Ποτέ πριν στην ιστορία της η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είχε βρεθεί τόσο αποπροσανατολισμένη, αλληλοσπαρασσόμενη, αδύναμη μπροστά στην πολύπλευρη κρίση που την ταλανίζει, ανίκανη να χαράξει μια στοιχειωδώς κοινή πορεία. Ποτέ πριν τα πολιτικά συστήματα και οι κυβερνήσεις των ισχυρότερων κρατών μελών της Ε.Ε. δεν πλήττονταν από τόσο μεγάλη αστάθεια, με πρώτη-πρώτη τη γερμανική περίπτωση. Ποτέ πριν η Ε.Ε. δεν απειλούνταν σε τέτοιο βαθμό από «προκλήσεις» όπως το Brexit και η ιταλική απειθαρχία – ενώ και άλλα άτυπα μπλοκ κρατών μελών ακολουθούν τις δικές τους επιλογές και αγνοούν τις οδηγίες της εξασθενημένης ευρωκρατίας. Όλες αυτές οι πρωτιές μπορούν να κατανοηθούν μόνο μέσα από το πρίσμα της γενικευμένης λαϊκής δυσαρέσκειας που διαπερνά τη Γηραιά Ήπειρο απ’ άκρη σε άκρη, με διαφορετικές μορφές που παίρνει και αντιφατικές εκφράσεις. Το λεγόμενο προοδευτικό στρατόπεδο αδυνατεί να «διαβάσει» αυτήν την πραγματικότητα, δεν θέλει καν να γνωρίζει τις αιτίες της, και άρα αδυνατεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες εκατοντάδων εκατομμυρίων και να προσανατολιστεί σε αυτή τη νέα, περίπλοκη, ακόμη και χαοτική πραγματικότητα. Αδυνατεί δηλαδή να παρέμβει… Όμως η ζωή συνεχίζεται, δεν περιμένει. Και οι λαμπρές εξαιρέσεις δεν μπορούν, όσο παραμένουν εξαιρέσεις, να καλύψουν το κενό. Σε αυτά τα θέματα έχουμε αναφερθεί σε πολλά φύλλα του Δρόμου. Σήμερα περιοριζόμαστε στην παρουσίαση «στιγμών» της πραγματικότητας στις σημαντικότερες δυνάμεις της Ε.Ε., «στιγμών» που δίνουν μια γεύση της συνολικότερης εικόνας.

Τρέχει και δεν φτάνει ο Μακρόν

«Επαναπροωθεί» κρυφά μετανάστες και διώκει την αντιπολίτευση

Η πρόσφατη αιφνιδιαστική παραίτηση του υπουργού Εσωτερικών Ζεράρ Κολόμπ δεν σήμανε το τέλος των παθών της κυβέρνησης του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν, αγαπημένου της ευρωκρατίας και των τραπεζιτών. Ο αντικαταστάτης του, ο επίσης πρώην «σοσιαλιστής» Κριστόφ Καστανέρ (κι αυτός εγκατέλειψε το Σοσιαλιστικό Κόμμα το 2016 για να στηρίξει τον Μακρόν), με το καλημέρα αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις. Και μέχρι στιγμής δεν τα καταφέρνει και πολύ καλά στη δουλειά που του έχει ανατεθεί – να υλοποιήσει δηλαδή «διακριτικά» τις επιθυμίες του Γάλλου προέδρου. Δύο μόνο επεισόδια αυτής της εβδομάδας πιστοποιούν τις δυσκολίες, αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα την υποκρισία της κυβέρνησης Μακρόν αλλά και την έλλειψη ορίων στην προσπάθεια εξουδετέρωσης των πολιτικών αντιπάλων του.

Το πρώτο επεισόδιο ήταν το χαστούκι που έφαγε εξαιτίας του Καστανέρ ο Γάλλος πρόεδρος από τον Ιταλό αντιπρόεδρο Σαλβίνι – ο οποίος έφερε στο φως ένα από τα πάμπολλα επεισόδια αυθαίρετης επαναπροώθησης, σε ιταλικό έδαφος, μεταναστών που είχαν καταφύγει στη Γαλλία. Συγκεκριμένα, ο Σαλβίνι αποκάλυψε ότι ένα βανάκι της γαλλικής αστυνομίας πήρε δύο «παράτυπους μετανάστες» από κέντρο κράτησης και, αφού μπήκε παράνομα σε ιταλικό έδαφος, τους εγκατέλειψε στην άκρη ενός δασικού δρόμου! Οι δικαιολογίες που πρόβαλε ο εκπρόσωπος του γαλλικού κράτους στην περιφέρεια των Άνω Άλπεων, όπου έλαβε χώρα η… «παράτυπη επαναπροώθηση», ήταν αστείες: ισχυρίστηκε ότι οι Γάλλοι αστυνομικοί διέσχισαν τα σύνορα κατά λάθος! Αλλά δεν μπόρεσε να εξηγήσει από πού κι ως πού οι αστυνομικοί παίρνουν μετανάστες από κέντρα κράτησης και τους αφήνουν στη μέση ενός (γαλλικού, έστω) δάσους…

Σοβαροί, υποτίθεται, αναλυτές γράφουν για τις ομοιότητες του Μελανσόν με την Λεπέν, σε μια προφανή προσπάθεια ταύτισης των «άκρων» υπό την ενιαία –και κλασική πλέον για τις συστημικές δυνάμεις– κατηγορία του λαϊκισμού

Φυσικά ο Σαλβίνι έσπευσε να αποκαλέσει το γεγονός «άνευ προηγουμένου προσβολή ενάντια στην Ιταλία», προσθέτοντας ότι «ο Μακρόν δεν μπορεί να προσποιείται ότι δεν συνέβη τίποτα». Αλλά τα σκάγια πήραν και τους διεθνείς υποστηρικτές του Γάλλου προέδρου, ο οποίος είχε πει ότι «οι αντιμεταναστευτικές πολιτικές του Σαλβίνι μου προκαλούν εμετό». Τώρα ο Ιταλός ανταπέδωσε τα ίσα εγκαλώντας, πέρα από τον Μακρόν, την Ε.Ε. και τον ΟΗΕ: «Διερωτώμαι αν οι διεθνείς οργανισμοί, καταρχήν τα Ηνωμένα Έθνη και η Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν βρίσκουν εμετικό να εγκαταλείπεις αβοήθητους ανθρώπους σε μια απομονωμένη περιοχή», δήλωσε. Ουδέν σχόλιον από την πλευρά των εγκληθέντων, φυσικά…

Επεισοδιακή στοχοποίηση του Μελανσόν

Το δεύτερο επεισόδιο αφορά τις αιφνιδιαστικές έρευνες, τα ξημερώματα της Τετάρτης, στα σπίτια 9 στελεχών της Ανυπότακτης Γαλλίας (μεταξύ των οποίων και του ίδιου του επικεφαλής της, του Ζαν-Λικ Μελανσόν) αλλά και στα κεντρικά γραφεία του κόμματος. Τι έψαχναν οι εισαγγελείς κατ’ εντολή του Μακρόν; Στοιχεία για «διαφθορά» – όχι βέβαια… κανονική διαφθορά, όπως αυτή στην οποία αναμειγνύονται στελέχη του Μακρόν και της «παραδοσιακής» Κεντροδεξιάς και Κεντροαριστεράς, αλλά το κατά πόσο «συνεργάτες των ευρωβουλευτών της Ανυπότακτης Γαλλίας εργάζονται, παρατύπως, για λογαριασμό του κόμματος στο Παρίσι αντί για τις Βρυξέλλες»! Για την ίδια ακριβώς «ενδεχόμενη παρατυπία» είχαν ερευνηθεί πρόσφατα τα κεντρικά γραφεία (αλλά όχι και η κατοικία…) της έτερης ενοχλητικής φιγούρας, της Μαρίν Λεπέν.

Σε αντίθεση όμως με την Λεπέν, που είχε περιοριστεί σε διαψεύσεις και καταγγελίες, ο Μελανσόν αντέδρασε «άγαρμπα»: καταρχήν άρχισε να βιντεοσκοπεί και να μεταδίδει ζωντανά μέσω των κοινωνικών δικτύων την εισβολή των εισαγγελέων και αστυνομικών στο σπίτι του, κι έπειτα πήγε στα κεντρικά γραφεία της Ανυπότακτης Γαλλίας την ώρα των ερευνών, όπου μπήκε μαζί με στελέχη του παρά τις προσπάθειες των αστυνομικών να τον εμποδίσουν. Στη διάρκεια της «εισβολής» οι αστυνομικοί επιχείρησαν να ακινητοποιήσουν και χτύπησαν 4 στελέχη της Ανυπότακτης Γαλλίας – κι από πάνω απαίτησαν από τον νέο υπουργό Εσωτερικών, μέσω του συνδικάτου τους, να ασκηθεί δίωξη κατά του «βίαιου» Μελανσόν! Ως απόδειξη επικαλούνται το γεγονός ότι ο Μελανσόν έσπρωξε έναν ασφαλίτη που ισχυριζόταν ότι είναι δικαστικός λειτουργός. «Πρώτη φορά βλέπω εισαγγελέα με αλεξίσφαιρο γιλέκο», όπως είπε κι ο Μελανσόν…

Το αποτέλεσμα πάντως ήταν να ξεκινήσει νέα έρευνα κατά του Μελανσόν για «απειλές και πράξεις εκφοβισμού εναντίον της δικαστικής αρχής» και «άσκηση βίας εναντίον ατόμων που εκπροσωπούν τη δημόσια αρχή». Την ίδια στιγμή, το σύνολο σχεδόν των γαλλικών ΜΜΕ επιχειρεί να αποδομήσει τον επικεφαλής της Ανυπότακτης Γαλλίας, παρουσιάζοντάς τον ως «μεγαλομανή που νομίζει ότι βρίσκεται υπεράνω του νόμου»… Ενώ πιο σοβαροί, υποτίθεται, αναλυτές γράφουν για τις ομοιότητες του Μελανσόν με την Λεπέν, σε μια προφανή προσπάθεια ταύτισης των «άκρων» υπό την ενιαία –και κλασική πλέον για τις συστημικές δυνάμεις– κατηγορία του λαϊκισμού. Σε μια θρυμματισμένη πολιτική σκηνή, με τα παραδοσιακά κόμματα να συρρικνώνονται διαρκώς και τη δημοτικότητα του Μακρόν να συρρικνώνεται, οι δύο αυτές «πρωτοβουλίες» της γαλλικής προεδρίας (με τον νέο υπουργό Εσωτερικών σε ρόλο εκτελεστικού οργάνου) μοιάζουν με όλο και πιο πανικόβλητες κινήσεις ενός ασταθούς καθεστώτος…

Παράταση διαρκείας για το Brexit

Οι ευρωπαϊστές ξιφουλκούν ενάντια στην… «τυραννία της πλειοψηφίας»! 

Διαψεύστηκαν οι «διαρροές» της προηγούμενης εβδομάδας, ότι βρίσκεται επί θύραις μια καταρχήν συμφωνία μεταξύ Λονδίνου και Βρυξελλών. Αν επιβεβαιώθηκε κάτι είναι ότι, ελλείψει σύγκλισης, και οι δύο πλευρές ευνοούν μια παράταση των διαπραγματεύσεων, προσδοκώντας ότι ο αντίπαλος θα εξαντληθεί και θα προβεί σε παραχωρήσεις. Ή ότι τέλος πάντων θα απωθηθεί στο απώτερο μέλλον η λήψη των απαραίτητων αποφάσεων. Εξ ου και η ιδέα η «οριστική» αποχώρηση, που (σύμφωνα με το επίσημο χρονοδιάγραμμα) ξεκινά στις 29 Μαρτίου 2019, να επισφραγιστεί όχι  στα τέλη του 2020, αλλά του 2021. Είναι πάντως αμφίβολο ότι η Βρετανίδα πρωθυπουργός έχει περιθώρια περαιτέρω υποχωρήσεων χωρίς να κινδυνεύει να ανατραπεί, ενώ και η Ε.Ε. –αντιλαμβανόμενη την πολιτική αδυναμία της Τερέζα Μέι– δεν δείχνει καμιά διάθεση για συνεννόηση.

Το υποτιθέμενο μεγάλο αγκάθι που έχει απομείνει, δηλαδή το καθεστώς των συνόρων μεταξύ Ιρλανδίας και βόρειου τμήματος του νησιού, που παραμένει υπό βρετανικό έλεγχο, λειτουργεί τελικά ως πρόσχημα: η Βρετανία αρνείται να απεμπολήσει την κυριαρχία της, και η Ε.Ε. επιμένει ότι η Βόρεια Ιρλανδία πρέπει ουσιαστικά να παραμείνει στην «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση». Το πρόβλημα έχει παρομοιαστεί με γόρδιο δεσμό, αλλά δεν είναι – αφού υποτίθεται ότι και οι δύο πλευρές επιθυμούν να καταλήξουν σε μια νέα τελωνειακή και εμπορική συμφωνία που εν τέλει δεν θα χρειάζεται «κανονικά» σύνορα. Πρόκειται ακριβώς για το κουτσουρεμένο Brexit που μάταια προτείνει η Τερέζα Μέι (και συναντά τις αντιδράσεις των ευρωσκεπτικιστών, αφού σε μια τέτοια περίπτωση δεν θα επιτρέπεται στο Λονδίνο π.χ. να συνάπτει αυτόνομες συμφωνίες με τρίτα κράτη).

Μετά τις «παρεμβάσεις» των Εργατικών πρώην πρωθυπουργών Μπλερ και Μπράουν (και οι δύο ζήτησαν ένα νέο δημοψήφισμα…), αυτήν την εβδομάδα ήρθε η σειρά του Συντηρητικού πρώην πρωθυπουργού Μέιτζορ να καταφερθεί εναντίον του Brexit

Αλλά για να επιτευχθεί έστω κι αυτό θα πρέπει πρώτα, βέβαια, να «επιτραπεί» στη Βρετανία να αποχωρήσει συντεταγμένα από την Ε.Ε. Κάτι που δεν φαίνεται να είναι στα σχέδια των περισσότερων «ευρωπαϊστών», που δεν παραιτούνται από τον πραγματικό στόχο τους: την ανατροπή της απόφασης του δημοψηφίσματος. Η ακύρωση του Brexit επιχειρείται με πολλούς τρόπους, που όλοι βασίζονται σε μία προσδοκία: την απογοήτευση των Βρετανών πολιτών από τις ατέλειωτες διαπραγματεύσεις και την παραίτησή τους από το δικαίωμα να αποφασίζουν οι ίδιοι για το μέλλον τους. Όπως παντού στην Ευρώπη δηλαδή, έτσι και στη Βρετανία όλα μοιάζουν να έχουν σχέση με την οικονομία – αλλά καταλήγουν στην πολιτική, με την έννοια της διαπραγματευτικής ισχύος που δίνει (ή αφαιρεί…) η αποφασιστικότητα ενός λαού να ασκήσει την κυριαρχία του.

Ποντάρουν στην κούραση και στο φόβο

Αν πάμε τώρα στην ποικιλία τρόπων που χρησιμοποιούνται για να αναιρεθεί μια δημοκρατικά ειλημμένη απόφαση, θα δούμε καταρχήν τη συνεχιζόμενη και… διακομματικά συντονισμένη επίθεση των Βρετανών ευρωπαϊστών. Μετά τις «παρεμβάσεις», την προηγούμενη εβδομάδα, των Εργατικών πρώην πρωθυπουργών Τόνι Μπλερ και Γκόρντον Μπράουν (και οι δύο ζήτησαν ένα νέο δημοψήφισμα που θα βγάλει τη «σωστή» απόφαση…), αυτήν την εβδομάδα ήρθε η σειρά ενός δεινόσαυρου των Συντηρητικών: ο πρώην πρωθυπουργός Τζον Μέιτζορ κάλεσε «να λογοδοτήσουν αυτοί που υποσχέθηκαν κάτι που δεν θα γίνει ποτέ»(!), προσθέτοντας: «Δεν θα συγχωρήσω όσους παραπλάνησαν τους πολίτες, πείθοντάς τους να ψηφίσουν κάτι που θα τους κάνει πιο αδύναμους και φτωχότερους». Ο Μέιτζορ ήταν εξάλλου αυτός που πρώτος, μετά το δημοψήφισμα, είχε το σθένος να καταφερθεί ενάντια στην… «τυραννία της πλειοψηφίας»!

Από κοντά και η νυν ηγεσία των Εργατικών υπό τον Τζέρεμι Κόρμπιν, που επιδιώκει πρόωρες βουλευτικές εκλογές (αυτός τουλάχιστον κρατά τα προσχήματα, σε αντίθεση με πολλά άλλα ηγετικά στελέχη του Εργατικού Κόμματος) υποσχόμενος ότι «εμείς θα φέρουμε μια καλύτερη συμφωνία». Χωρίς να διευκρινίζει πια αν θα είναι συμφωνία «αποχώρησης» ή απλά παραμονής στην Ε.Ε. «με καλύτερους όρους»… Ποντάρει κι αυτός στην κούραση του εκλογικού σώματος από ένα Brexit που υπερψηφίστηκε, αλλά η εφαρμογή του παραπέμπεται στις ελληνικές καλένδες. Είναι χαρακτηριστικό απ’ αυτήν την άποψη ότι οι πολίτες ψήφιζαν τον Ιούνιο του 2016 υποθέτοντας ότι η βρετανική κυβέρνηση θα ενεργοποιήσει το άρθρο 50 της συνθήκης Ε.Ε. (που ορίζει τα της αποχώρησης κράτους μέλους) την επαύριο του δημοψηφίσματος – χρειάστηκε όμως να περιμένουν σχεδόν ένα χρόνο χάρη και στα τερτίπια της φιλοευρωπαϊκής πτέρυγας των Συντηρητικών…

Η υπονόμευση της απόφασης του δημοψηφίσματος ενισχύεται βέβαια και από εξωβρετανικούς παράγοντες, με πρωτοπόρες τις μιντιακές ναυαρχίδες της παγκοσμιοποίησης. Χαρακτηριστικά αυτήν την εβδομάδα οι New York Times προανήγγελαν μια εικόνα Αποκάλυψης εάν υλοποιηθεί το Brexit: «Τα πλοία θα εγκλωβιστούν για καιρό στα βρετανικά λιμάνια. Τα φορτία που κουβαλούν οι νταλίκες θα σαπίζουν στους αυτοκινητόδρομους. Τα φαρμακεία και τα παντοπωλεία θα έχουν άδεια ράφια. Τα εργοστάσια θα κλείσουν. Θα αρχίσουν διακοπές ρεύματος. Τα τρόφιμα θα μοιράζονται με δελτίο». Μόνο σύννεφα από ακρίδες και βροχές από βατράχια δεν προβλέπει η… έγκυρη εφημερίδα στην περίπτωση που η 5η ισχυρότερη οικονομία στον κόσμο αποφασίσει να μην ακολουθεί πλέον τα κελεύσματα των Βρυξελλών! Όσο για τη δημοκρατία –ή, κατά Μέιτζορ, την «τυραννία της πλειοψηφίας»– έχει πάει προ πολλού περίπατο.

Βαυαρικές καμπάνες

Όπως αναμενόταν, η πάλαι ποτέ αδιαμφισβήτητη αυτοδυναμία της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης (CSU) στη Βαυαρία αποτελεί παρελθόν. Το βαυαρικό κόμμα-σύμμαχος της Μέρκελ έχασε 10,4% στις εκλογές της περασμένης Κυριακής σε σχέση με το 2013, αποσπώντας «μόλις» 37,2% παρά την ακροδεξιά στροφή του ώστε να αντιμετωπίσει την απειλή της AfD (Εναλλακτική για τη Γερμανία). Δεύτερος και ακόμη μεγαλύτερος ηττημένος ο έτερος συνεργάτης της Μέρκελ στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση «μεγάλου συνασπισμού», το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD), που έχασε πάνω από το 50% της επιρροής του και την μόνιμα δεύτερη θέση του, κατρακυλώντας πέμπτο με μόνο 9,7%.

Στις ενδιάμεσες τρεις θέσεις βρίσκονται οι βασικοί κερδισμένοι της αναμέτρησης. Δεύτερη δύναμη αναδείχθηκαν οι Πράσινοι, που διπλασίασαν το ποσοστό τους: πήραν 17,5% συσπειρώνοντας απογοητευμένους τόσο από την ακροδεξιά στροφή του CSU όσο και από την υποταγή του SPD στην Μέρκελ. Οι Βαυαροί κεντρώοι Ελεύθεροι Εκλογείς πήραν 11,6% (+2,6% σε σχέση με το 2013). Τέταρτη ήρθε η μάλλον υπερεκτιμημένη «πέτρα του σκανδάλου», η AfD, που πάντως μπήκε για πρώτη φορά (και) στη βαυαρική βουλή με 10,2%. Μετά το SPD ακολουθούν οι Φιλελεύθεροι (FDP), που με 5,1% μπήκαν οριακά στη βουλή, ενώ η Αριστερά έμεινε εκτός (3,2%).

Το τι είδους κυβέρνηση θα σχηματιστεί στη Βαυαρία (αν δηλαδή οι Χριστιανοκοινωνιστές θα συμμαχήσουν με τους Πράσινους ή με τους Ελεύθερους Εκλογείς) έχει μικρή σημασία για το μέλλον του «μεγάλου συνασπισμού» κι ακόμη μικρότερη για τις εξελίξεις στην Ε.Ε. – παρόλο που η απώλεια της αυτοδυναμίας του CSU αποτελεί ένα μικρό σεισμό. Αυτό που έχει όμως σημασία είναι ότι η εξαρχής ασταθής ομοσπονδιακή κυβέρνηση της Μέρκελ κλονίζεται κι άλλο από το βαυαρικό αποτέλεσμα, καθώς οι δύο κυβερνητικοί εταίροι των Γερμανών Χριστιανοδημοκρατών μπαίνουν οριστικά σε περίοδο κρίσης. Και είναι μάλλον οι Σοσιαλδημοκράτες παρά οι Χριστιανοκοινωνιστές που αναδεικνύονται στον πιο σαθρό πυλώνα της τρικομματικής συμμαχίας, καθώς πολλαπλασιάζονται οι φωνές που αμφισβητούν την ηγεσία της Αντρέα Νάλες και –κυρίως– την «υπεύθυνη γραμμή» της παραμονής στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση.

Είναι πλέον ορατός ο φόβος,  το παλιότερο και κάποτε μεγαλύτερο γερμανικό κόμμα να έχει την τύχη των Γάλλων «σοσιαλιστών»! Όμως μια τέτοια εξέλιξη σηματοδοτεί τη σταδιακή κατάρρευση όχι μόνο του SPD αλλά ολόκληρου του μεταπολεμικού γερμανικού πολιτικού συστήματος και του τρόπου που λειτουργούσε. Δείγμα κι αυτό ότι μια ολόκληρη εποχή τελειώνει, υπό το βάρος των δομικών πλέον αδιεξόδων της «ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης» και της αδυναμίας της Γερμανίας να ανακόψει την αποσύνθεση της Ε.Ε. όπως αυτή υπήρχε μέχρι πρόσφατα. Στο τέλος του μήνα θα γίνουν εκλογές στο κρατίδιο της Έσσης – εκεί θα φανεί αν η πορεία φθοράς του «μεγάλου συνασπισμού», και της ίδιας της Μέρκελ, δεν έχει επιστροφή.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!