Συνέντευξη στον Χρήστο Πραμαντιώτη
Συναντήσαμε τον Δημήτρη Γιαννάτο λίγες μόνο μέρες πριν από την πανεργατική απεργία της περασμένης Τετάρτης, για μια συνέντευξη που θα επιχειρούσε να δει το συνδικαλιστικό κίνημα από τη σκοπιά του κοινωνικού του ρόλου και να ανιχνεύ σει ποιοι νέοι δρόμοι ανοίγονται μπροστά του, σε αυτήν την περίοδο ανελέητης επίθεσης που βιώνει ο κόσμος της εργασίας αλλά και ο λαός συνολικά. Ο ίδιος, μιλώντας για την ελλιπή και πάλι προετοιμασία της απεργίας που είχαν κηρύξει ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, αλλά και για το γεγονός ότι επρόκειτο για μια απεργία «ξεκάρφωτη», που μάλιστα ακολουθεί την πεπατημένη για άλλη μια φορά, δεν φαινόταν να προσδοκά πολλά από την πραγματοποίησή της.
Το συνδικαλιστικό κίνημα στη χώρα μας φαίνεται να παρακολουθεί απλώς την αποδόμηση της εργασίας και την κατεδάφιση του κοινωνικού κράτους. Έχει φτάσει σε αδιέξοδο; Έχει παραδοθεί; Θυμάμαι ότι έχετε αρθρογραφήσει πάνω στο γεγονός ότι το Μνημόνιο ήρθε και βρήκε έτοιμο αυτό ακριβώς το συνδικαλιστικό κίνημα που χρειαζόταν, ώστε να περάσει σαν οδοστρωτήρας…
Το εννοώ. Καταρχάς, είναι πρωτοφανής η επίθεση και του κράτους και του κεφαλαίου και της διεθνούς πολιτικής σε μια χώρα και στους εργαζομένους της. Ουσιαστικά αιφνιδιαστήκαμε, δεν το περίμενε κανείς αυτό το πράγμα. Αυτό είναι ένα βασικό στοιχείο. Το άλλο είναι ότι το συνδικαλιστικό κίνημα, περίπου από το ’85 και μετά άρχισε να ενσωματώνεται στο σύστημα, έγινε δηλαδή μέρος της εξουσίας, έγινε μια κατεστημένη δύναμη. Ουσιαστικά έγινε μέρος της πολιτικής και της πολιτιστικής κρίσης όλης αυτής της περιόδου της μεταπολίτευσης από το ’85 μέχρι σήμερα. Ένα συνδικαλιστικό κίνημα απονευρωμένο, συντεχνιακό, οικονομίστικο σε τεράστιο βαθμό. Δεν ήταν κοινωνικό κίνημα, δεν έβαζε όρους για την αλλαγή της ζωής. Έβαζε μόνο όρους διεκδίκησης επιδομάτων ή άλλων τέτοιων αιτημάτων. Δεν ήταν κακό αυτό. Αλλά ήταν μόνο αυτό. Έτσι ήταν πολύ δύσκολο να έχει αντιστάσεις σε αυτήν την καταστροφή. Αντιθέτως, φάνηκε πως όταν ο λαός πήρε μπροστά, πίστεψε στο ένστικτό του, έκανε πράγματα που ξεπέρασαν τον συνδικαλισμό.
Σας μίλησα για την τομή του ’85. Την περίοδο ’65-’85, δύσκολα χρόνια, το συνδικαλιστικό κίνημα υπήρξε κοινωνικά ριζωμένο, ήταν ζυμωμένο με το λαό και με τον τόπο, κι αυτό είναι ένα σημαντικό στοιχείο. Αυτό κορυφώνεται συστημικά με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία κι έτσι φθάνουμε μέχρι το ’85. Από αυτή την εποχή μέχρι σήμερα ζούμε την παρακμή του συνδικαλιστικού κινήματος, με κάποιες βέβαια εκλάμψεις, κάποιες κορυφαίες στιγμές. Αυτό το συνδικαλιστικό κίνημα έγινε μέρος της κομματικής και της κυβερνητικής εξουσίας και ήταν ήδη έτοιμο να παραδοθεί στη μνημονιακή επέλαση. Πρόβαλε για δεκαετίες μια μονοσήμαντη λογική, διεκδίκησε κάποιες υλικές απολαβές, δεν αναφέρθηκε ποτέ σε μια άλλη πρόταση για τη χώρα και για την κοινωνία.
Μπροστά σε αυτήν ακριβώς την πρόκληση δεν βρίσκεται σήμερα;
Αυτό πιστεύω. Νομίζω ότι χρειάζεται μια υπέρβαση το συνδικαλιστικό κίνημα. Μια τεράστια αλλαγή. Οι στιγμές είναι οριακές. Αυτό που μπορεί να κάνει τι είναι; Μια νέα πρόταση. Όχι να αναιρέσει το παρελθόν του, αντίθετα, να μιλήσει γι’ αυτό, να εμπνευστεί από τις καλές στιγμές του, αλλά και να κάνει κριτική σε αυτό, να προτείνει τελικά μια νέα ιδέα, ένα νέο μοντέλο ύπαρξης και δράσης. Ένα συνδικάτο δεν μπορεί να έχει άποψη μόνο για το μισθό και για τις εργασιακές σχέσεις. Δεν μπορεί εμένα δηλαδή, ως θεραπευτή στην ψυχική Υγεία, να με ενδιαφέρουν μόνο τα εργασιακά. Πρέπει να δω και το περιεχόμενο της δουλειάς μου. Εκεί πρέπει να έχω πρόταση. Η πρόταση δεν θα είναι να βάλω κάτω την οικονομική λίστα και να πω κόστος-όφελος, τόσο οι εργαζόμενοι, τόσο οι θεραπευόμενοι κ.λπ. Αλλά να έχω μια ριζοσπαστική πρόταση επί του περιεχομένου. Αυτό λείπει, και εκεί είναι που παίζει η εξουσία. Γιατί την βολεύει να μιλάς μόνο για απολύσεις και κόστος εργασίας. Αυτό κάνει κι εκείνη εξάλλου. Παραπέρα, το συνδικαλιστικό κίνημα πρέπει να έχει μια πρόταση και η πρόταση δεν μπορεί να αναπαράγει τον παρασιτισμό. Θα πρέπει να δει σε ποια Ελλάδα ζούμε. Σε μια Ελλάδα η οποία είναι σε εξάρτηση και σε υποτέλεια.
Είχαμε μια εξαρτημένη και στρεβλή ανάπτυξη παραγωγής, παρασιτική. Το μοντέλο ποιο ήταν; Ήταν αεριτζίδικο, συντεχνιακό, παρασιτικό, καταναλωτικό. Το συνδικαλιστικό κίνημα θα πρέπει να δομήσει προτάσεις, αντίθετες σε όλα αυτά. Και υπάρχουν και πολλά πράγματα ακόμη. Η εργατική αυτοδιαχείριση. Οι κοινωνικές επιχειρήσεις. Δηλαδή πράγματα που η κοινωνία προσπαθεί από ανάγκη πια, όχι σαν ιδεολογία, να τα δημιουργήσει. Το συνδικαλιστικό κίνημα πρέπει να είναι σύμμαχος σε αυτά. Κι ακόμη να αμφισβητήσει και τις παραδοσιακές αρχές εκπροσώπησης. Εάν δεν δω τέτοιες προοπτικές, αισθάνομαι πολύ απογοητευμένος με αυτό που βλέπω γύρω μου. Πραγματικά πρέπει να βρούμε νέους δρόμους ελευθερίας. Οι οποίοι θα είναι αντισυμβατικοί ως προς αυτά που ξέραμε.
Μιλάτε για μια πολύ μεγάλη ανατροπή σε όσα έχει συνηθίσει να κάνει το συνδικαλιστικό κίνημα που γνωρίσαμε, και το οποίο συνεχίζει να έχει τη δομή, τη δράση και την οπτική που είχε το 2005.
Έτσι είναι, κινείται με όρους του 2005 και μάλιστα πραγματικά πιστεύω ότι ως συνδικαλιστές κάνουμε μια δογματική ανάλυση της πραγματικότητας. Αυτήν τη στιγμή, είναι το κράτος ενάντια στην κοινωνία. Αυτή είναι η σύγκρουση. Το κράτος, με ένα 5-8% συμμάχων του, την οικονομική ελίτ, είναι ενάντια στην κοινωνία. Τα συνδικάτα πηγαίνουν στον παλιό, τον πεπατημένο δρόμο. Όταν η σύγκρουση είναι: κράτος απέναντι στην κοινωνία, πρέπει τα συνδικάτα να συστρατευθούν με την κοινωνία. Ε, αυτό ανοίγει άλλους δρόμους, για να γίνει το εργατικό κίνημα κοινωνικό κίνημα. Γίνονται πάντως μερικές προσπάθειες, υπάρχουν συνδικάτα που αγκαλιάζουν τα κοινωνικά ιατρεία, για παράδειγμα, αρχίζει να υπάρχει μια όσμωση. Η κρίση και η ανάγκη σε οδηγεί σε νέους δρόμους. Οι λογιστές δεν μπορούν να βοηθήσουν την κοινωνία; Υπάρχουν σωματεία που έχουν νομικούς. Δεν μπορούν να τους διαθέσουν στην κοινωνία; Πιστεύω ότι αυτοί είναι νέοι δρόμοι που πρέπει να τους σκεφθούμε. Είναι η υπέρβασή μας.
Μιλήσατε προηγουμένως για εργατικό κίνημα και κοινωνικό κίνημα και τη σχέση τους. Πώς το εννοείτε;
Καταρχήν, το συνδικάτο πρέπει να είναι οργανικό κομμάτι της κοινωνίας. Σε παλαιότερες εποχές αυτό συνέβαινε. Εξάλλου, εάν δούμε και τη λέξη συνδικάτο, προέρχεται από την αρχαία λέξη σύνδικος. Ο συνήγορος του δημοσίου συμφέροντος. Μέσα από το ρόλο του το συνδικάτο προστατεύει, βοηθάει τη συνολική ανάπτυξη του κοινωνικού. Αυτό για μένα είναι ρόλος. Είναι ριζοσπαστικός ρόλος και είναι καθήκον για ένα συνδικάτο.
Ναι, αλλά με ποια δομή, με ποια γραμμή, με ποια πράξη μπορούν να γίνουν αυτά;
Η δομή νομίζω πρέπει να τείνει περισσότερο προς τις αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες. Πρέπει να μπορεί να υπάρχει ουσιαστικός έλεγχος και διαδικασίες ελέγχου. Έπειτα, υπάρχει η εκπροσώπηση από ένα Δ.Σ., η οποία πρέπει να διευρυνθεί. Επιτροπές αποφασιστικού χαρακτήρα στο αντικείμενο για το οποίο έχουν ορισθεί, είναι μια διεύρυνση της δημοκρατίας μέσα σε ένα συνδικάτο. Πιο αποκεντρωμένες διαδικασίες, πιο οριζόντιες σχέσεις, δημοκρατικές. Πιστεύω ότι σε όλες τις κρίσεις, ο λαός, ο εργαζόμενος, ενστικτωδώς αυτό ζητάει. Ζητάει άμεση επαφή, ρόλο, να μπει στα πράγματα. Αυτό νομίζω πρέπει τα συνδικάτα να του το δώσουν.
Τώρα, όσον αφορά τη γραμμή στη συγκυρία αυτή. Η γραμμή αυτή τη στιγμή πρέπει να είναι αντιμνημονιακή ή αντιτροϊκανή, όμως θεωρώ ότι θα έπρεπε να ορίζουμε θετικά κάποια πράγματα κι όχι «αντί». Πρέπει να είναι καταρχήν δημοκρατική αυτή η γραμμή, ενάντια στον εκφασισμό των θεσμών που φέρνει αυτή η κυβέρνηση. Έπειτα, παραγωγική. Δηλαδή να έχει προτάσεις για την ανασυγκρότηση της χώρας. Την παραγωγική, την τεχνολογική, την επιστημονική. Σημαντική θέση σε όλα αυτά έχει η ευθύνη. Το συνδικαλιστικό κίνημα να έχει άποψη και θέση, όχι μόνο για τη μορφή των αγώνων, αλλά για το περιεχόμενο και το αντικείμενο του κάθε χώρου εργασίας: Με νοιάζει αυτό που κάνω και γι’ αυτό το υπερασπίζομαι.
Όσον αφορά την πράξη, ο κάθε χώρος ξέρει καλύτερα πώς θα βρει τους τρόπους. Οι εκπαιδευτικοί έχουν τρόπους να είναι μαζί με τους μαθητές και τους γονείς και να είναι σύμμαχοι. Ο χώρος της ψυχικής υγείας, το ίδιο. Οι γιατροί, επίσης. Η απεργία δεν είναι η μοναδική μορφή ενός αγώνα. Εδώ είναι η εξυπνάδα του συνδικαλιστικού κινήματος: Εγώ συμμάχομαι με την κοινωνία, την έχω σύμμαχό μου ενάντια στο κράτος που μας επιτίθεται ολομέτωπα.
Επιτρέψτε μου όμως να συμπληρώσω κάτι ακόμη σχετικά με την κίνηση των συνδικάτων. Πρόκειται για το θέμα των μεταναστών ή των ξένων εργατών. Χρειάζεται να υιοθετηθεί μια πρακτική ώστε οι άνθρωποι αυτοί να θεωρηθούν ντόπιο εργατικό δυναμικό. Να μην τους αφήνουμε. Δουλεύω πολλά χρόνια με μετανάστες, ξέρω πώς αισθάνεται ένα παιδί δεύτερης γενιάς όταν το λες ακόμα ξένο. Τα συνδικάτα θα μπορούσαν να είναι χώροι υποδοχής μεταναστών. Και αυτό το λέω και εκπαιδευτικά, και κοινωνικά. Η ενσωμάτωσή τους στη χώρα θα μπορούσε να ξεκινάει μέσα από τα συνδικάτα.