Με υπογραφή του, μέχρι χτες, υπουργού Παιδείας Κ. Πιερρακάκη προχωρά η πρώτη απόλυση εκπαιδευτικού για συνδικαλιστικούς λόγους μετά τη Χούντα. Πιο συγκεκριμένα, η εκπαιδευτικός Χρύσα Χοτζόγλου οδηγείτε σε δυνητική αργία παρά την ομόφωνη απόφαση του πειθαρχικού συμβουλίου περί του αντιθέτου. Το έγκλημα της ότι μαζί με συναδέλφους και μαθητές της συμμετείχε σε κινητοποιήσεις ενάντια στην αξιολόγηση. Δεν έχουμε να κάνουμε με μεμονωμένο γεγονός: χιλιάδες εκπαιδευτικοί σε όλη τη χώρα βρίσκονται αντιμέτωποι με διώξεις και πειθαρχικά γιατί αντιστέκονται στην αξιολόγηση, που στην πράξη σημαίνει κατηγοριοποίηση των σχολείων αλλά και των μαθητών, εντείνοντας την πολιτική των περιθωριοποιήσεων και της υποβάθμισης. Έφτασαν στο σημείο να στείλουν ακόμη και αστυνομικούς μέσα στις τάξεις, για να επιδώσουν πειθαρχικά εν ώρα μαθήματος.
Άλλωστε από την πλευρά της κυβέρνησης το ζήτημα των απολύσεων (άρση της μονιμότητας το λένε) έχει ανοίξει με τον πλέον επίσημο τρόπο ως μέρος της συνταγματικής αναθεώρησης και όχι ως δημοσιονομικός καταναγκασμός (όπως οι προσπάθειες που έγιναν με τη διαθεσιμότητα χιλιάδων δημοσίων υπαλλήλων το μακρινό 2012). Πρόκειται για μια επιθετική κίνηση που στόχο έχει να ανατρέψει κάθε εργασιακό κεκτημένο, εμπεδώνοντας και την ιδεολογική επίθεση σε κάθε τι δημόσιο. Η κυβέρνηση βάζει ως προμετωπίδα της «εκσυγχρονιστικής» της πολιτικής το τρίπτυχο αξιολόγηση, μονιμότητα στο δημόσιο, ιδιωτικά πανεπιστήμια. Στόχος τους ένα υποβαθμισμένο δημόσιο, όπου θα ενισχύονται μόνο οι επιτελικές και κατασταλτικές λειτουργίες του, με ό,τι μένει έξω από αυτές να γίνεται βορά στις ιδιωτικές μπίζνες.
Τι σημαίνει όμως ένα σχολείο υποβαθμισμένο, αποστειρωμένο με πειθαρχημένους δασκάλους; Για τις αξιολογήσεις και τους αξιολογητές μπορεί να μοιάζει με ιδανικό σενάριο, όμως για τους μαθητές, την εκπαιδευτική κοινότητα, την κοινωνία συνολικότερα αν χαθεί αυτή η φλόγα που θέλει τη γνώση να πηγαίνει χέρι-χέρι με την αμφισβήτηση και το νοιάξιμο για τους άλλους, μάλλον μιλάμε για μια τραγωδία. Η κυβέρνηση προωθεί μεθοδικά ένα τέτοιο σχολείο, επιδιώκοντας να φέρει μαθητές και εκπαιδευτικούς, ιδέες και διαδικασίες στα μέτρα του. Ο «κουρασμένος», «τυπικός», «απογοητευμένος» εκπαιδευτικός τείνει να γίνει κανόνας, σε μια συνθήκη όπου οι τυπικοί στόχοι, οι έλεγχοι των επιθεωρητών, η γραφειοκρατία και η ακαμψία της τείνουν να γίνουν καθεστώς. Και όμως μέσα σε αυτές τις συνθήκες το σχολείο βρίσκει τρόπους να αντιστέκεται, στον αγώνα για ένα καλύτερο δημόσιο σχολείο, στην ανθρωπιά και την αλληλεγγύη, στη δημιουργικότητα και τη συλλογική προσπάθεια. Και έρχονται οι υπουργοί, οι αυτοδιαφημιζόμενοι «άριστοι», με ένα «αποφασίζουμε και διατάζουμε», να τιμωρήσουν όσους δεν συμμορφώνονται και επιμένουν να βλέπουν το σχολείο, τους μαθητές τους, την εκπαιδευτική κοινότητα, το καθήκον τους προς τους νέους και την κοινωνία, αλλιώς.
Μ.Α.
«Θέλουν να επιβάλουν σιγή νεκροταφείου»
Χρύσα Χοτζόγλου, μέλος της ΕΛΜΕ Πειραιά και διωκόμενη
Μιλήσαμε με την Χρύσα Χοτζόγλου, μέλος της ΕΛΜΕ Πειραιά και διωκόμενη για τη συνδικαλιστική δράση της. Για τους λόγους της δίωξης, το κίνημα αλληλεγγύης και τον αγώνα απέναντι στα κυβερνητικά σχέδια τρομοκράτησης των εκπαιδευτικών και απαξίωσης του δημόσιου σχολείου.
Γιατί η κυβέρνηση προχωρά τώρα σε αυτή την αυταρχική κίνηση;
Η κυβέρνηση ήθελε από την αρχή να ανοίξει τον δρόμο των απολύσεων στο δημόσιο σχολείο. Γι’ αυτό ο υπουργός κάλεσε το αρμόδιο όργανο να συνεδριάσει και να γνωμοδοτήσει. Όλοι τους όμως βρέθηκαν αντιμέτωποι με ένα τεράστιο τείχος προστασίας από χιλιάδες εκπαιδευτικούς αλλά και αλληλέγγυους οι οποίοι, στις 23 του Οκτώβρη, ημέρα ακρόασής μου στο Πειθαρχικό Συμβούλιο, βρέθηκαν στο δρόμο και φώναξαν για να παύσουν όλες οι διώξεις και η τρομοκρατία ενώ στη συνέχεια πορεύτηκαν μέχρι το Σύνταγμα όπου και ενώθηκαν με τους υπόλοιπους απεργούς-διαδηλωτές. Έτσι, η κυβερνητική επιδίωξη αναβλήθηκε για ένα μικρό διάστημα μέχρις ότου να αξιοποιηθεί αποτελεσματικά αυτό το τρομοκρατικό κατασταλτικό εργαλείο του συστήματος.
Στη σημερινή συγκυρία, που ο λαός και η νεολαία βρίσκονται στις πλατείες και τους δρόμους, κόντρα στην καταστολή και την κρατική τρομοκρατία, η κυβέρνηση αδύναμη να περιορίσει τη λαϊκή δυσαρέσκεια για το κρατικό έγκλημα των Τεμπών, επιλέγει τη φυγή προς τα εμπρός. Και επειδή δεν έχει τίποτα το θετικό να τους υποσχεθεί, κανένα αφήγημα δεν γίνεται πια πιστευτό, επιστρατεύει τις διώξεις απέναντι σε λαϊκούς αγωνιστές. Στόχος της να επιβάλλει τη σιγή νεκροταφείου απέναντι σε όποιον παλεύει για τα δίκια του λαού μας ολόκληρου.
Ποια η στάση συναδέλφων, μαθητών και γονέων απέναντι στη δίωξη σας;
Ο λαϊκός κόσμος που ζει από τη δουλειά του και απολύεται από τη μια στιγμή στην άλλη στον ιδιωτικό τομέα, όπως εγώ τώρα στον δημόσιο τομέα, αντιλαμβάνεται πολύ καλά τι σημαίνει να βρίσκεσαι με τον μισό μισθό μακριά από τον εργασιακό σου χώρο επειδή τόλμησες να απεργήσεις, να διεκδικήσεις, να αντισταθείς.
Οι εκπαιδευτικοί έχουν μπει στο στόχαστρο των κυβερνήσεων και του συστήματος λόγω της καθημερινής επαφής τους με τη νεολαία. Κυνηγιούνται καθημερινά και ασφυκτικά μέσα στα σχολεία για να εξοικειώσουν τα παιδιά με τις κυρίαρχες ιδέες και αξίες. Με την αποδοχή του μονόδρομου της βαρβαρότητας των κοινωνικών ανισοτήτων, του ατομικού δρόμου και επιβίωσης, της φτώχειας, του πολέμου.
Με αυτή την έννοια η συμπαράσταση του κόσμου είναι τεράστια και προερχόμενη από διάφορες πλευρές.
Έχω δεχτεί αυτές τις μέρες μηνύματα συμπαράστασης από κόσμο του αγώνα στις κινητοποιήσεις, από ανθρώπους της γειτονιάς μου στη Νίκαια και το Κερατσίνι, από ανθρώπους από όλη την Ελλάδα που λένε «Κράτα γερά, θα νικήσουμε!».
Έχουν παρθεί πρωτοβουλίες από συναγωνιστές και συναγωνίστριες Α/βάθμιων σωματείων που διαθέτουν χρήματα από τα ταμεία τους για την οικονομική στήριξη του αγώνα ενάντια στην αργία, στα πειθαρχικά και τις απολύσεις.
Έχουν σταλεί δεκάδες ψηφίσματα συμπαράστασης από σχολές, σωματεία, ομοσπονδίες, φορείς του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα. Δεκάδες δημοσιογράφοι τηλεφωνούν και δίνουν χώρο στα μέσα που εργάζονται για να αναδειχτεί το ζήτημα.
Οι συνάδελφοι/ισσες στα σχολεία ρωτούν και αγωνιούν για την εξέλιξη και την επίδραση αυτής της πρωτοβουλίας της κυβέρνησης επάνω και στους ίδιους.
Αυτό που λείπει και χρειάζεται και είναι το ουσιαστικό είναι όλο αυτό το κύμα συμπάθειας, συνειδητοποίησης της ιστορικής πρόκλησης, της οργής, να οργανωθεί και να βρει αγωνιστική διέξοδο για να νικήσει!
Ποια τα επόμενα βήματα του δικού σας αγώνα;
Χρειάζεται να οργανωθούν οι διαθέσεις μας, να δηλωθούν οι διαθεσιμότητες, να ζωντανέψουμε τα σωματεία μας, να δημιουργήσουμε εργαλεία πάλης εκεί όπου βρίσκουμε τείχος αντίδρασης από τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Στις συνελεύσεις, στις γειτονιές, στα σχολεία και τις σχολές να παρθούν πρωτοβουλίες κινηματικές και να μπει φραγμός στα σχέδια διάλυσης των εργασιακών μας σχέσεων και των δικαιωμάτων της νεολαίας στις σπουδές και τις ελευθερίες.
Γρήγορα, αποφασιστικά, παραδειγματικά
του Τάσου Βαρούνη
Δεν υπάρχει σχεδόν τίποτα που να μπορεί να πείσει στα σοβαρά τους πολίτες. Το μόνο έργο που μπορεί αυτό το πολιτικό σύστημα να παράξει είναι το γκρέμισμα και το μπάζωμα, κι αυτό γίνεται σιγά-σιγά «κοινή γνώμη». Δεν είναι ότι τέλειωσαν τα «καρότα». Είναι κυρίως αυτή η συντριπτική απονομιμοποίηση που βάζει στο στόχαστρο το ψέμα, την αλητεία, την ύβρι, που συνοδεύουν εδώ και καιρό τη διακυβέρνηση της χώρας και κάνουν πια τον καθένα να λογαριάζει ‒και‒ αλλιώς τα πράγματα. Μαζί και το «Οξυγόνο» που ανεβάζει ψηλά το πήχη. Ποιο «καρότο», εδώ θέλουμε μια βαθιά ανάσα. Ας βάλουμε δίπλα-δίπλα τον Μητσοτάκη ‒ή και οποιονδήποτε άλλον πολιτικό αρχηγό‒ και την κυρία Καρυστιανού. Τι εκφράζει ο καθένας; Το παρακράτος και ο λαός. Το καθεστώς και η κοινωνία. Η παρακμή και η αξιοπρέπεια.
Το μόνο που μένει στο πολιτικό σύστημα είναι να αποτρέψει κάθε σκίρτημα, κάθε ανορθογραφία, κάθε αντίσταση. Γρήγορα, μην τυχόν και εξαπλωθεί. Αποφασιστικά, παρακάμπτοντας νόμους και δίκαια. Παραδειγματικά, για να στείλει μηνύματα. Αλαζονικά, όπως κάθε καθεστώς που ταρακουνιέται. Ποιος θα περίμενε λοιπόν ότι μετά αυτό που έγινε στις 28 Φλεβάρη ο Μητσοτάκη ‒και οι άχρηστοί του‒ θα θυμόταν να τα βάλει ξανά με τους δημόσιους υπάλληλους και τη μονιμότητά τους: «Η Ν.Δ. θα εισηγηθεί να κατοχυρωθεί θεσμικά και συνταγματικά η αξιολόγηση στο Δημόσιο» ενώ «θα υπάρξει αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων και από τους πολίτες που θα κάνουν χρήση των υπηρεσιών». Γιατί αν κάτι τους απειλεί πραγματικά, είναι κυρίως η μεγάλη ενότητα του λαού, αυτός ο χωροχρόνος για οποιοδήποτε αλλαγή στον τόπο. Γι’ αυτό και όλα τα μέτρα συνοδεύονται από μια ρητορική που προσπαθεί να δημιουργεί πολώσεις και αντιθέσεις μέσα στο κοινωνικό σώμα. Πότε κάποιοι ευνοημένοι, άλλοτε κάποιοι απείθαρχοι κ.ο.κ.