Στα πλαίσια της δημοσίευσης των κειμένων που στάλθηκαν στις διαδικασίες της συνέλευσης του Resistance Festival 2023 πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 17 Σεπτεμβρίου με θέμα «Tο υπαρξιακό ερώτημα της χώρας» παραθέτουμε το κείμενο του Δημήτρη Τζουβάνου.

Μπορείτε να δείτε το βίντεο της Συνέλευσης στο κανάλι του Δρόμου στο youtube (www.youtube.com/@edromos1) ή στο λινκ www.youtube.com/watch?v=phm-tauNe_8.

Ανάγκη ανα-θεωρίας και Σοσιαλιστικού Πόλου

του Δημήτρη Τζουβάνου

Χαιρετίζοντας την ημερίδα αυτή του Δρόμου ως δείγμα ζωντάνιας στο πέριξ τέλμα, θα καταθέσω κάποιες σκέψεις, επιγραμματικά φυσικά και στα όρια μιας μικρής παρέμβασης.

Τόσο η προϊούσα σήψη των δυτικών κοινωνιών, η καρκινοβασία του δευτέρου και τα αδιέξοδα του τρίτου κόσμου, όσο και τα γεωπολιτικά τους αντικρίσματα και περαιτέρω αρμαγεδωνικοί κίνδυνοι, υποδεικνύουν δύο πράγματα. Την ιστορική εξάντληση του φιλελεύθερου, προφιλελεύθερου κι αντιφιλελεύθερου παραδείγματος αλλά και την προς ώρας αδυναμία διαμόρφωσης εναλλακτικής στο υπαρξιακό και την ιστορική πορεία των κοινωνιών. Αδυναμία που φυσικά αφορά τα κοινωνικοπολιτικά τμήματα που αυτο-τοποθετούνται στο έδαφος μιας τέτοιας, έστω κι αόριστης κατ’ αρχήν, εναλλακτικής και που καταγράφεται σε εθνική και διεθνή κλίμακα.

Που καταγράφεται ως αδυναμία συγκρότησης αντίστοιχου κοινωνικού κινήματος (παρά την πολύμορφη προσδοκία του «Κανένα» απανταχού), αποκαλυπτική της απουσίας αντίστοιχου πολιτικού-οδηγού πόλου, απουσία που με τη σειρά της κι εν μέσω πλήθους «πολιτικών προτάσεων» αποκαλύπτει το υποκείμενο ιδεοθεωρητικό τέλμα ακριβώς στο χώρο αυτόν.

Πρώτιστη έτσι ανάγκη αποτελεί η «αναθεωρία» περί τα πράγματα και τις διεξόδους, έτσι όπως μπορεί να αξιοποιήσει πολύτιμη θεωρητική κληρονομιά χωρίς τις δογματικές της απλουστεύσεις, ιστορική εμπειρία δεκαετιών ακόμα κι αιώνων και βεβαίως τα όποια δεδομένα των νέων καταστάσεων που έχουν διαμορφωθεί σε εθνική και διεθνή κλίμακα και σ’ όλες τις πτυχές του κοινωνικού.

Δεν είναι ασφαλώς εύκολη υπόθεση, απαιτώντας επαρκή κατ’ αρχήν συνειδητοποίηση του προβλήματος κι αντίστοιχη στόχευση, όπως και τους σχετικούς διαλογικούς και θεωρητικοπρακτικούς όρους και προσπάθειες.

Υπάρχουν φυσικά κομβικά σημεία περί τα οποία μπορεί να αρθρωθεί κάθε αντίστοιχη απόπειρα, στα κυριότερα των οποίων θα κάνω κάποιες νύξεις στη συνέχεια.

ΒΑΣΙΚΗ αναφορά παραμένει πάντα ο Κοινωνικός Μετασχηματισμός, όχι ως όραμα του ώριμου Μάη ή ως καθεστώς θεμελιωμένο επί των δημεύσεων αλλά ως διαρκής εσωτερική διαλεκτική των κοινωνιών όπως αυτή οικονομεί αναβαθμίσεις προσανατολισμών, θεσμών, σχέσεων εμπιστοσύνης, δόμησης του συλλογικού, βαθμίδες αυτεξούσιου κτλ. Η «ρεφορμιστική οσμή» εδώ είναι δικαιολογημένη αφού θέτει εκτός ιστορίας τη νευρωτική αγκιτάτσια των εν παντί «οξύνσεων και συγκρούσεων» που δήθεν οδηγούν στα Χειμερινά Καπιτώλια, παρά το αναμενόμενο εκρήξεων. Αδικαιολόγητη όμως εάν δεν βλέπει τη διαφορά με τη γνωστή ΣοσιαλΔημοκρατία, τουλάχιστον σε 3 καίρια σημεία ήτοι στις εν πολλοίς διαφορετικές επιλογές αντιπάλων και ιεραρχήσεις των αναγκαίων ρήξεων, στην αποστασιοποίηση απ’ το (αυτοδιαψευδόμενο εν τέλει) απλουστευτικό πασπαρτού της οικονομικής αναδιανομής, και στην επένδυση στο κοινωνικό-δημοκρατικό αυτεξούσιο. Σε απόσταση απ’ την ατομικιστική δικαιωματιστική ψευδοπρόοδο και σε προϊούσα αρμονία και συν-επαγωγή του διαχρονικού μεν, ειδικά δε μορφοποιημένου σήμερα θεμελιακού κοινωνικού διπόλου, δηλ. του διπόλου Ατομικό-Συλλογικό.

Αδικαιολόγητη ακόμα εάν παρεξηγήσει μια τέτοια διαλεκτική ως διαδικασία χωρίς Μεγάλες Τομές. Γιατί πλάϊ στα επί μέρους βήματα, κλειδί αποτελεί πάντα ο θεωρητικός προσδιορισμός και η πολιτική κατάκτηση του κατά περιόδους στρατηγικά κρίσιμου Κεφαλόσκαλου στο οποίο πολιτικά (δηλ. ιδεοθεσμικά και ως αποτέλεσμα πολύμορφων αγώνων) σταθεροποιούνται και κεφαλαιοποιούνται τα επί μέρους κατακτήματα, ως βιοτική κοινωνική κατάκτηση κι ως νέα αφετηρία προς το μέλλον. Ενώ στο ίδιο πλαίσιο γίνεται δυνατή και η υπέρβαση του άρρητου διλήμματος «Δομική Αντιπολίτευση ή Κριτική Υποστήριξη» που συγχέει το λόγο και ταλανίζει τις πρακτικές του ποικίλου αντισυστημισμού, ιδίως σε πτυχές του κοινωνικού, όπως πχ. στο Εθνικό, όπου η «Δομική Αντιπολίτευση» είτε ουραγεί, είτε δημαγωγεί είτε εκτρέπεται σε ευθέως Αντικοινωνική.

Ο ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΟΣ προσδιορισμός του Κεφαλόσκαλου αυτού, πέραν των δεσμών του με το κάθε σήμερα και τις συγκυρίες και πέραν της μονιμότερης ανάγκης του «συλλογικού διανοούμενου», προϋποθέτει μια βαθύτερη θεωρητική ματιά. Μια ματιά πέραν μιας ανυποκειμενικής νομοτέλειας αλλά και πέραν ενός υποκειμενίστικου βολουνταρισμού, πέραν ενός στατικού ρεαλισμού και πέραν ενός ανεδαφικού ρομαντισμού. Μια ματιά βαθειά Πολιτική, μια ματιά Υπερβατικού Ρεαλισμού, μια ματιά Σύμπηξης του Αναγκαίου κι Εφικτού σε Εφικταναγκαίο.

Και βέβαια στο Κεφαλόσκαλο αυτό, στις δικές μου σκέψεις, πολλά φιλελεύθερα κατακτήματα σε δομική αρμονία με το αναβαθμισμένο Συλλογικό συγκροτούν ό,τι θα ονομάζαμε Σοσιαλισμό ή ΜεταΦιλελεύθερη Κοινωνία. Σε απόσταση απ’ τη δυτική ΣΔ και τον Σοσιαλισμό του Κιμ Ιλ Καντάφι. Οπου ο Συλλογικός Σχεδιασμός και η Ελεύθερη Οικονομία συνυπάρχουν εναρμονισμένα σε διακριτά επίπεδα και συνυπηρετούν την κοινωνία, όπου η Ελευθερία αποτυπώνεται συνεργικά στο Ατομικό και το Συλλογικό, όπου η Δημοκρατία είναι Πολυκομματική, Βαθειά, «Αριστο-προσωπευτική» και υπό διαρκή Αναβάθμιση ως Αμεσα ορισμένως αλλά κατά βάση ως Εμμεσα Συμμετοχική κι όπου η Εκπροσώπηση είναι γνήσια. Γνήσια όχι με την έννοια της «απλής αναλογικής» κτλ, αλλ’ ως άμεση-ελεγχόμενη-έμπιστη σχέση Εντολέων κι Αντιπροσώπων στο πλαίσιο κατάλληλων πολιτειακών αλλά και κομματικών θεσμών.

Φυσικά στο πλαίσιο αυτό ο Φιλελεύθερος Πόλος (ΚΔ κτλ…) θα είναι παρών, όχι όμως καθεστωτικά ηγεμονικός ενώ η ηγεμονία του Σοσιαλιστικού Πόλου, Ασταθής, μη Παγίως Κυβερνητική και υπό διαρκή δοκιμασία ενώπιον της Κοινωνίας θα επιζητείται και θα επαληθεύεται ως βάθαιμα της Δημοκρατίας δηλ. του Κοινωνικού Αυτεξούσιου-Αυτεύθυνου, του μη έχοντος ανάγκη Αλλότριας Εξουσίας.

ΙΔΙΑΙΤΕΡΗ σημασία σ’ όλα αυτά έχει το ζήτημα του Υποκειμένου, Κοινωνικού και Πολιτικού. Οπου το Κοινωνικό Υποκείμενο πρέπει πλέον να νοηθεί στο πλαίσιο μιας γενικότερα βιοτικής κι όχι στενά υλιστικο-οικονομίστικης ταξικότητας, κοντολογίς πέραν της «εργατιάς και των συμμάχων της» τελικώς δε του καθεστωτικού ιερατείου. Η ευρύτερη αναφορά στην Κοινωνικοπολιτική Στάση και Κοινωνική Πλειοψηφία παρέχει μια κάποια σχετική ιδέα, ωστόσο οργανικά κι εξ αρχής το Κοινωνικό Υποκείμενο ενσωματώνει στοιχεία Προσανατολισμού, Πολιτικής και Θεσμικότητας που δεν μπορούν πλέον να νοούνται ως εποικοδόμημα-Στέμμα ενός φαντασιακού προϋπάρχοντος αγίου χωρίς στέμμα. Φυσικά η θεωρητική δουλειά έχει εδώ να αποσαφηνίσει πολλά περί την εσωτερική διαστρωμάτωση και εσωτερική διαλεκτική του Κοινωνικού Υποκειμένου, το ρόλο των πνευματικών ταγών, την ενσωμάτωση εκεί ποικίλων συλλογικών δράσεων πλην μακράν του κορπορατισμού επί του μεταμοντέρνου «δικαιωματιστικού» σμήνους, καθώς και τη σχέση του με το Πολιτικό Υποκείμενο και τα ειδικότερα σ’ αυτό στοιχεία…

ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ στις σκέψεις μου είναι η αποσαφήνιση και κατά περίπτωση μετατόπιση στη χρήση κομβικών όρων της πολιτικής προβληματικής. Είναι άλλωστε σε πλήρη εξέλιξη ήδη η «ορολογική» επίθεση της «μαχόμενης φιλελεύθερης δημοκρατίας» όπου πχ. η «κανονικότητα», αποτελώντας εν μέρει κοινωνική ανάγκη ουσιοποιείται διεθνώς σε βήματα αυταρχικού καθεστωτισμού ή η «πρόοδος», εν μέρει στον αντίποδα ενός ασαφούς ή κι αλλοπρόσαλλου αντικαθεστωτισμού, συνωνυμείται με την άκρα εξατομίκευση, τον ατομικιστικό δικαιωματισμό και την διάλυση οργανικών κοινωνικών συλλογικοτήτων.

Δύσκολο εδώ αλλά κι απαραίτητο βήμα, είναι η οριοθέτηση ενός διέξοδου ελευθερωτικού κινήματος πέραν του όρου της «Αριστεράς», «Κεντροαριστεράς», «Δεξιάς», κτλ. με τη χρήση όρων πλέον δηλωτικών θετικού περιεχομένου κι εξ αυτού και μόνον σηματοδοτικού των «αντιπάλων» και «ρήξεων». Ο όρος πχ. «Σοσιαλισμός», κομίζοντας ως και ο όρος «Αριστερά» θετικά ιστορικά στοιχεία αλλά και ιστορικές πληγές, παραμένει πλέον θετικός, λιγότερο διχαστικός και πλέον υπενθυμιστικός των αναγκών πλήρωσης περιεχομένου, δηλ. θεωρητικά-στρατηγικά υποκειμενοποιητικός. Ιδίως όταν ο όρος «Αριστερά» εγγράφεται θεωρητικά σε μια γραμμική εννόηση των Κοινωνικοπολιτικών Στάσεων (Δεξιά…Κέντρο…Αριστερά) ορίζοντας στρεβλά τις γραμμές ρήξεων – συνεργειών κι εν τέλει στηρίζοντας τον ακραίο φιλελευθερισμό (κι όχι «νεοφιλελευθερισμό») ως ακραίο «Κέντρο» και κατά περίπτωση εκτρέποντας τον ακατέργαστο αντισυστημισμό σε λαϊκιστικές ή και φασιστικές («ακροδεξιές») κατευθύνσεις. Η επεξεργασία εδώ μιας πληρέστερης Κοινωνικοπολιτικής Γεωγραφίας περιλαμβάνει οπωσδήποτε την εγκατάλειψη του γραμμικού σχήματος «Δεξιά…Αριστερά», χωρίς αυτό να συνιστά αποποίηση των ιστορικών κοινωνικών αγώνων.

Οι παραπάνω νύξεις, ως στοιχειώδης σκιαγράφηση σκέψεων διεξόδου, παραμένουν επί πλέον άκρως τυπολογικές, εκτός δηλ. ειδικότερων συγκυριακών προσαρμογών. Και κυρίως εκτός ενός ευρύτερου πλαισίου Παγκόσμιας Γεωπολιτικής, όπου η σχετική επέκταση εκφεύγει των ορίων της παρέμβασης αυτής. Θα σημειώσω μόνον εδώ ότι θεωρώ τη «Διεθνή» συναρμογή τους απολύτως ομόρροπη, καθώς κι ότι ο κοινωνικοπολιτικός αγώνας στη χώρα μας μπορεί να έχει ένα Διεθνές αντίκρισμα πολύ μεγαλύτερο των συμβατικών μεγεθών της.

 

 

ΚΕΙΜΕΝΟ

 

 

Ανάγκη ανα-θεωρίας και Σοσιαλιστικού Πόλου

 

του Δημήτρη Τζουβάνου

 

Χαιρετίζοντας την ημερίδα αυτή του Δρόμου ως δείγμα ζωντάνιας στο πέριξ τέλμα, θα καταθέσω κάποιες σκέψεις, επιγραμματικά φυσικά και στα όρια μιας μικρής παρέμβασης.

Τόσο η προϊούσα σήψη των δυτικών κοινωνιών, η καρκινοβασία του δευτέρου και τα αδιέξοδα του τρίτου κόσμου, όσο και τα γεωπολιτικά τους αντικρίσματα και περαιτέρω αρμαγεδωνικοί κίνδυνοι, υποδεικνύουν δύο πράγματα. Την ιστορική εξάντληση του φιλελεύθερου, προφιλελεύθερου κι αντιφιλελεύθερου παραδείγματος αλλά και την προς ώρας αδυναμία διαμόρφωσης εναλλακτικής στο υπαρξιακό και την ιστορική πορεία των κοινωνιών. Αδυναμία που φυσικά αφορά τα κοινωνικοπολιτικά τμήματα που αυτο-τοποθετούνται στο έδαφος μιας τέτοιας, έστω κι αόριστης κατ’ αρχήν, εναλλακτικής και που καταγράφεται σε εθνική και διεθνή κλίμακα.

Που καταγράφεται ως αδυναμία συγκρότησης αντίστοιχου κοινωνικού κινήματος (παρά την πολύμορφη προσδοκία του «Κανένα» απανταχού), αποκαλυπτική της απουσίας αντίστοιχου πολιτικού-οδηγού πόλου, απουσία που με τη σειρά της κι εν μέσω πλήθους «πολιτικών προτάσεων» αποκαλύπτει το υποκείμενο ιδεοθεωρητικό τέλμα ακριβώς στο χώρο αυτόν.

Πρώτιστη έτσι ανάγκη αποτελεί η «αναθεωρία» περί τα πράγματα και τις διεξόδους, έτσι όπως μπορεί να αξιοποιήσει πολύτιμη θεωρητική κληρονομιά χωρίς τις δογματικές της απλουστεύσεις, ιστορική εμπειρία δεκαετιών ακόμα κι αιώνων και βεβαίως τα όποια δεδομένα των νέων καταστάσεων που έχουν διαμορφωθεί σε εθνική και διεθνή κλίμακα και σ’ όλες τις πτυχές του κοινωνικού.

Δεν είναι ασφαλώς εύκολη υπόθεση, απαιτώντας επαρκή κατ’ αρχήν συνειδητοποίηση του προβλήματος κι αντίστοιχη στόχευση, όπως και τους σχετικούς διαλογικούς και θεωρητικοπρακτικούς όρους και προσπάθειες.

Υπάρχουν φυσικά κομβικά σημεία περί τα οποία μπορεί να αρθρωθεί κάθε αντίστοιχη απόπειρα, στα κυριότερα των οποίων θα κάνω κάποιες νύξεις στη συνέχεια.

 

ΒΑΣΙΚΗ αναφορά παραμένει πάντα ο Κοινωνικός Μετασχηματισμός, όχι ως όραμα του ώριμου Μάη ή ως καθεστώς θεμελιωμένο επί των δημεύσεων αλλά ως διαρκής εσωτερική διαλεκτική των κοινωνιών όπως αυτή οικονομεί αναβαθμίσεις προσανατολισμών, θεσμών, σχέσεων εμπιστοσύνης, δόμησης του συλλογικού, βαθμίδες αυτεξούσιου κτλ. Η «ρεφορμιστική οσμή» εδώ είναι δικαιολογημένη αφού θέτει εκτός ιστορίας τη νευρωτική αγκιτάτσια των εν παντί «οξύνσεων και συγκρούσεων» που δήθεν οδηγούν στα Χειμερινά Καπιτώλια, παρά το αναμενόμενο εκρήξεων. Αδικαιολόγητη όμως εάν δεν βλέπει τη διαφορά με τη γνωστή ΣοσιαλΔημοκρατία, τουλάχιστον σε 3 καίρια σημεία ήτοι στις εν πολλοίς διαφορετικές επιλογές αντιπάλων και ιεραρχήσεις των αναγκαίων ρήξεων, στην αποστασιοποίηση απ’ το (αυτοδιαψευδόμενο εν τέλει) απλουστευτικό πασπαρτού της οικονομικής αναδιανομής, και στην επένδυση στο κοινωνικό-δημοκρατικό αυτεξούσιο. Σε απόσταση απ’ την ατομικιστική δικαιωματιστική ψευδοπρόοδο και σε προϊούσα αρμονία και συν-επαγωγή του διαχρονικού μεν, ειδικά δε μορφοποιημένου σήμερα θεμελιακού κοινωνικού διπόλου, δηλ. του διπόλου Ατομικό-Συλλογικό.

Αδικαιολόγητη ακόμα εάν παρεξηγήσει μια τέτοια διαλεκτική ως διαδικασία χωρίς Μεγάλες Τομές. Γιατί πλάϊ στα επί μέρους βήματα, κλειδί αποτελεί πάντα ο θεωρητικός προσδιορισμός και η πολιτική κατάκτηση του κατά περιόδους στρατηγικά κρίσιμου Κεφαλόσκαλου στο οποίο πολιτικά (δηλ. ιδεοθεσμικά και ως αποτέλεσμα πολύμορφων αγώνων) σταθεροποιούνται και κεφαλαιοποιούνται τα επί μέρους κατακτήματα, ως βιοτική κοινωνική κατάκτηση κι ως νέα αφετηρία προς το μέλλον. Ενώ στο ίδιο πλαίσιο γίνεται δυνατή και η υπέρβαση του άρρητου διλήμματος «Δομική Αντιπολίτευση ή Κριτική Υποστήριξη» που συγχέει το λόγο και ταλανίζει τις πρακτικές του ποικίλου αντισυστημισμού, ιδίως σε πτυχές του κοινωνικού, όπως πχ. στο Εθνικό, όπου η «Δομική Αντιπολίτευση» είτε ουραγεί, είτε δημαγωγεί είτε εκτρέπεται σε ευθέως Αντικοινωνική.

 

Ο ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΟΣ προσδιορισμός του Κεφαλόσκαλου αυτού, πέραν των δεσμών του με το κάθε σήμερα και τις συγκυρίες και πέραν της μονιμότερης ανάγκης του «συλλογικού διανοούμενου», προϋποθέτει μια βαθύτερη θεωρητική ματιά. Μια ματιά πέραν μιας ανυποκειμενικής νομοτέλειας αλλά και πέραν ενός υποκειμενίστικου βολουνταρισμού, πέραν ενός στατικού ρεαλισμού και πέραν ενός ανεδαφικού ρομαντισμού. Μια ματιά βαθειά Πολιτική, μια ματιά Υπερβατικού Ρεαλισμού, μια ματιά Σύμπηξης του Αναγκαίου κι Εφικτού σε Εφικταναγκαίο.

Και βέβαια στο Κεφαλόσκαλο αυτό, στις δικές μου σκέψεις, πολλά φιλελεύθερα κατακτήματα σε δομική αρμονία με το αναβαθμισμένο Συλλογικό συγκροτούν ό,τι θα ονομάζαμε Σοσιαλισμό ή ΜεταΦιλελεύθερη Κοινωνία. Σε απόσταση απ’ τη δυτική ΣΔ και τον Σοσιαλισμό του Κιμ Ιλ Καντάφι. Οπου ο Συλλογικός Σχεδιασμός και η Ελεύθερη Οικονομία συνυπάρχουν εναρμονισμένα σε διακριτά επίπεδα και συνυπηρετούν την κοινωνία, όπου η Ελευθερία αποτυπώνεται συνεργικά στο Ατομικό και το Συλλογικό, όπου η Δημοκρατία είναι Πολυκομματική, Βαθειά, «Αριστο-προσωπευτική» και υπό διαρκή Αναβάθμιση ως Αμεσα ορισμένως αλλά κατά βάση ως Εμμεσα Συμμετοχική κι όπου η Εκπροσώπηση είναι γνήσια. Γνήσια όχι με την έννοια της «απλής αναλογικής» κτλ, αλλ’ ως άμεση-ελεγχόμενη-έμπιστη σχέση Εντολέων κι Αντιπροσώπων στο πλαίσιο κατάλληλων πολιτειακών αλλά και κομματικών θεσμών.

Φυσικά στο πλαίσιο αυτό ο Φιλελεύθερος Πόλος (ΚΔ κτλ…) θα είναι παρών, όχι όμως καθεστωτικά ηγεμονικός ενώ η ηγεμονία του Σοσιαλιστικού Πόλου, Ασταθής, μη Παγίως Κυβερνητική και υπό διαρκή δοκιμασία ενώπιον της Κοινωνίας θα επιζητείται και θα επαληθεύεται ως βάθαιμα της Δημοκρατίας δηλ. του Κοινωνικού Αυτεξούσιου-Αυτεύθυνου, του μη έχοντος ανάγκη Αλλότριας Εξουσίας.

 

ΙΔΙΑΙΤΕΡΗ σημασία σ’ όλα αυτά έχει το ζήτημα του Υποκειμένου, Κοινωνικού και Πολιτικού. Οπου το Κοινωνικό Υποκείμενο πρέπει πλέον να νοηθεί στο πλαίσιο μιας γενικότερα βιοτικής κι όχι στενά υλιστικο-οικονομίστικης ταξικότητας, κοντολογίς πέραν της «εργατιάς και των συμμάχων της» τελικώς δε του καθεστωτικού ιερατείου. Η ευρύτερη αναφορά στην Κοινωνικοπολιτική Στάση και Κοινωνική Πλειοψηφία παρέχει μια κάποια σχετική ιδέα, ωστόσο οργανικά κι εξ αρχής το Κοινωνικό Υποκείμενο ενσωματώνει στοιχεία Προσανατολισμού, Πολιτικής και Θεσμικότητας που δεν μπορούν πλέον να νοούνται ως εποικοδόμημα-Στέμμα ενός φαντασιακού προϋπάρχοντος αγίου χωρίς στέμμα. Φυσικά η θεωρητική δουλειά έχει εδώ να αποσαφηνίσει πολλά περί την εσωτερική διαστρωμάτωση και εσωτερική διαλεκτική του Κοινωνικού Υποκειμένου, το ρόλο των πνευματικών ταγών, την ενσωμάτωση εκεί ποικίλων συλλογικών δράσεων πλην μακράν του κορπορατισμού επί του μεταμοντέρνου «δικαιωματιστικού» σμήνους, καθώς και τη σχέση του με το Πολιτικό Υποκείμενο και τα ειδικότερα σ’ αυτό στοιχεία…

 

ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ στις σκέψεις μου είναι η αποσαφήνιση και κατά περίπτωση μετατόπιση στη χρήση κομβικών όρων της πολιτικής προβληματικής. Είναι άλλωστε σε πλήρη εξέλιξη ήδη η «ορολογική» επίθεση της «μαχόμενης φιλελεύθερης δημοκρατίας» όπου πχ. η «κανονικότητα», αποτελώντας εν μέρει κοινωνική ανάγκη ουσιοποιείται διεθνώς σε βήματα αυταρχικού καθεστωτισμού ή η «πρόοδος», εν μέρει στον αντίποδα ενός ασαφούς ή κι αλλοπρόσαλλου αντικαθεστωτισμού, συνωνυμείται με την άκρα εξατομίκευση, τον ατομικιστικό δικαιωματισμό και την διάλυση οργανικών κοινωνικών συλλογικοτήτων.

Δύσκολο εδώ αλλά κι απαραίτητο βήμα, είναι η οριοθέτηση ενός διέξοδου ελευθερωτικού κινήματος πέραν του όρου της «Αριστεράς», «Κεντροαριστεράς», «Δεξιάς», κτλ. με τη χρήση όρων πλέον δηλωτικών θετικού περιεχομένου κι εξ αυτού και μόνον σηματοδοτικού των «αντιπάλων» και «ρήξεων». Ο όρος πχ. «Σοσιαλισμός», κομίζοντας ως και ο όρος «Αριστερά» θετικά ιστορικά στοιχεία αλλά και ιστορικές πληγές, παραμένει πλέον θετικός, λιγότερο διχαστικός και πλέον υπενθυμιστικός των αναγκών πλήρωσης περιεχομένου, δηλ. θεωρητικά-στρατηγικά υποκειμενοποιητικός. Ιδίως όταν ο όρος «Αριστερά» εγγράφεται θεωρητικά σε μια γραμμική εννόηση των Κοινωνικοπολιτικών Στάσεων (Δεξιά…Κέντρο…Αριστερά) ορίζοντας στρεβλά τις γραμμές ρήξεων – συνεργειών κι εν τέλει στηρίζοντας τον ακραίο φιλελευθερισμό (κι όχι «νεοφιλελευθερισμό») ως ακραίο «Κέντρο» και κατά περίπτωση εκτρέποντας τον ακατέργαστο αντισυστημισμό σε λαϊκιστικές ή και φασιστικές («ακροδεξιές») κατευθύνσεις. Η επεξεργασία εδώ μιας πληρέστερης Κοινωνικοπολιτικής Γεωγραφίας περιλαμβάνει οπωσδήποτε την εγκατάλειψη του γραμμικού σχήματος «Δεξιά…Αριστερά», χωρίς αυτό να συνιστά αποποίηση των ιστορικών κοινωνικών αγώνων.

Οι παραπάνω νύξεις, ως στοιχειώδης σκιαγράφηση σκέψεων διεξόδου, παραμένουν επί πλέον άκρως τυπολογικές, εκτός δηλ. ειδικότερων συγκυριακών προσαρμογών. Και κυρίως εκτός ενός ευρύτερου πλαισίου Παγκόσμιας Γεωπολιτικής, όπου η σχετική επέκταση εκφεύγει των ορίων της παρέμβασης αυτής. Θα σημειώσω μόνον εδώ ότι θεωρώ τη «Διεθνή» συναρμογή τους απολύτως ομόρροπη, καθώς κι ότι ο κοινωνικοπολιτικός αγώνας στη χώρα μας μπορεί να έχει ένα Διεθνές αντίκρισμα πολύ μεγαλύτερο των συμβατικών μεγεθών της.

 

 

 

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

 

 

Για την διάρκεια του επικαιρικού

            στιχηρό εξάσφαιρο στη μνήμη ενός ράπερ

 

Το στοίχημα δεν είναι

να κάνεις άπαξ το όνομα του Παύλου Φύσσα

οδό

 

Το στοίχημα είναι

να κάνεις πάντα την αντίσταση σε κάθε ολοκληρωτισμό

δρόμο σου

 

Γιάννης Πατίλης

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!