Η αθώωση του Χάινς Ρίχτερ ανοίγει το δρόμο για αναθεώρηση του επίμαχου άρθρου 2

Του Μάριου Διονέλλη

 

Σοβαρά ερωτηματικά για τη συνταγματικότητα του άρθρου 2 του Aντιρατσιστικού Nόμου, έθεσε και επισήμως η απόφαση του Πλημμελειοδικείου Ρεθύμνου για την αθώωση του Γερμανού ιστορικού Χάινς Ρίχτερ, ο οποίος είχε παραπεμφθεί σε δίκη με την κατηγορία της «άρνησης εγκλημάτων του ναζισμού σε βάρος του κρητικού λαού με εξυβριστικό περιεχόμενο».

Το δικαστήριο του Ρεθύμνου μετά από μια μακρά και εξαντλητική ακροαματική διαδικασία που ξεκίνησε τον Νοέμβριο, τελικά αποφάσισε να μην μπει στην ουσία των γραπτών του κ. Ρίχτερ. Ο εισαγγελέας της έδρας, αν και είχε τονίσει ότι το επίμαχο βιβλίο του καθηγητή για τη Μάχη της Κρήτης περιείχε ανακρίβειες και αναλήθειες, εντούτοις είχε προτείνει την αθώωσή του καθώς δεν προκύπτει προτροπή σε πράξεις μίσους, όπως προβλέπει ο εν λόγω νόμος. Μεταξύ άλλων ο κ. Ρίχτερ ισχυρίζεται πως η «βάρβαρη» αντίδραση των Κρητικών στην «ιπποτική» προέλαση των Γερμανών το 1941 ήταν εκείνη που έκανε συνολικά σκληρότερο τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αφού ανάγκασε τους κατακτητές σε εγκληματικά αντίποινα.

Το δικαστήριο του Ρεθύμνου βρέθηκε μπροστά σε αδιέξοδο κυρίως μετά τις απανωτές ανακοινώσεις και ψηφίσματα πανεπιστημιακών τμημάτων, ακόμα και από την Κρήτη αλλά και της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου ως προς τη συγκεκριμένη δίκη. Αν και κανείς δεν μπορεί να αποδεχτεί τους ισχυρισμούς Ρίχτερ για τη Μάχη της Κρήτης, εντούτοις, η πλειονότητα των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας καταδίκαζε την δίωξή του, ως δίωξη εναντίον της ελευθερίας της έκφρασης. Από την άλλη, έπρεπε να ικανοποιήσει το κοινό αίσθημα των Κρητικών, τόσο των απογόνων όσων πολέμησαν στη Μάχη της Κρήτης όσο και των παραστρατιωτικών και πολιτικών παραγόντων του νησιού που «επένδυσαν» στην υπόθεση, βλέποντας σε αυτή ένα πρόσφορο πεδίο προσωπικής προβολής. Δεν είναι τυχαίο πως ο βασικός μοχλός για την άσκηση δίωξης στον καθηγητή ήταν οι αντιδράσεις του πρώην ΑΓΕΕΘΑ Μανούσου Παραγιουδάκη και του βουλευτή της Ν.Δ. Λευτέρη Αυγενάκη.

Τελικά, στην απόφασή του το δικαστήριο επέλεξε τη μέση οδό. Απέφυγε να πάρει θέση επί αυτών καθαυτών των γραπτών του κ. Ρίχτερ πηγαίνοντας ένα βήμα πίσω και κρίνοντας ως αντίθετο με το Σύνταγμα και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο το άρθρο 2 του Αντιρατσιστικού Νόμου, με βάση το οποίο παραπέμφθηκε ο καθηγητής. Η κρίση αυτή δίνει το δικαίωμα στο δικαστή να μην εφαρμόσει το νόμο, συνεπώς να αθωώσει τον κατηγορούμενο, όχι όμως επειδή έκρινε πως έχει δίκιο ή άδικο αλλά επειδή έχει πρόβλημα ο νόμος με τον οποίο παραπέμφθηκε σε δίκη.

Σολομώντεια λύση που ανοίγει όμως σοβαρό θέμα αντισυνταγματικότητας για τον Αντιρατσιστικό Νόμο και πιθανώς να οδηγήσει σε αναθεώρησή του από το ΣτΕ, τουλάχιστον ως προς το επίμαχο άρθρο.

 

Τι προβλέπει το άρθρο 2

Αν και ο νέος αντιρατσιστικός νόμος διώκει (ορθώς) τις πράξεις φυσικής βίας με ρατσιστικά κίνητρα, το άρθρο 2 πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα και ορίζει πως: «διώκεται όποιος με πρόθεση, δημόσια, προφορικά ή δια του τύπου, μέσω του διαδικτύου ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο ή τρόπο, επιδοκιμάζει, ευτελίζει ή κακόβουλα αρνείται την ύπαρξη ή τη σοβαρότητα εγκλημάτων γενοκτονιών, εγκλημάτων πολέμου, εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, του Ολοκαυτώματος και των εγκλημάτων του ναζισμού που έχουν αναγνωριστεί με αποφάσεις διεθνών δικαστηρίων ή της Βουλής των Ελλήνων και η συμπεριφορά αυτή στρέφεται κατά ομάδας προσώπων ή μέλους της που προσδιορίζεται με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, τις γενεαλογικές καταβολές, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή, το σεξουαλικό προσανατολισμό, την ταυτότητα φύλου ή την αναπηρία, όταν η συμπεριφορά αυτή εκδηλώνεται κατά τρόπο που μπορεί να υποκινήσει βία ή μίσος ή ενέχει απειλητικό ή υβριστικό χαρακτήρα κατά μίας τέτοιας ομάδας ή μέλους της». Το συγκεκριμένο αδίκημα τιμωρείται με φυλάκιση τριών (3) μηνών έως τριών (3) ετών και με χρηματική ποινή πέντε έως είκοσι χιλιάδων (5.000 – 20.000) ευρώ.

Ήδη αρκετοί φορείς έχουν ζητήσει την τροποποίηση του συγκεκριμένου άρθρου θεωρώντας πως στρέφεται ευθέως κατά της ελευθερίας της έκφρασης.

Στο ακροατήριο πάντως υπήρξαν αντιδράσεις με το άκουσμα της απόφασης ενώ το «Σωματείο Ρεθυμνίων Πληγέντων από τη ναζιστική κατοχή 1941-1944», έχει ήδη προαναγγείλει πως θα ζητήσει την αναίρεση της αθωωτικής απόφασης από τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!