Ένας 35χρονος βουλευτής ονόματι Χουάν Γκουαϊντό ανέλαβε πρόσφατα την προεδρία της βουλής της Βενεζουέλας. Και την Τρίτη αυτοανακηρύχθηκε «μεταβατικός πρόεδρος» της χώρας στη διάρκεια μιας διαδήλωσης της δεξιάς αντιπολίτευσης στο Καράκας. Λίγα λεπτά αργότερα ο πρόεδρος των ΗΠΑ, που προφανώς ανέμενε την υλοποίηση των εντολών του με το χέρι στο πληκτρολόγιο του κινητού τηλεφώνου του, δήλωσε με ένα από τα γνωστά τιτιβίσματά του στο twitter ότι οι ΗΠΑ αναγνωρίζουν τον Γκουαϊντό ως μόνο νόμιμο πρόεδρο της Βενεζουέλας. Κι αμέσως μετά ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου πρόσθεσε ότι «εξετάζουμε όλους τους πιθανούς τρόπους για την εκδίωξη του δικτάτορα Μαδούρο».
Μέσα σε λίγες ώρες τον Γκουαϊντό αναγνώρισαν και οι χώρες της «Ομάδας της Λίμα» (με τη σημαντική εξαίρεση του Μεξικού), με πρώτους-πρώτους τους ακροδεξιούς προέδρους της Βραζιλίας Μπολσονάρου και της Κολομβίας Μάρκεζ. Ακολούθησε, την Τετάρτη, ο… πολύ εναλλακτικός πρωθυπουργός του Καναδά Τριντό. Το βράδυ της ίδιας μέρας τιτίβισε την υποστήριξή του στον Γκουαϊντό και ο δημοκράτης πρόεδρος του Συμβουλίου της Ε.Ε. Τουσκ, που κάλεσε τα κράτη μέλη της Ε.Ε. να τον αναγνωρίσουν (με πενιχρά αποτελέσματα μέχρι την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές: τον «μεταβατικό πρόεδρο» αναγνώρισε επίσημα μόνο το… Κόσοβο).
Το προηγούμενο του 2002 και το διαφορετικό παρόν
Το ίδιο σκηνικό είχε επαναληφθεί και το 2002, όταν είχε εκδηλωθεί το πραξικόπημα κατά του Τσάβες μετά από πολύνεκρες συγκρούσεις μεταξύ υποστηρικτών της κυβέρνησης και οπαδών της δεξιάς αντιπολίτευσης: ένα άλλο ενεργούμενο των ΗΠΑ, ο επιχειρηματίας και οικονομολόγος Πέντρο Καρμόνα, είχε ορκιστεί ως «μεταβατικός πρόεδρος». Και είχαν σπεύσει να τον αναγνωρίσουν ΗΠΑ και Ε.Ε. Όμως εκείνο το πραξικόπημα απέτυχε, ο Καρμόνα διέφυγε (πού αλλού;) στην Κολομβία, και το όνομά του το σκέπασε η λήθη. Θα θυμάται κάποιος τον Γκουαϊντό μετά από 15-20 χρόνια, και πώς; Κανείς δεν ξέρει… Το σίγουρο είναι ότι η απόπειρα πραξικοπήματος που βρίσκεται τώρα σε εξέλιξη πραγματοποιείται σε εντελώς διαφορετικές συνθήκες από αυτές του 2002.
Σε εσωτερικό επίπεδο, εδώ και χρόνια η βενεζουελάνικη κοινωνία υποφέρει από μια οξεία οικονομική και πολιτική κρίση, της οποίας οι αιτίες έχουν αναλυθεί εκτενώς σε προηγούμενα άρθρα και αφιερώματα του Δρόμου Το αποτέλεσμα είναι οι πολίτες να έχουν χωριστεί σε τρία περίπου ισάριθμα μέρη: ένα τρίτο υποστηρίζει την κυβέρνηση, ένα τρίτο την αντιπολίτευση, και στη μέση βρίσκεται ένας όγκος πολιτών που παλαντζάρει από το ένα μπλοκ στο άλλο ή απλά προσπαθεί να επιβιώσει. Ήταν η αυξανόμενη αντίθεση αυτού του «ενδιάμεσου» τμήματος στις όλο και πιο βίαιες κινητοποιήσεις της φιλοδυτικής αντιπολίτευσης που τελικά κράτησε όρθια την κυβέρνηση πέρσι, και της έδωσε τέσσερις εκλογικές επιτυχίες, παρά την τραγική οικονομική κατάσταση.
Περιφερειακές περιπλοκές και γεωπολιτική διάσταση
Αλλά και σε περιφερειακό επίπεδο το 2019 δεν θυμίζει σε τίποτα το 2002. Τότε ήταν μια περίοδος ορμητικής ανόδου των λατινοαμερικάνικων κοινωνικών κινημάτων, που έπαιζαν ρόλο καταλύτη στο σχηματισμό μεγάλων κοινωνικών μπλοκ τα οποία επεδίωκαν (και πετύχαιναν) την άνοδο προοδευτικών κυβερνήσεων σε μια σειρά χώρες της υποηπείρου. Σήμερα, είτε μέσω εκλογών είτε μέσω πραξικοπημάτων (όπως αυτό που καθοδήγησε η τότε ΥΠΕΞ Χίλαρι Κλίντον στην Ονδούρα), το χρώμα της Λατινικής Αμερικής έχει σκουρύνει δραματικά. Η νίκη του Μπολσονάρου στη Βραζιλία ήταν το κερασάκι στην τούρτα μιας πορείας επιστροφής στις σκοτεινές εποχές που η υποήπειρος θεωρούνταν η «πίσω αυλή» της Ουάσιγκτον.
Τώρα ο Τραμπ επιχειρεί να κλείσει έστω και προσωρινά μια σειρά αγκαθωτά, για τις ΗΠΑ, μακρινά μέτωπα – με πιο χτυπητά παραδείγματα τις προσπάθειες συνδιαλλαγής στην κορεατική χερσόνησο και απεγκλωβισμού από τη συριακή σύρραξη. Είναι πιθανό η πολιτική επιθετικής αναδίπλωσης που εκφράζεται μέσα από το δόγμα «Πρώτα η Αμερική» (το οποίο συναντά λυσσαλέα αντίσταση από ισχυρές μερίδες του βορειοαμερικανικού κατεστημένου) να επικεντρώνει τώρα στην οριστική ανάκτηση της πίσω αυλής των ΗΠΑ. Πρόκειται εξάλλου για μία από τις ελάχιστες κινήσεις του Τραμπ που υποστηρίζεται με ενθουσιασμό από όλο το βορειοαμερικανικό κατεστημένο. Διότι τυχόν επιβολή ενός φιλοαμερικάνικου καθεστώτος στη Βενεζουέλα θα είναι καθοριστική για την «επιστροφή στην τάξη» ολόκληρης της Λατινικής Αμερικής – στόχο που μοιράζονται τόσο οι Ρεπουμπλικάνοι όσο και οι Δημοκρατικοί. Και θα προσφέρει σημαντικά στρατηγικά πλεονεκτήματα στην Ουάσιγκτον – αρκεί κανείς να σκεφτεί ότι η Βενεζουέλα διαθέτει τα μεγαλύτερα παγκοσμίως αποθέματα πετρελαίου αλλά και άλλων πολύτιμων πρώτων υλών.
Τυχόν επιβολή ενός φιλοαμερικάνικου καθεστώτος στη Βενεζουέλα θα είναι καθοριστική για την «επιστροφή στην τάξη» ολόκληρης της Λατινικής Αμερικής – στόχο που μοιράζονται τόσο οι Ρεπουμπλικάνοι όσο και οι Δημοκρατικοί
Πώς θα αντιδράσουν σε αυτή τη συγκεκριμένη κίνηση της βορειοαμερικανικής «επιθετικής αναδίπλωσης» οι παγκόσμιοι ανταγωνιστές των ΗΠΑ; Αναφερόμαστε καταρχήν στη Ρωσία, που πρόσφατα συμφώνησε με τον Μαδούρο την ελάφρυνση του βενεζουελάνικου χρέους, και στην Κίνα, που επίσης πρόσφατα ανήγγειλε τη χορήγηση μεγάλου δανείου προς τη Βενεζουέλα. Η Μόσχα θα μπορούσε να επιχειρήσει μια πιο δυναμική στήριξη του Καράκας, ώστε η Ουάσιγκτον να το ξανασκεφτεί. Το δε Πεκίνο, που έχει διεισδύσει δυναμικά σε όλη την υποήπειρο χωρίς να κάνει… πολιτικές διακρίσεις, θα μπορούσε να πιέσει απευθείας μια σειρά λατινοαμερικάνικες χώρες. Μέχρι τώρα όμως δεν έχει διαφανεί αν και πόσο Ρωσία και Κίνα θα κινηθούν σε μια τέτοια κατεύθυνση.
ΗΠΑ: «Δεν φεύγουμε»!
Άλλοι παράγοντες που θα μπορούσαν να αποτελέσουν αποτελεσματικό αντίβαρο στην απόπειρα πραξικοπήματος θα ήταν ο βαθμός αποφασιστικότητας της βενεζουελάνικης κυβέρνησης, ο βαθμός νομιμοφροσύνης των στρατιωτικών και, διόλου τελευταίο σε σημασία, η κινητοποίηση του λαϊκού μπλοκ που –κριτικά ή όχι– στηρίζει ακόμη την κυβέρνηση και απεχθάνεται ακόμη και την ιδέα ξένης επέμβασης. Οι πρώτες αντιδράσεις αφήνουν να τρεμοφέγγει κάποιο φως στο βάθος του τούνελ. Καταρχήν η στρατιωτική ηγεσία δήλωσε την αφοσίωσή της (δεν είναι βέβαια η πρώτη φορά που Λατινοαμερικάνοι στρατιωτικοί το… ξανασκέφτονται), και ο Μαδούρο διέκοψε τις διπλωματικές σχέσεις με τις ΗΠΑ.
Όμως εδώ έχουμε άλλη μια διεθνή πρωτιά των ΗΠΑ ως πειρατικής υπερδύναμης: προχθές ο Αμερικανός ΥΠΕΞ Μάικ Πομπέο δήλωσε ότι οι Αμερικανοί διπλωμάτες δεν θα φύγουν από τη Βενεζουέλα (είχαν προθεσμία 72 ωρών μετά τη διακοπή των διπλωματικών σχέσεων) και προειδοποίησε τις αρχές της χώρας «να μην τολμήσουν να τους θέσουν σε κίνδυνο, αλλιώς θα υποστούν τις συνέπειες»! Άρα σε μια κατάσταση όπου και οι δύο πλευρές αποκλείουν μια συνδιαλλαγή, το «πεζοδρόμιο» μπορεί να γύρει την πλάστιγγα προς τη μία ή την άλλη πλευρά.
Από την πρώτη μέρα της απόπειρας πραξικοπήματος, εκατοντάδες χιλιάδες Βενεζουελάνοι διαδηλώνουν κατά της αντιπολίτευσης και των ΗΠΑ. Αν συνεχίσουν να το κάνουν, κι αν η κοινωνία αντέξει μια ακόμη αιματηρή σύγκρουση, κι αν ρίξει πάλι την ευθύνη γι’ αυτήν στο φιλοδυτικό στρατόπεδο… η κυβέρνηση μπορεί να επιβιώσει. Βέβαια τα «αν» είναι πολλά, κι ακόμη περισσότερα είναι αυτά που θα πρέπει να γίνουν για να αντιμετωπιστεί η ρίζα του κακού. Σε περίπτωση που υπάρξει άλλη μια ευκαιρία ριζικού αναπροσανατολισμού της μέχρι τώρα πολιτικής και αφεθεί να περάσει ανεκμετάλλευτη, θα είναι η τελευταία. Διότι η συνέχιση του ίδιου μοντέλου (οικονομία εξαγωγής πρώτων υλών και διαρκείς πολιτικοί συμβιβασμοί) δεν έχει μέλλον.