Ποιοι “διδάσκουν” ποιους
Του Γιώργου Παπαϊωάννου
Αρκετοί βιάστηκαν να μιλήσουν για μια «ήττα» του κινήματος στην αντιπαράθεσή του με την κυβέρνηση και την τρόικα. Ξεχνάμε, έτσι, πού βρισκόμασταν δύο μήνες πριν και πού σήμερα. Ξεχνάμε ότι οι κινητοποιήσεις που ξεκίνησαν στις 25 του Μάη ανάγκασαν τις Βρυξέλλες, τη Φρανκφούρτη αλλά και την Ουάσιγκτον να είναι σε απευθείας σύνδεση με την πλατεία Συντάγματος. Ξεχνάμε ότι ο θλιβερός «πρωθυπουργός» αναγκάστηκε σε κωμικοτραγικούς χειρισμούς, σε παραιτήσεις και επανακάμψεις, σε διευθετήσεις και εσωκομματικούς συμβιβασμούς για να αντιμετωπίσει τον αγωνιζόμενο κόσμο. Ξεχνάμε ότι οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ και όχι μόνο τριγυρνάνε σήμερα στα κανάλια και κλαψουρίζουν που δε μπορούν να βγουν από το σπίτι τους. Ξεχνάμε ότι τα «μεγάλα κανάλια» αναγκάστηκαν να πετάξουν στη μάχη κάθε προσωπείο που τους απέμενε και να μετατραπούν σε απογυμνωμένους κυβερνητικούς εκπροσώπους. Ξεχνάμε κυρίως ότι από αυτό το γύρο αντιπαράθεσης βγαίνει ένα τεράστιο δυναμικό κόσμου που έχει βγει από το σπίτι, έχει συζητήσει πολιτικά περισσότερο από ό,τι τα τελευταία 20 χρόνια μαζί, έχει εξοργιστεί με το πολιτικό προσωπικό, τους ξένους προστάτες, τα ΜΜΕ, τη βάρβαρη αστυνομία και δεν πρόκειται να γυρίσει εύκολα στην προηγούμενη κατάσταση.
Το Πολυτεχνείο ηττήθηκε το Νοέμβρη του 1973; Η εξέγερση του Πολυτεχνείου ξεφτίλισε τη δικτατορία, ακύρωσε την προσπάθειά της να φορέσει το σκούφο της Δημοκρατίας. Κυρίως άλλαξε σε μαζική κλίμακα τη συνείδηση του λαού. Η πτώση της δικτατορίας δεν ήρθε το Νοέμβρη αλλά μερικούς μήνες μετά, κάτω βέβαια από το βάρος και άλλων τραγικών γεγονότων. Αλλά η Ελλάδα θα ήταν διαφορετική μετά το καλοκαίρι του 1974, αν δεν υπήρχε ο Νοέμβρης του 1973. Η εξέγερση του Πολυτεχνείου τροφοδότησε το ριζοσπαστισμό της μεταπολίτευσης, ανάγκασε σε μια αποχουντοποίηση που θα αργούσε ή θα είχε άλλη έκταση και βάθος. Τίποτα δεν ήταν δεδομένο. Ο Πινοσέτ παραιτήθηκε σαν κύριος το 1990 παραμένοντας αρχηγός των ένοπλων δυνάμεων της Χιλής. Τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό το 2005 για φορολογικές υποθέσεις! Αλλά η δυναμική του Νοέμβρη τροφοδότησε και με νέες ιδέες και πρακτικές σε μαζικό επίπεδο. Ο Νοέμβρης δεν ήταν ακριβώς «εργατικός» (άλλη μια ρετσινιά των πλατειών), αλλά το κύμα οργάνωσης και αγώνων στα εργοστάσια μετά το 1974 χρωστάει μάλλον όχι λίγα στο αίμα που χύθηκε το 1973.
Μέχρι πρόσφατα αμφισβητούνταν από διάφορες πλευρές η ύπαρξη των «μαζικών διαθέσεων και διεργασιών». Σήμερα αυτές έχουν βγει στο προσκήνιο τόσο ορμητικά που κανείς δεν μπορεί να εξακολουθεί να μην τις βλέπει. Παραμένει όμως το ερώτημα αν θα υπάρξει η διάθεση όσων αναφέρονται στο «συνειδητό παράγοντα» να καταλάβουν με τι όρους και τρόπους θα συναντηθούν μαζί τους. Έτσι, ενώ βασικό ζητούμενο είναι η συνάντηση με το μαζικό λαϊκό ριζοσπαστισμό που έδειξε ότι μπορεί να αποτελέσει τεράστια πηγή αντίστασης, κομμάτια της Αριστεράς εξακολουθούν να αναπαράγουν τον εαυτό τους και τις συνήθειές τους, να μην βγάζουν αναγκαία συμπεράσματα, να εξακολουθούν στο δρόμο που πριν είχαν χαράξει.
Μπορεί κανείς σήμερα να νιώθει αυτάρκης σχετικά με τη συμβολή του στο ξεδίπλωμα της λαϊκής αντίστασης; Κι όμως, ήδη κομμάτια της Αριστεράς κατοχυρώνουν κάποια κλισέ κάνοντας έναν εύκολο και θετικό απολογισμό. Θεωρείται μεγάλη επιτυχία ότι συναντήθηκαν οι πλατείες με το οργανωμένο εργατικό κίνημα. Η πραγματικότητα είναι ότι χιλιάδες εργαζόμενοι κατέβαιναν στις πλατείες από την πρώτη μέρα, ενώ η είσοδος του «οργανωμένου εργατικού κινήματος» με τα πανό και τις υπογραφές των σωματείων ποτέ δεν έπαψε να αφορά συγκεκριμένες και περιορισμένες πολιτικές και συνδικαλιστικές κατηγορίες. Θεωρείται επιτυχία η 48ωρη απεργία, επειδή τα βιβλία λένε ότι είναι ανώτερη μορφή από την 24ωρη, ενώ δεν υπάρχει κανένας απολογισμός αυτής της επιτυχίας και κανένα πραγματικό επιχείρημα για το πού ακριβώς συνέβαλε στην «άνοδο του κινήματος». Θεωρείται μεγάλη συνεισφορά η «εισαγωγή», για παράδειγμα, του συνθήματος «Δεν χρωστάμε, δεν πληρώνουμε, δεν πουλάμε», αλλά, αν μιλήσουμε στη σφαίρα του συγκεκριμένου και του μετρήσιμου, δεν είναι εύκολο κανείς να διακρίνει τι είδους πολιτικές μετατοπίσεις ή ανώτερες ποιότητες δημιούργησε.
Προτάσεις που ξαναπέφτουν στο τραπέζι για κάποιο αριστερό μέτωπο ή για ένα αριστερό ριζοσπαστικό μέτωπο δεν φαίνεται να βάζουν στο κέντρο της συζήτησης τα πραγματικά προβλήματα, τις πραγματικές αντιθέσεις που πρέπει να λυθούν, τα ζητήματα που είναι στο κέντρο της μαζικής αναφοράς και συζήτησης. Καταρχήν, αν ισχύουν οι αναλύσεις και οι περιγραφές που οι περισσότεροι κάνουν για το εύρος των κοινωνικών στρωμάτων που χτυπιούνται, τότε μάλλον είναι αναγκαίο ένα μέτωπο πολύ πιο ευρύ και πλατύ από την Αριστερά.
Ένα νέο πρωτότυπο και πολύμορφο μέτωπο αντίστασης και αλληλεγγύης που να μπορεί να δώσει απάντηση στις καταστάσεις που θα ζήσουμε και που πραγματικά η δυσκολία και η σκληρότητά τους δεν θα έχουν προηγούμενο στην πρόσφατη ιστορία της χώρας. Αν αυτό το μέτωπο θα έχει μια πρωτοπορία δυνάμεων που κοινωνικά και πολιτικά θα θέτουν πιο προχωρημένα ζητήματα, αυτή είναι μια άλλη μεγάλη συζήτηση που αφορά ένα σύγχρονο επαναστατικό και κομμουνιστικό φορέα, αλλά δεν φαίνεται κανείς να προσδιορίζει ότι αναφέρεται σε αυτή την πλευρά. Έτσι, η συζήτηση περί ενότητας της Αριστεράς, χωρίς προσδιορισμούς, χωρίς υπερβάσεις αλλά και χωρίς συγκεκριμένες πρωτοβουλίες μοιάζει πιο πολύ με γενική έκκληση σωτηρίας παρά με ελπιδοφόρα πρόταση.
Καμιά ελπίδα δε μπορεί να γεννηθεί αν δε συναντηθούν με τις μαζικές διαθέσεις, δυνάμεις με πραγματική όρεξη και διάθεση να υπηρετήσουν το λαό. Η «υπηρέτηση του λαού», βέβαια, σήμερα φαίνεται να κατηγορείται κι αυτή σαν μια προβληματική αφομοίωση με τις μάζες ή σαν «ρούφηγμα από την πλατεία». Αυτό που ξεχνιέται είναι ότι τα βασικά πολιτικά ζητήματα που έθεσε ο λαϊκός παράγοντας είναι στην πραγματικότητα πιο προχωρημένα από τις συνήθειες του οργανωμένου παράγοντα. Αναπαράγεται έτσι μια νέα εκδοχή πλατφορμισμού και οικονομισμού, μακριά από όσα έθεσαν οι ίδιες οι «μάζες». Είναι δυνατόν σήμερα να εξακολουθούμε, για παράδειγμα, να αγνοούμε την εκκωφαντική κραυγή για πολιτική και οικονομική ανεξαρτησία της χώρας;
Να αναζητήσουμε, λοιπόν, τα πιο προωθημένα, τα πλέον προαγωγικά από τα ζητήματα που τέθηκαν. Να επιδιώξουμε τη συναίρεσή τους και την ενότητα όλων των αγωνιστικών πρωτοβουλιών γύρω από αυτά.
Να μην ξεχνάμε ότι οι ενότητες ανάμεσα στα κόμματα της Αριστεράς θα πρέπει να περιλαμβάνουν και σημαντικά κομμάτια του υπαρκτού αγωνιζόμενου κόσμου. Αλλιώς η χρησιμότητά τους, αν υπάρχει, θα εξαντληθεί γρήγορα κάτω από την πίεση πρωτόγνωρων καταστάσεων. Κάθε νέα προσπάθεια οικοδόμησης είναι καλοδεχούμενη, αλλά καμιά δε μπορεί να γίνει με τα παλιά υλικά τη στιγμή που η κοινωνία προσφέρει ένα τεράστιο πλούτο από υλικά νέα και επικίνδυνα.
Σχόλια