Ανταπόκριση από το Βερολίνο: Ιφιγένεια Καλαντζή*

 

Με επικεφαλής τον Ντάρεν Αρονόφσκι, η φετινή 65η Μπερλινάλε -ομολογουμένως μια από τις πιο ενδιαφέρουσες, εδώ και χρόνια- με πολλά μεγάλα ονόματα στο Διαγωνιστικό, θα δυσκολευτεί απόψε στην απονομή της Χρυσής Άρκτου.

Τιμώμενο πρόσωπο ήταν ο 70χρονος Βιμ Βέντερς, με ξεχωριστό αφιέρωμα στο έργο του, ωστόσο η νέα του ταινία Everything will be fine, ένα συμβατικό, αν και 3D, θρίλερ χιτσκοκικής αγωνίας, με μουσική Αλεξάντρ Ντεπλά, που προβλήθηκε εκτός συναγωνισμού, δεν ενθουσίασε το κοινό. Μέτρια υποδοχή είχαν και η Βασίλισσα της ερήμου, του Βέρνερ Χέρτζογκ αλλά και το Knight of cups, του Τέρενς Μάλικ.

Η πιο λαμπερή και ερωτική ταινία είναι αναμφισβήτητα το Eisenstein in Guanajuato, του 72χρονου Πίτερ Γκρίναγουέι, που με τη δική του συναρπαστική κινηματογραφική γλώσσα αποτείνει φόρο τιμής στον μέγιστο σκηνοθέτη της Ρώσικης Επανάστασης και πιονέρο του μοντάζ Σεργκέι Αϊζενστάιν, με επίκεντρο την παθιασμένη σχέση του με τον Μεξικάνο ξεναγό του, στο ταξίδι του στο Μεξικό.

Ο οξυδερκής Γκρίναγουέι αναφέρεται με εμπνευσμένη σκηνοθετική δεινότητα στο από αιώνες μεγάλο δίπολο έρως-θάνατος. Όντας αρχιτέκτονας, ενορχηστρώνει με τη βοήθεια και της νέας ψηφιακής τεχνολογίας ένα εξαιρετικό οπτικοακουστικό πόνημα, παίζοντας ταυτόχρονα με το έγχρωμο και το ασπρόμαυρο, με παράλληλη δράση, χωρίζοντας στα τρία την οθόνη, παραμορφωτική προοπτική με εφέ και κυκλική κινηματογράφηση, που καταφέρνει στη συνέχεια να την τετραγωνίσει στο χώρο, διευρύνοντας διαρκώς το χωροχρονικό σημαινόμενο του κάδρου.

Διατηρώντας τη θεατρική συμμετρία που έχει καθιερώσει, εντάσσει δυναμικά διπλές, ακόμα και τριπλές εμβόλιμες εικόνες ερωτικών και απαγορευμένων σκίτσων του Αϊζενστάιν, εμφανίζει απίστευτες πόζες φωτογραφιών του, πάνω σε φαλόσχημους κάκτους, ενώ τον εμφανίζει να φοράει κατακίτρινες μεταξωτές πιτζάμες ή κόκκινες τιράντες μέσα από λευκό κουστούμι, σε μια ταινία με ανακτορικής αισθητικής μεγάλους χώρους και εξαιρετικά εκκεντρικά στυλάτα κουστούμια εποχής. Απενοχοποιημένος ερωτισμός, πολύ χιούμορ και σαρκική υπόσταση του αντρικού γυμνού χαρακτηρίζουν μια απίστευτη ερωτική σκηνή, ακριβώς στη μέση της ταινίας, όπως δήλωσε και ο σκηνοθέτης, με τις γεμάτες χιούμορ και τυπική αθυροστομία απαντήσεις του, στην πιο συναρπαστική συνέντευξη Τύπου που δόθηκε φέτος στη Μπερλινάλε.

Γροθιά στο στομάχι το El Club, πέμπτο φιλμ του 38χρονου Χιλιάνου Πάμπλο Λαρέν (Post Mortem/2010, No/2014), όπου τέσσερις μεσήλικες ιερείς και μια καλόγρια που τους φροντίζει διαμένουν στο τελευταίο σπίτι, πάνω στο λόφο ενός παραθαλάσσιου χωριού. Η αυτοκτονία ενός νεοφερμένου μέλους διασαλεύει τη φαινομενική ισορροπία. Τη διαλεύκανση της υπόθεσης αναλαμβάνει ένας νέος και όμορφος ιερέας, με χρέη εκκλησιαστικού ανακριτή. Όπως αποκαλύπτεται σταδιακά, πρόκειται για τόπο εκτοπισμού ιερέων, που έχουν διαπράξει εγκλήματα. Πίστη και σεξουαλική καταπίεση καταλήγουν σε μια διαστροφική επιβολή εξουσίας στον πιο αδύναμο.

Αυτό το σκοτεινό θρίλερ εξελίσσεται σε μια ρεαλιστική κατασκευή, που κορυφώνεται προοδευτικά, μέχρι το ξέσπασμα μιας απίστευτα έντονης βίας, με το χειμωνιάτικο φως, τη φουρτουνιασμένη θάλασσα και τις σύγχρονες μουσικές του Άρβο Παρτ να συντηρούν τη μυστηριακή ένταση.

Επιστρέφοντας στη βαριά ατμόσφαιρα του Post Mortem, ο Λαρέν τόνισε στη συνέντευξη Τύπου πως είναι προετοιμασμένος για αντιδράσεις, καθώς εστιάζει σε ένα θέμα ταμπού, το ιδιαίτερο νομικό σύστημα που επικρατεί στην καθολική εκκλησία που δεν αναγνωρίζει το πολιτικό δίκαιο.  Ο πολιτικός κρατούμενος Ιρανός σκηνοθέτης Τζαφάρ Παναχί, αγνοώντας την απαγόρευση της χώρα του να κάνει ταινίες, συμμετέχει στο Διαγωνιστικό με την ευχάριστη και φρέσκια ταινία Taxi. Με ταξιτζή τον ίδιο και μια κάμερα μέσα στο ταξί, μας ξεναγεί μέρα μεσημέρι στα ευτράπελα και τις αντιθέσεις της ιρανικής κοινωνίας, στην πόλη. Πότε μέσα από υποκειμενικά πλάνα και πότε μέσα από μικρές κάμερες που αλλάζουν διαρκώς χέρια, καταγράφονται τα πάντα μέσα στο ταξί του Παναχί. Οπισθοδρομικοί πελάτες συμφωνούν με τις εκτελέσεις για παραδειγματισμό, ένα θύμα τροχαίου χρησιμοποιεί την κάμερα ως μάρτυρα, για να κάνει τη διαθήκη του, μια δικηγόρος, πολιτική κρατούμενη, καταγγέλλει φυλακίσεις κοριτσιών, επειδή παρακολούθησαν μπάσκετ, ενώ η σκερτσόζα και πανέξυπνη 9χρονη ανιψιά του Παναχί, προσπαθεί να καταγράψει με κάμερα μια καλλωπιστική εικόνα της πραγματικότητας, ακολουθώντας τις οδηγίες της δασκάλας που αποφεύγει να ρισκάρει την ενδεχόμενη συνειδητοποίηση που προκαλεί η δύναμη της εικόνας της πραγματικότητας, στοιχείο που ώθησε την άλλοτε νεορεαλιστικής υφής κοινωνική ματιά του ιρανικού σινεμά να αναβαθμιστεί σε σινεμά–βεριτέ, επιδιώκοντας μια αληθοφάνεια για στοχασμό αλλά και μια διεισδυτική διάσταση σε ό,τι συμβαίνει τώρα, στην ιρανική κοινωνία.

Εξαιρετικό ήταν και το ντοκιμαντέρ του Κρίστιαν Μπράαντ Τόμσεν Fassbinder- to love without demands. Οι ανέκδοτες συνεντεύξεις που είχε πάρει στα μέσα του ’70 από τον αξέχαστο σκηνοθέτη και φίλο του Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ, που έφυγε πρόωρα, μαρτυρούν τις πολιτικές πεποιθήσεις και το πνευματικό στίγμα ενός παθιασμένου, εξαιρετικά παραγωγικού και πρωτοπόρου σκηνοθέτη. Μετά το τέλος της προβολής, οι συντελεστές άνοιξαν διάλογο με δυο ηθοποιούς του θιάσου του Φασμπίντερ, ενώ το συγκινημένο κοινό χειροκροτούσε όρθιο για πολλά λεπτά, ως φόρο τιμής στον μεγάλο σκηνοθέτη.

 

* Η Ιφιγένεια Καλαντζή είναι θεωρητικός/κριτικός κινηματογράφου

[email protected]

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!