«O Τραμπ προκαλεί κρίση στο G7 επιτιθέμενος στους συμμάχους μας και αγκαλιάζοντας τη Ρωσία» (USA Today)
«Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ άρχισε πόλεμο με τους καλύτερους ανθρώπους στη γη» (Wall Street Journal)
«Η Σύνοδος πήγαινε καλά, μέχρι που ο Τραμπ τρελάθηκε» (Vox)
«O Τραμπ επιχειρεί να καταστρέψει τη Δύση» (New York Times)
«Το απόλυτο χάος του Τραμπ στη σύνοδο των G7» (CNN)
«Ο Τραμπ τα κάνει λίμπα στο G7» (Financial Times)
Και μόνο οι τίτλοι των μεγαλύτερων βορειοαμερικανικών ΜΜΕ σχετικά με την πρόσφατη σύνοδο των 7 πλουσιότερων δυτικών δυνάμεων στον Καναδά αρκούν για να διαπιστώσει κανείς ότι ο εμφύλιος των ελίτ στις ΗΠΑ καλά κρατεί – όπως και η συστημική ενδόρρηξη σε διεθνές επίπεδο. Αλλά και ότι ο Τραμπ αγνοεί τις «προειδοποιήσεις» και επιμένει στην προώθηση της πολιτικής του, ουσιαστικά ανατινάζοντας την παλιού τύπου παγκοσμιοποίηση καθώς διεκδικεί μια διαφορετική μοιρασιά, που θα δώσει ανάσα στην παραπαίουσα οικονομία των ΗΠΑ [βλ. πλαίσιο]. Στα πλαίσια αυτής της πολιτικής ευνοεί τα πιο «παραγωγικά» τμήματα της άρχουσας τάξης, ευελπιστώντας ότι έτσι θα μπορέσει να υλοποιήσει μέρος έστω των προεκλογικών του υποσχέσεων προς την λευκή εργατική και μεσαία τάξη που τον στήριξε. Από το «Πρώτα η Αμερική» χαμένη βγαίνει κυρίως η χρηματοπιστωτική ελίτ, που είχε ξεφαντώσει με την παγκοσμιοποίηση – και αντιμετωπίζει τον πρόεδρό «της» ως ξένο και επικίνδυνο σώμα, από το οποίο πρέπει να απαλλαγεί.
Κατά μία έννοια, η στάση του Τραμπ στη σύνοδο του G7 ερμηνεύεται σωστά από τους ενδοσυστημικούς αντιπάλους του – το απόσπασμα που ακολουθεί είναι των Financial Times: «Ο κύριος Τραμπ σαφώς και δεν σέβεται το G7 ως μια ομάδα των οικονομικά ανεπτυγμένων δημοκρατιών. Επιπλέον, διέσπασε τη συναίνεση που είχε πετύχει η ομάδα μετά την προσάρτηση της Κριμαίας, αφού θέλει να επαναφέρει σ’ αυτήν τη Ρωσία. Υπό την ηγεσία του κυρίου Τραμπ, η Αμερική κατέστη ένα κράτος παρίας(!). Το G6 και τα υπόλοιπα κράτη που σκέπτονται με παρόμοιο τρόπο πρέπει να συσπειρωθούν στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, ώστε να καταπολεμήσουν τον προστατευτισμό και να κρατήσουν λειτουργικό τον μηχανισμό της διεθνούς συνεργασίας ώσπου, ελπίζουμε, η λογική να επιστρέψει στον Λευκό Οίκο».
«Μου χρωστάτε»
Αν και είναι αμφίβολο το κατά πόσο οι προστατευτικοί δασμοί θα καταφέρουν να παράσχουν οξυγόνο στην οικονομία, ο Αμερικανός πρόεδρος έχει βγάλει το τεφτέρι και ζητά την εξόφληση ακόμη και παλιών λογαριασμών. Παράδειγμα, οι εκβιαστικές παραινέσεις της Ουάσιγκτον προς τα κράτη μέλη του ΝΑΤΟ να αυξήσουν τις στρατιωτικές δαπάνες τους – με τον Τραμπ να επισημαίνει ότι οι ΗΠΑ ξόδεψαν τεράστια ποσά για να υπερασπίζονται τον υπόλοιπο δυτικό κόσμο από τον «κομμουνισμό» παλιότερα και την «τρομοκρατία» πρόσφατα, ενώ την ίδια στιγμή η Γερμανία, η Ιαπωνία κ.ά. επένδυαν στην οικονομία τους και τολμούσαν να ανταγωνίζονται τις ΗΠΑ. Χαρακτηριστικό είναι το παράπονό του, ότι οι ΗΠΑ έφεραν δυσανάλογο βάρος στην επιχείρηση «απελευθέρωσης» του Ιράκ, αλλά οι άλλες δυτικές δυνάμεις πήραν μεγαλύτερη λεία…
Η σύγχυση που έχει προκαλέσει ο ιδιότυπος νέος αμερικανικός εμφύλιος αντανακλάται βέβαια και στις αντιφατικές πολιτικές των ΗΠΑ – για παράδειγμα, συνέχιση της περικύκλωσης της Ρωσίας, αλλά και διάθεση προσωρινής έστω συνδιαλλαγής με τον Πούτιν. Ίσως στο βάθος να κρύβεται ο μεγαλύτερος φόβος που προκαλεί το Πεκίνο. Σε κάθε περίπτωση, αυτοί που πληρώνουν τώρα τη νύφη, σε οικονομικό και εμπορικό τουλάχιστον επίπεδο, είναι οι… σύμμαχοι: από τον Καναδά και την Ε.Ε. μέχρι την Ιαπωνία και την Αυστραλία. Αποτέλεσμα, στη σύνοδο των 7 τελικά δεν κρατήθηκαν ούτε τα προσχήματα: ανταλλάχθηκαν βαριές προσβολές και δεν εκδόθηκε ούτε καν ένα γενικόλογο κοινό ανακοινωθέν.
Τώρα μάλιστα ο Τραμπ δηλώνει ότι θα επιβάλει υψηλούς δασμούς και στις εισαγωγές αυτοκινήτων, πλήττοντας ευθέως την ευρωπαϊκή (κυρίως γερμανική) αυτοκινητοβιομηχανία. Τα δε αντίποινα των πληττόμενων ακόμη είναι υπό μελέτη και μάλλον αστεία: δασμοί σε μπλουτζίν και… Χάρλεϊ Ντάβιντσον. Γαβγίζουν πολύ οι ριγμένοι εταίροι και οι συνεταίροι τους εντός των ΗΠΑ, αλλά μέχρι στιγμής δεν δαγκώνουν – μόνο παριστάνουν τις Κασσάνδρες, προειδοποιώντας ότι τελικά θα πληγεί (και) η αμερικανική αυτοκινητοβιομηχανία. Το πρόβλημα είναι ότι την Κασσάνδρα κανείς δεν την πίστευε, πόσο μάλλον ο Τραμπ, που μπορεί και να μην ξέρει καν τον μύθο…
Ο Τραμπ επιλέγει να απαντήσει στην κρίση τινάζοντας στον αέρα τις παλιές συμφωνίες και επιδιώκοντας την επιβολή νέων εμπορικών και οικονομικών σχέσεων και στο εσωτερικό πλέον αυτού καθαυτού του δυτικού μπλοκ
Ποιο ελεύθερο εμπόριο;
Το πρόβλημα της Δύσης που δύει δεν είναι οι παλιές «ζαβολιές» μεταξύ κατεργαραίων, αλλά ότι ο Τραμπ επιλέγει να απαντήσει στην κρίση τινάζοντας στον αέρα τις παλιές συμφωνίες και επιδιώκοντας την επιβολή νέων εμπορικών και οικονομικών σχέσεων και στο εσωτερικό πλέον αυτού καθαυτού του δυτικού μπλοκ – με ριγμένους ακόμη και στενούς συμμάχους της Ουάσιγκτον. Αυτή άλλωστε ήταν και η υπόσχεσή του: «Πρώτα η Αμερική», κι όχι συνολικά η Δύση. Ο Τραμπ, με χοντροκοπιά που δεν συνηθιζόταν στις διεθνείς σχέσεις, μιλά στους εταίρους του χωρίς φιοριτούρες: «Αρκετά σας βοηθήσαμε, τώρα ήρθε η ώρα να μας ξοφλήσετε». Κι αν αυτό σημαίνει ότι για να αναζωογονηθεί η αμερικανική βιομηχανία και απασχόληση θα πληγούν Ευρωπαίοι, Καναδοί, Ιάπωνες και άλλοι, τόσο το χειρότερο γι’ αυτούς.
Στην πραγματικότητα δεν κάνει κάτι πολύ διαφορετικό από αυτά που έκαναν στο παρελθόν οι εταίροι του, επιδοτώντας τη δική τους παραγωγή ή/και επιβάλλοντας υπέρογκους δασμούς στους εμπορικούς ανταγωνιστές τους – ενίοτε περιλαμβανομένων των ΗΠΑ. Μέχρι πρόσφατα οι «απαντήσεις» της Ουάσιγκτον ήταν politically correct: ας θυμηθούμε την αποκάλυψη των πλαστών στοιχείων για τη ρύπανση που προκαλούν τα γερμανικά αυτοκίνητα. Όμως το politically correct αποτελεί παρελθόν, και μαζί του η εποχή που το «ελεύθερο» εμπόριο (όχι και τόσο ελεύθερο στην πραγματικότητα – εκτός κι αν αφορούσε την επιβολή του σε εξαρτημένες χώρες και σε νεοαποικίες της Δύσης) θεωρούνταν μονόδρομος. Φτάνουμε έτσι στην παρουσίαση ενός Αμερικανού προέδρου περίπου ως ψυχοπαθούς ταραχοποιού, και στις ως τώρα αποτυχημένες απόπειρες να του επιβληθεί έλεγχος από το Κογκρέσο για το αν, ποιους και πόσους προστατευτικούς δασμούς θα επιβάλει.
Ο σώζων εαυτόν σωθήτω
Παρόλο που το μερίδιο των ΗΠΑ στην παγκόσμια οικονομία έχει σχεδόν υποδιπλασιαστεί, αυτό επιβαρύνει μόνο τα μεσαία και φτωχά λαϊκά στρώματα – κατά τα άλλα, οι ήδη ζάπλουτοι τρώνε λαίμαργα όλο και μεγαλύτερα κομμάτια από μια συρρικνωμένη πίτα. Έτσι, σήμερα το πλουσιότερο 1% των ΗΠΑ συγκεντρώνει το 40% του συνολικού πλούτου (και πάνω από 80% το πλουσιότερο 10%). Και ενώ όλοι μιλούν για μια «αναζωογονημένη οικονομία», σχεδόν τα μισά νοικοκυριά δεν μπορούν να καλύψουν επαρκώς τις βασικές ανάγκες τους (τροφή, στέγη, περίθαλψη) και 41.000.000 Αμερικανοί πολίτες ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Η ανισότητα παροξύνεται: το 1965 η σχέση της αμοιβής ενός διευθύνοντος συμβούλου (CEO) προς τους εργαζόμενους της επιχείρησής του ήταν 25:1 (εθνικός μέσος όρος). Σήμερα ο εθνικός μέσος όρος έχει φτάσει το… 339:1 σύμφωνα με κυβερνητικά στοιχεία, ή 361:1 σύμφωνα με τα στοιχεία της συνδικαλιστικής ομοσπονδίας AFL-CIO! Οι διαφωνίες εντός των ελίτ σχετικά με το πώς θα ανακοπεί η διεθνής υποβάθμιση, αλλά και πώς θα διαχειριστούν τη μαζική δυσαρέσκεια, αποτελούν βασική πηγή της συστημικής ενδόρρηξης – που εκδηλώνεται με εμφύλιο πόλεμο εντός των ελίτ των ΗΠΑ και με εξαπόλυση ενός εμπορικού πολέμου μεταξύ εταίρων, σε ένα φόντο γεωπολιτικής αταξίας.