Της Αριάδνης Αλαβάνου.
Διαβάζουμε στο Ριζοσπάστη (22/10) μια καταιγιστική κριτική για τη θέση της Ελεύθερης Αττικής (αντίσταση στο Μνημόνιο, στα τελεσίγραφα της Ε.Ε. και του ΔΝΤ, στις αντεργατικές πολιτικές) ως θέση διαχειριστική, που δεν «συγκρούεται με τη στρατηγική του κεφαλαίου».
Κατά τη γνώμη του, δεν συγκρούεται με τη στρατηγική του κεφαλαίου η μη φορολόγηση των εργαζομένων, η φορολόγηση των τραπεζών, η μη μεταφορά πόρων στις μνημονιακές δεσμεύσεις, η υπεράσπιση των κοινωνικών δικαιωμάτων, η καταπολέμηση της ανεργίας κ.ο.κ. Ταυτόχρονα διαβάζουμε στην ίδια εφημερίδα πρωτοσέλιδο:«Το περιφερειακό συμβούλιο πρέπει να ξεκινήσει με κριτική και αντίσταση στον πανελλαδικό σχεδιασμό για τη χρήση γης και τις πόλεις και με αφετηρία αυτή να δείξει τον άλλο δρόμο για την Αττική» (συνέντευξη Α. Παπαρήγα , 30/9). Και επίσης στην ίδια συνέντευξη: «Ο περιφερειάρχης ο δήμαρχος εκτός από το να διεκδικεί πρέπει και να διοικεί, να διοικεί διεκδικώντας. … Δεν θα κάνει μόνο συλλαλητήρια».
Αυτά, όμως, δεν είναι συνδιαχείριση. Ούτε, βέβαια, συνιστούν συνδιαχείριση οι –σωστές- θέσεις του Θ. Παφίλη, υποψήφιου του ΚΚΕ στην περιφέρεια Αττικής, ότι θα υπερασπίσει ως περιφερειάρχης τα δικαιώματα των εργαζομένων. Ποια είναι η διαφορά; Το ότι θα το κάνουν οι εκλεγμένοι του ΚΚΕ, οι οποίοι εκ φύσεως δεν είναι «διαχειριστές». Ενώ η αντίσταση στην κυβέρνηση από άλλους, «εκ φύσεως λιγότερο επαναστάτες» είναι «συνδιαχείριση» και άρα μη αποδεκτή. Στην ίδια συνέντευξη χαρακτηρίζεται «εμπαιγμός» η συμβολική φράση «ελεύθερη περιοχή από την τρόικα η Αττική». Οι του ΚΚΕ είναι έξυπνοι άνθρωποι και δεν μπορούν να πείσουν κανέναν ότι τάχαμου δεν κατάλαβαν, πολύ περισσότερο που η Ελεύθερη Αττική έχει κάνει λιανά τι εννοεί με το ελεύθερη. Το ίδιο ισχύει και με την «κατοχή από το ΔΝΤ». Και εδώ κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν, προκειμένου να οικοδομήσουν το συλλογισμό περί «συνεργασίας με την αστική τάξη για μια ανάπτυξη υπέρ των μονοπωλίων».
Όταν, μάλιστα, θέτουν ως κριτήριο για τα προγράμματα των αυτοδιοικητικών εκλογών «το ζήτημα της κοινωνικοποίησης των μέσων παραγωγής», τότε φωτίζεται ακόμη πιο πολύ το πόσο «συνδιαχειριστική» είναι η Ελεύθερη Αττική.
Όμως, πώς μπορεί να γίνει αποδεκτή μια άλλη δύναμη ως συνεπής, παρά τις συγγενείς θέσεις, τουλάχιστον στην τρέχουσα συγκυρία, όταν αυτό συγκρούεται με την αντίληψη της «μοναδικότητας» και τη στρατηγική που υποδηλώνει; Θα ήταν αντίφαση εν τοις όροις, και το ΚΚΕ θα όφειλε να αιτιολογήσει πειστικά γιατί επιλέγει αυτή τη μετωπική αντιπαράθεση με άλλες αριστερές δυνάμεις χρησιμοποιώντας επιχειρήματα και όχι αφορισμούς του τύπου «δεκανίκια της πλουτοκρατίας» που δεν πείθουν κανέναν.
Μία, δύο πολλές μοναδικότητες
Το ΚΚΕ δεν είναι μοναδικό στη… μοναδικότητά του. Μοναδική είναι και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ως επίσης και τα ψηφοδέλτιά της, όπως μαθαίνουμε από πλείστα όσα δημοσιεύματα της εφημερίδας Πριν. Εκεί διαβάζουμε, φερ’ ειπείν, το «Εμείς της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είμαστε κάτι άλλο» (Κ. Παπαδάκης, Πριν 24/10) ή το επίκαιρο οι συνδυασμοί της Αντικαπιταλιστικής Ανατροπής είναι οι μόνοι «αντι-ΕΕ, αντικαλλικρατικοί, αντισυνδιαχειριστικοί, αντικαπιταλιστικοί κοκ» (Δρίτσας Πριν 12/10). Σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα αυτή η μοναδικότητα λαμβάνει και μια μορφή δαρβινικού νόμου. «Τα ψηφοδέλτια της ΑΝΤΑΡΣΥΑ», γράφει ο Γ. Ελαφρός (24/10), «έχουν στο ίδιο τους το DNA …την εργατική απαίτηση για αντιμετώπιση των καυτών κοινωνικών προβλημάτων των εργαζομένων και εκφράζουν με τον πιο αποφασιστικό τρόπο το μίσος και την οργή του εργαζόμενου κόσμου για το σάπιο αστικό πολιτικό κατεστημένο». Στην ίδια λογική ο Α. Δραγανίγος, στο ίδιο φύλλο, μιλά για «τον έμφυτο ρεφορμισμό του χώρου» (κριτική στην Ελεύθερη Αττική). Η «φύση» καθορίζει την επαναστατική ιεραρχία, τι μπορούμε να κάνουμε εμείς παρά να υποκύψουμε και να βγάλουμε το καπέλο; Δεν μπορεί, όμως, κανείς να μη σχολιάσει και την ομοιότητα με την κριτική που ασκεί το ΚΚΕ. Και για την ΑΝΤΑΡΣΥΑ όταν η Ελεύθερη Αττική λέει πως θα αξιοποιήσει τους τοπικούς κρατικούς θεσμούς για να εφαρμόσει πολιτικές έξω και ενάντια στη λογική του Μνημονίου, αυτό συνιστά «δοκιμασμένη και αποτυχημένη φιλολαϊκή διαχείριση του κράτους» (εξαιρούνται βεβαίως οι δικοί της υποψήφιοι, π.χ. Πολλάκης στα Σφακιά, που δικαίως λέει ότι ο «δήμος δεν θα γίνει το μακρύ χέρι του κράτους» αν εκλεγεί ο συνδυασμός του), «παλιά σκέψη», εκκόλαψη νέων Λογοθέτηδων και λοιπών παρόμοιων (Δραγανίγος 24/10). Βεβαίως, όταν κανείς βάζει ως κριτήριο για τις τρέχουσες εκλογές το δικό του τελικό «επαναστατικό πρόγραμμα» πολλά κουσούρια θα βρει στους άλλους, μόνο που θα πρέπει να έχει το θάρρος να δεχθεί πως ισχύουν οι ίδιες κατηγορίες για τον ίδιο, όπως εκφράζονται εξ αριστερών του.
Αλλά εδώ σκοντάφτουμε στη «μοναδικότητα». Άμα είναι κανείς «ο μόνος» δεν τον αγγίζει τίποτε…