Υπάρχει άραγε επιστημονική κοινότητα στη χώρα μας; Πού βρίσκεται, τι μελετά, με ποιο τρόπο θεραπεύει τις επιστήμες; Πώς παράγεται και αναπαράγεται αλλά και πώς βλέπει τον εαυτό της σε σχέση με τη χώρα και την ελληνική κοινωνία; Όσο τέτοιου είδους ερωτήματα απουσιάζουν, θα μένουμε στο αυτονόητο μιας εύκολης καταγγελίας των «αρίστων της ΝΔ που όμως είναι μπαγλαμάδες», υποσημειώνοντας επιπλέον πως η αχρηστία και η ασχετοσύνη δεν είναι προνόμια της «κακιάς δεξιάς». Η έρευνα που γίνεται στη χώρα μας δεν είναι ασήμαντη και οι άνθρωποι που δουλεύουν σε αυτήν κοπιάζουν, παράγουν και συχνά αφιερώνουν πολλά χρόνια της ζωής τους χωρίς να έχουν ένσημα, προϋπηρεσίες, μόνιμο μισθό κ.λπ. Αυτή είναι μια διάσταση που οι δηλώσεις του κάθε κυβερνητικού στελέχους δεν μπορούν να πετάνε στα σκουπίδια. Ο Πατέλης, σύμβουλος του Μητσοτάκη και τραπεζικός, δήλωσε όσα δήλωσε για τα διδακτορικά, τα διόρθωσε μετά την κατακραυγή, όμως η ουσία της σκέψης του φωνάζει, ενώ παρά τις εντυπώσεις είναι και αρκετά διακομματική.
Το μορφωτικό αγαθό θα έχει όλο και λιγότερο χώρο στις κοινωνίες μας. Μάλλον και λιγότερο κύρος, γι’ αυτό πρέπει διαρκώς να στιγματίζεται, άλλοτε ως χάσιμο χρόνου, άλλοτε ως πολυτέλεια, και πάντα προσαρμοζόμενο σε κάποιες έξωθεν ανάγκες. Σε κάθε βαθμίδα της εκπαίδευσης θα επιδιώκονται και θα προσφέρονται -συχνά με αντίτιμο- τα απολύτως απαραίτητα γιατί η καριέρα (αστείο) δεν μπορεί να περιμένει και πολύ. Η ακαδημαϊκότητα θα χτυπιέται στα πανεπιστήμια που θα εμπορεύονται εκπαιδευτικά πακέτα και το σχολείο στην μέγγενη ανάμεσα σε «απασχόληση» και «εξεταστήριο». Δεν είναι ίδιες οι ποιότητες αλλά οι περιβόητες «δεξιότητες» θα έχουν παντού τον πρώτο λόγο. Στις ανώτερες βαθμίδες αυτό προχωρά δια της κολλεγιοποίησης, στους μαθητές μέσω μιας σειράς προγραμμάτων και με συγκράτηση και σπρώξιμο προς χαμηλότερες βαθμίδες που θα προσφέρουν κατάρτιση. Και βέβαια εκτόξευση των ανισοτήτων εντός κάθε βαθμίδας αλλά και με πιο σαφείς ιεραρχίες και αυστηρότερη διαλογή.
Όσο ορίζουμε το περιβόητο overqualified ή ακόμα και την αναστροφή του brain-drain αποκλειστικά με ατομικούς όρους αποκατάστασης ή ανέλιξης, ενδέχεται να χάνουμε μια ευρύτερη εικόνα. Αυτή που δείχνει το «είδος» της χώρας που θα είμαστε τα επόμενα χρόνια
Δεν πρόκειται όμως μόνο για μια «προσαρμογή στην αγορά εργασίας» και το σύγχρονο τοπίο της. Όσο ορίζουμε το περιβόητο overqualified ή ακόμα και την αναστροφή του brain-drain αποκλειστικά με ατομικούς όρους αποκατάστασης ή ανέλιξης, ενδέχεται να χάνουμε μια ευρύτερη εικόνα. Αυτή που δείχνει το «είδος» της χώρας που θα είμαστε τα επόμενα χρόνια. Γιατί το «προς τα κάτω» δεν είναι μονάχα ζήτημα δικαιωμάτων ή του «πόσο αδικείται ο καθένας». Δεν είναι μόνο ζήτημα τυπικών προσόντων, ειδικά όταν σήμερα αυτά πουλιούνται και αγοράζονται (από όσους έχουν) για πλάκα. Όταν τα Πανεπιστήμια μετατρέπονται και σε εργοστάσια παραγωγής τίτλων που εν συνεχεία προσφέρουν μοριοδοτήσεις κ.ο.κ. Ούτε μπορεί στο περιβόητο ζήτημα της «αριστείας» να αφαιρείται ο σκοπός. Όχι δηλαδή μόνο ποιος είναι ο άριστος αλλά και γιατί τον θέλει μια κοινωνία; Για να το πούμε με παραδείγματα: Σήμερα ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια μεταπτυχιακά σε όλο το φάσμα της τηλεκπαίδευσης. Τα χρειαζόμαστε; Η πανδημία θα προσφέρει ευκαιρίες για διδακτορικά σε φοιτητές ιατρικής. Πού θα στραφεί όμως το επιστημονικό και επαγγελματικό ενδιαφέρον των υγειονομικών; Επιστρέφουμε έτσι, θέλοντας και μη, στα δύσκολα αρχικά ερωτήματα.
Μια επιστημονική κοινότητα, οι χώροι παραγωγής γνώσης και έρευνας κ.λπ. δεν είναι ανεξάρτητοι από τον γενικό προσανατολισμό μιας χώρας. Σε όλα μάλιστα τα επίπεδα, παραγωγικά, οικονομικά, κοινωνικά, αλλά και σε σχέση με εξαρτήσεις και δουλείες. Με λίγα λόγια, τα διδακτορικά θα έπρεπε με κάποιο τρόπο να αφορούν την Πολιτεία και όχι απλά την αγορά εκπαίδευσης και εργασίας.