Την προσεχή εβδομάδα, στις 27 Μαρτίου, θα ανακοινωθεί από την κυβέρνηση ο νέος κατώτατος μισθός. Το πλαίσιο των προτάσεων ως «συμβουλευτική γνώμη» προς την κυβέρνηση διαμορφώνονται ανάλογα με τον φορέα. Οι φορείς που εμφανίζονται ότι λειτουργούν ως «προστάτες των συμφερόντων της ελληνικής οικονομίας» (!) ΚΕΠΕ, Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) καθώς και το ΙΟΒΕ προτείνουν η αύξηση να μην ξεπεράσει το 4%, δηλαδή από τα 780 ευρώ σήμερα να φτάσει μέχρι τα 811. Στην ίδια γραμμή κινείται και η σκληρή εργοδοσία που εκφράζεται από τον ΣΕΒ. Λίγο ψηλότερα κινούνται οι προτάσεις των λοιπών εργοδοτικών οργανώσεων εμπορίου-ΕΣΣΕ (4,5%), τουρισμού-ΣΕΤΕ (5%) και ΓΣΕΒΕΕ (5,5%). Από πλευράς εργαζομένων η πρόταση του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ είναι για αύξηση 16,41% ώστε να διαμορφωθεί ο βασικός μισθός στα 908 ευρώ.
Η αύξηση αφορά 600.000 εργαζόμενους που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό. Η ισχύς του νέου μισθού θα είναι από 1η Απριλίου 2024. Με βάση τα σενάρια και την πληροφόρηση οι εκτιμήσεις συγκλίνουν σε αύξηση κατά 5,1%-6,4% για να φτάσει ο κατώτατος μισθός στα 820-830 ευρώ.
Λόγω των επικείμενων ευρωεκλογών, καθώς όλα μετρούν για την κυβέρνηση, λαμβάνονται τα «αναγκαία» μέτρα και στον τομέα των αυξήσεων προκειμένου να φανεί όσο περισσότερο γίνεται «γενναιόδωρη». Και ταυτόχρονα να πείσει ότι με αυτή την αύξηση που τελικά θα αποφασίσει και εδώ με τους μισθωτούς «ξύνει τον πάτο του βαρελιού», όπως αρέσκεται να αναφέρει ο κ. Μητσοτάκης. Προσπαθεί δε να επιδείξει αυτή τη γενναιοδωρία, για τα ήδη πεπραγμένα της κυβέρνησης, με εκφράσεις όπως «στο 20% η αύξηση των μισθών την τελευταία τριετία». Όμως η απόσταση της πραγματικότητας από αυτή την «ειδυλλιακή» εικόνα ευημερίας των αριθμών είναι τεράστια. Αυτό το βιώνει η μέση ελληνική οικογένεια που βλέπει κάθε μήνα το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημά της να μειώνεται. Έτσι έχουμε τις εξής λαθροχειρίες:
1 Οι αυξήσεις του κατώτατου μισθού που αναφέρθηκαν είναι ονομαστικές. Όμως πάνω σε αυτές επιβάλλεται φόρος. Με το δεδομένο ότι οι φορολογικοί συντελεστές είναι σταθεροί ένα μέρος από αυτές τις αυξήσεις έχει πάει ως έσοδα του κράτους από φόρους. Ειδικότερα ενώ στο διάστημα διακυβέρνησης της Ν.Δ. οι ονομαστικοί μισθοί αυξήθηκαν κατά 20% μετά τη φορολογία η αύξηση είναι μόνο 17,8% καθώς το υπόλοιπο μέχρι το 20% πήγε υπέρ του δημοσίου ως φόρος εισοδήματος. Μάλιστα αυτό αφορά τους έχοντες οικογένεια και δύο παιδιά. Όσο η οικογένεια είναι μικρότερη τόσο μεγαλώνει η φορολογική επιβάρυνση και μειώνεται το εισόδημα.
2 Αυτή η αύξηση του 17,8% είναι ονομαστική την ίδια στιγμή καλπάζει ο πληθωρισμός. Στην περίοδο από την αύξηση του 2019 έως σήμερα που συγκρίνει η κυβέρνηση την αύξηση του κατώτατου μισθού ο γενικός πληθωρισμός (Δείκτης Τιμών Καταναλωτή) μέχρι και τον Φεβρουάριο 2024 αυξήθηκε κατά 15,9%. Όμως η λαϊκή οικογένεια που έχει εισόδημα από τον κατώτατο μισθό δεν μπορεί να συγκρίνεται με την πορεία του ΔΤΚ αλλά περισσότερο με την πορεία της εξέλιξης του Δείκτη Τιμών Διατροφής η οποία στην ίδια περίοδο αυξήθηκε κατά 30,3%. Συνεπώς ο μισθωτός με τον κατώτατο μισθό όχι μόνο δεν έχει πάρει αύξηση 17,8% αλλά έχει χάσει ένα μεγάλο τμήμα του μισθού του λόγω του πληθωρισμού στα είδη βασικής ανάγκης που αυτός χρειάζεται για να επιβιώσει.
3 Η κυβέρνηση «παίζει» με τον κατώτατο μισθό που καθορίζει με αποφάσεις της και αφορά 600.000 μισθωτούς. Δεν λέει τι γίνεται με τον μέσο μισθό που αφορά όλους τους 2,5 εκατομμύρια μισθωτούς. Σε όλη αυτή την περίοδο η αρχική ονομαστική αύξηση του μέσου μισθού είναι μόλις 9,3% μέχρι και τον Φεβρουάριο 2023 που είναι τα νεώτερα πραγματικά απολογιστικά στοιχεία που δημοσιεύει ο e-ΕΦΚΑ. Αν ληφθεί υπόψη και η φορολογική επιβάρυνση η ονομαστική αύξηση είναι μόλις 7,7% (!) όταν ο μέσος πληθωρισμός είναι υπερδιπλάσιος και στα τρόφιμα τετραπλάσιος. Συνεπώς ο μέσος μισθωτός έχει χάσει ένα τεράστιο μέρος από το πραγματικό του εισόδημα.
4 Τα παραπάνω είναι στοιχεία μέσων όρων για όλους τους μισθωτούς είτε αμείβονται με τον κατώτατο μισθό είτε υπολογίζεται ο μέσος μισθός. Υπάρχει και μία κατηγορία μισθωτών που εργάζονται με μερική απασχόληση και η πραγματικότητα που βιώνουν, όσον αφορά το εισόδημα, είναι «αδυναμία επιβίωσης». Εκεί ο μέσος ονομαστικός μισθός έχει αυξηθεί συνολικά μόλις κατά 8,8% στην περίοδο διακυβέρνησης Μητσοτάκη και φυσικά λόγω ύψους (!) δεν χρειάζεται να ασχοληθούμε και με το θέμα φορολόγηση. Αυτή είναι η κατάσταση στην οποία ζουν 640.718 εργαζόμενοι (στοιχεία Φεβρουαρίου 2023) που αποτελούν το 26% του συνόλου των μισθωτών.
5 Η κυβέρνηση κάνει αναφορές μόνο για την αύξηση χωρίς καμία διεθνή σύγκριση για να δούμε τελικά που πηγαίνουμε ως χώρα όσον αφορά το σημαντικότερο πληθυσμιακό τμήμα της, τους εργαζόμενους. Οι διεθνείς συγκρίσεις δυστυχώς για τη χώρα είναι τραγικές. Η Ελλάδα που πραγματοποιεί το «οικονομικό θαύμα» στην Ευρώπη, σύμφωνα με τα λεγόμενα της κυβέρνησης, βρίσκεται στον πάτο όσον αφορά την οικονομική κατάσταση των εργαζόμενων. Η Ελλάδα σε επίπεδο χωρών ευρωζώνης είναι τελευταία με βάση τις μέσες ετήσιες αποδοχές του εργαζόμενου με πλήρη απασχόληση. Σε επίπεδο Ε.Ε. των 27 χωρών-μελών είναι στην 5η θέση από το τέλος (στοιχεία 2022). Κάτω από την Ελλάδα είναι κατά σειρά η Πολωνία, η Ρουμανία, η Ουγγαρία και η Βουλγαρία (τελευταία). Ποτέ τις τελευταίες δεκαετίες η Ελλάδα δεν είχε τόσο μεγάλη απόσταση στους μισθούς σε σχέση με το μέσο όρο της Ε.Ε. Η απόσταση της Ελλάδας από το μέσο όρος της ΕΕ από 11.561 ευρώ το 2013 έχει φθάσει στα 18.668 ευρώ και από το 60% στο μέσο ευρωπαϊκό που αντιστοιχούσε το ελληνικό εισόδημα το 2013 έχει φτάσει το 2022 στο 47%!
***
Πρακτικά δηλαδή στην περίοδο κυβέρνησης Ν.Δ.-Μητσοτάκη ευημερούν οι αριθμοί, όσον αφορά την παραπληροφόρηση περί αυξήσεων, αλλά δυστυχούν οι άνθρωποι, οι μισθωτοί. Ανάλογη αλλά προς το χειρότερο είναι και η εικόνα των συνταξιούχων οι οποίοι πληθυσμιακά είναι αντίστοιχος αριθμός με τους μισθωτούς.
Όμως την ίδια περίοδο κάποιοι κερδίζουν από αυτά που χάνουν μισθωτοί και συνταξιούχοι. Είναι ο επιχειρηματικός τομέας ουσιαστικά οι μεγάλες επιχειρήσεις ντόπιες και ξένες. Ξεκινώντας από τις τράπεζες με τα δισεκατομμύρια των κερδών και τους επιχειρηματικούς ομίλους που κινούνται στην παρούσα περίοδο γύρω από την κυβέρνηση που τους εξυπηρετεί-υπηρετεί πλήρως σε όλα.
Καθημερινά βομβαρδιζόμαστε από ενημερώσεις για τεράστια ποσά κερδών και αύξηση της κερδοφορίας των επιχειρήσεων με τρελούς ρυθμούς. Και αυτό δεν είναι φαινόμενο του 2024 για τα εισοδήματα του προηγούμενου έτους. Είναι μια διαχρονική πραγματικότητα που ξεκινά από την περίοδο κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και έχει φθάσει στο απόγειό της την περίοδο της κυβέρνησης Ν.Δ. Μόνο για το 2022 τα κέρδη των 500 μεγαλύτερων ελληνικών επιχειρήσεων αυξήθηκαν κατά 75,5% και έφθασαν τα 25,1 δισ. ευρώ αντιπροσωπεύοντας το 12,2% του ονομαστικού ΑΕΠ της χώρας (1). Φυσικά με τόσο χαμηλούς μισθούς και με πληθωρισμό κερδών είναι απόλυτα φυσικό να υπάρχουν αυτά τα προκλητικά νούμερα. Αυτή είναι η κανονικότητα κατά την κυβέρνηση.
Μετά από όλα αυτά καταλήγουμε στο πραγματικό γεγονός της διανομής-αναδιανομής του εισοδήματος όπου οι μισθοί μειώνουν συνεχώς το ποσοστό συμμετοχής τους στο ΑΕΠ και τα κέρδη ενισχύουν την θέση τους. Μόνο το 2022, σύμφωνα με τον οργανισμό Greece in Figures, οι μισθοί στην Ελλάδα μείωσαν τη συμμετοχή τους κατά 2,1 εκατοστιαίες μονάδες στο ΑΕΠ ενώ αντίθετα τα κέρδη την αύξησαν κατά 1,8 μονάδες. Σύμφωνα με συγκρίσιμους υπολογισμούς του Οργανισμού, τα κέρδη στην Ε.Ε. στο διάστημα 2019-2023 αυξήθηκαν κατά 33% έναντι 30% των μισθών ενώ στην Ελλάδα τα αντίστοιχα ποσοστά ήταν 35% έναντι μόλις 14%.