστορικοί αποτίουν φόρο τιμής στον Γιάνη Γιανουλόπουλο (με ένα ν, όσο κι αν φαίνεται περίεργο), και δημοσιεύουν ο καθένας από ένα επιστημονικό άρθρο στο συλλογικό τόμο που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Ασίνη. Αθέατες όψεις της ιστορίας τιτλοφορείται ο τόμος, θεωρώντας πως αποκαλύπτονται πτυχές της ιστορίας που κατ’ επανάληψη αποσιωπούνταν στο παρελθόν, όσο κι αν κάποιες από αυτές έχουν δει το φως τα τελευταία χρόνια. Ζητήματα που αφορούν το μύθο του έθνους, τη δικτατορία, τους Εβραίους, τους Αλβανούς, τους Αρβανίτες, τις Παιδουπόλεις και άλλα, συνθέτουν έναν πολυσήμαντο τόμο με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για όλους τους μελετητές της ιστορίας.
Οι επιμελητές της έκδοσης Δ. Παπαδημητρίου και Σ. Σεφερειάδης φρόντισαν μία πολύ προσεγμένη εισαγωγή, η οποία συμπυκνώνει τόσο τα νοήματα των άρθρων όσο και το σκεπτικό με το οποίο η ζωή και το έργο του Γιάνη Γιανουλόπουλου επικάθεται πάνω από το σύνολο των άρθρων.
Αν και δεν υπάρχει κάποιου είδους θεματικός διαχωρισμός, είναι σαφής η διάκριση μεταξύ των ενοτήτων που, όπως σημειώνουν και οι επιμελητές της έκδοσης, «διαχέονται, αλληλοσυμπληρώνονται αλλά και κάποτε αποκλίνουν».
Ο Θανάσης Σφήκας πραγματεύεται συνολικά την ιστοριογραφία του Ψυχρού Πολέμου, εντάσσοντας σε αυτήν τη σχετική εργοβιογραφία του Γιανουλόπουλου και τη δική του προσέγγιση, μιαν οπτική διεθνούς (παρά διπλωματικής) ιστορίας. Ο Γιώργος Κόκκινος εξετάζει τον «ολοκληρωτισμό» ως θεωρία και ιδεολογία για να διαπιστώσει τα όρια ή, αλλιώς, την επιστημονική αξιοπιστία της έννοιας αυτής που τόσο αιχμαλώτισε το ενδιαφέρον της δυτικής κοινής γνώμης, ιδιαίτερα κατά τη δεκαετία του 1950. Ο Χάγκεν Φλάισερ μας παραθέτει την προσωπική του εμπειρία από την εμπλοκή του στην περίφημη «υπόθεση Βαλντχάιμ» ως μέλος της Διεθνούς Επιτροπής Ιστορικών που δημιουργήθηκε τότε για να εξετάσει το ζήτημα. Ο Richard Clogg μας μεταφέρει στην Ελλάδα των Συνταγματαρχών και, αξιοποιώντας ένα ως τώρα άγνωστο αρχειακό υλικό, εξετάζει τη δυναμική σχέση που αναπτύχθηκε ανάμεσα σε μια βρετανική εταιρεία δημοσίων σχέσεων και τη Δικτατορία, η οποία είχε επίδραση μέχρι και στο βρετανικό κοινοβούλιο.
Ο Αντώνης Λιάκος ασχολείται με τους πολέμους της Ιστορίας με αφορμή τις πρόσφατες αντιπαραθέσεις για το εγχειρίδιο Ιστορίας της ΣΤ΄ Δημοτικού, ενώ η Μαρία Ρεπούση εξετάζει την περιπέτεια του εορτασμού της εκατονταετηρίδας από την επανάσταση του 1821 και μετά. Η εργαλειακή χρήση της Ιστορίας αναδεικνύεται γλαφυρά και στο κείμενο της Χριστίνας Κουλούρη περί του θεσμού των εθνικών επετείων. Το κείμενο του Φίλιππου Κάραμποτ παραμένει στη γενική θεματική της εθνικής ταυτότητας, την προσεγγίζει όμως μέσα όμως από το πρίσμα της επενέργειας των θρησκευτικών αποκλεισμών, εστιάζοντας την προσοχή του στις περιπτώσεις των Εβραίων και των ετερόδοξων Ευαγγελικών. Διερευνώντας το περιεχόμενο της εθνικής συνείδησης όπως αυτή εγγράφεται στον έντεχνο λόγο, ο Αλέξης Πολίτης επισημαίνει την εμπρόθετη, πλην εν πολλοίς ασυνείδητη (ως προς τις ευρωπαϊκές της καταβολές), αρχαιολατρεία/αρχαιοπληξία που χαρακτηρίζει την αναζήτηση λογοτεχνικού-ποιητικού κανόνα. Δεν είναι υπερβολικό να υποστηρίξει κανείς ότι ο Ποιητής-Μεσσίας, που θα συμπύκνωνε και θα προωθούσε τα «εθνικά ιδεώδη», στοίχειωσε τα πνευματικά πράγματα της χώρας τουλάχιστον μέχρι την ήττα του 1897, συμπαρασύροντας ακόμα και όσους στέκονταν κριτικά απέναντι στον αρχαιοπρεπή λογιοτατισμό (όπως, πιο χαρακτηριστικά, ο Ψυχάρης). Η Αλεξάνδρα Πατρικίου εστιάζει την προσοχή της στην αντιεβραϊκή αρθρογραφία στον φιλικό προς τον Άξονα Τύπο της κατοχικής Θεσσαλονίκης (Απρίλιος 1941-Οκτώβριος 1944), και εξετάζει ενδελεχώς τρία έντυπα: τις εφημερίδες Απογευματινή και Νέα Ευρώπη και το περιοδικό Οι Νέοι Καιροί.
Η Τασούλα Βερβενιώτη, αντλώντας στοιχεία από ένα πλούσιο πρωτογενές υλικό, μελετά τη δημιουργία του Εράνου της βασίλισσας Φρειδερίκης (1947-1950), ενώ ο Κώστας Κατσάπης μελετά τη συντηρητική ιδεολογία, όπως αρθρώθηκε στη δεκαετία του 1960, μέσα από ομιλίες του βασιλιά Κωνσταντίνου αλλά και μελών της εκκλησιαστικής και πνευματικής ηγεσίας στην Ελλάδα. Η Λένα Διβάνη μελετά τις δυνατότητες και την περίπλοκη πραγματικότητα των δύσκολων σχέσεων που ανέπτυξαν τα βαλκανικά κράτη μεταξύ τους, κυρίως από τη στιγμή που ξεκίνησε η εθνικιστική διαμάχη με επίκεντρο το Μακεδονικό, παρακολουθώντας την εξέλιξη της «βαλκανικής ιδέας» και της πολιτικής της αποτυχίας μέσα από τις επιθεωρήσεις Νέα Πολιτική (1923) του Κ. Τουρνάκη και Les Balkans (1930) των Α. Παπαναστασίου και Ξ. Λευκοπαρίδη. Εστιάζοντας την προσοχή της σε μια κλασική περιοχή του πεδίου των κοινωνικών συγκρούσεων, τις πρόδρομες αγροτικές εξεγέρσεις, η Καίτη Τσίχλη ανασκοπεί τις περιπέτειες του αγροτικού ζητήματος στην Πελοπόννησο και τη Θεσσαλία κατά την περίοδο από την ίδρυση του ελληνικού κράτους μέχρι και τις πρώτες δυο δεκαετίες του 20ού αιώνα. Ο Γκασμέντ Καπλάνι μελετά και αυτός μια αγροτική κοινωνία, την Αλβανική, επιστρέφοντας όμως στην κομβική θεματική της διαμόρφωσης εθνικής ταυτότητας. Αντιπαραβολικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η μελέτη του Λάμπρου Μπαλτσιώτη που εξετάζει τον πληθυσμό των Αρβανιτών, των αλβανόφωνων δηλαδή κατοίκων της νότιας Ελλάδας και της Ηπείρου, που εντάχθηκαν στο ελληνικό εθνικό φαντασιακό λόγω της συμμετοχής τους στην Επανάσταση του ’21 με βάση –ακριβώς– τη θρησκεία: ως ντόπιοι ορθόδοξοι χριστιανοί. Χρησιμοποιώντας τη μεθοδολογική προσέγγιση της ιστορίας των εννοιών στη σχέση της με την κοινωνική ιστορία, η Νάντια Ντάνοβα αναλύει το βουλγαρικό εθνικό αφήγημα με έμφαση στη γλώσσα που χρησιμοποιούν οι Βούλγαροι προκειμένου να ορίσουν την οθωμανική κυριαρχία. Ο Άλκης Ρήγος αντιπαραβάλλει την (αποσπασματική) τηλεοπτική εικόνα και το (κριτικό) ιστορικό ντοκιμαντέρ. Διερευνώντας όψεις του φαινομένου της ανισότητας στη σύγχρονη Ελλάδα, ο Σεραφείμ Σεφεριάδης στέκεται στην περίπτωση των μεταναστών και των επισφαλώς εργαζομένων, καθώς και στο ρόλο που τα σύγχρονα κοινωνικά κινήματα μπορούν να διαδραματίσουν προκειμένου να συμβάλουν στην αντιμετώπιση των ολοένα εντεινόμενων προβλημάτων τους.
Τέλος, το γοητευτικά αυτοβιογραφικό κείμενο του Στέφανου Πεσμαζόγλου στέκεται στα κομβικά ζητήματα της αποσιώπησης και της παραποίησης, μέσα από το μοτίβο της απροκάλυπτης παραχάραξης της Ιστορίας στα σχολικά εγχειρίδια.

* Ο Δρ. Δημήτρης Μπαχάρας, είναι ιστορικός στο ΕΛΙΑ

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!