Η Δυτική Όχθη –κι όχι πλέον μόνο η αποκλεισμένη Γάζα– βρίσκεται το τελευταίο διάστημα στο στόχαστρο του Ισραήλ, και μάλιστα λίγο πριν τις επερχόμενες πρόωρες (πάλι) ισραηλινές εκλογές της 1ης Νοεμβρίου. Όχι ότι τα Κατεχόμενα Εδάφη της Δυτικής Όχθης δεν σημαδεύονταν από συγκρούσεις, ιδίως αφότου το ισραηλινό κράτος ενέτεινε τις επιχειρήσεις βίαιης εκδίωξης των γηγενών Παλαιστινίων κυρίως από την Ιερουσαλήμ, και αντικατάστασής τους από σιωνιστές εποίκους. Όμως τέτοιο επίπεδο επιθετικότητας εκ μέρους των κατοχικών δυνάμεων, αλλά και αντίστασης των Παλαιστινίων, έχει να σημειωθεί από το 2014.
Πρόκειται κυριολεκτικά πλέον για ακήρυκτο πόλεμο μεταξύ από τη μια ενός ρατσιστικού-κατοχικού καθεστώτος απαρτχάιντ (χαρακτηρισμός και με διεθνή βούλα πλέον, κι ας παριστάνει η Δύση ότι δεν το έχει προσέξει), κι από την άλλη μιας παλαιστινιακής νεολαίας απελπισμένης και απηυδισμένης από την κατοχή, τον θάνατο και την εξαθλίωση. Για να γίνει κατανοητό το τι συμβαίνει σε αυτά τα εδάφη, αρκεί ίσως μια στεγνή καταγραφή των «κατορθωμάτων» του ισραηλινού στρατού την τελευταία μόνο εβδομάδα:
- σκότωσε πέντε ανήλικους και τραυμάτισε δεκάδες (από την αρχή της χρονιάς, 167 Παλαιστίνιοι έχουν δολοφονηθεί από τον στρατό κατοχής στη Δυτική Όχθη και την Ανατολική Ιερουσαλήμ),
- έχει αποκλείσει τα στρατόπεδα προσφύγων στην Ανατολική Ιερουσαλήμ, εμποδίζοντας την πρόσβαση των 120.000 Παλαιστινίων που ζουν εκεί σε υπηρεσίες υγείας και παροχή φαρμάκων,
- εισβάλλει κάθε νύχτα σε πόλεις της Δυτικής Όχθης (ιδίως την Τζενίν, τη Ραμάλα και τη Ναμπλούς) για «εκκαθαριστικές-αντιτρομοκρατικές επιχειρήσεις»,
- προστατεύει τους ένοπλους ακροδεξιούς εποίκους οι οποίοι επιτίθενται στους Παλαιστίνιους αγρότες για να τους εμποδίσουν να μαζέψουν τις ελιές,
- εξακολουθεί να γκρεμίζει σπίτια Παλαιστινίων στην Ανατολική Ιερουσαλήμ, και να διώχνει γηγενείς από τη γη τους, ιδίως στους Λόφους της Νότιας Χεβρώνας.
Ένα από τα επίκεντρα της αντίστασης σε αυτήν την αβίωτη κατάσταση είναι η πόλη Τζενίν – όπου από τον Μάιο του 2021, οπότε ξεδιπλώθηκαν άνευ προηγουμένου αιματηρές εκκαθαριστικές επιχειρήσεις, 51 άνθρωποι (στην πλειοψηφία τους ανήλικοι ή νέοι) έχουν δολοφονηθεί από τον κατοχικό στρατό, και εκατοντάδες έχουν συλληφθεί. Η διαφορά είναι ότι όλο και συχνότερα οι νέοι της Τζενίν δεν περιορίζονται πια να πετούν πέτρες στα ισραηλινά τεθωρακισμένα: πλέον αντιστέκονται και με αυτοσχέδιες βόμβες και πυροβόλα όπλα.
Ο ισραηλινός δημοσιογράφος Έντο Κόνραντ, αρχισυντάκτης του περιοδικού +972, επιχειρεί να καταλάβει συνομιλώντας με νέους από την Τζενίν. Γράφει: «Αρκετοί άνθρωποι με τους οποίους μίλησα χρησιμοποίησαν τη λέξη “φυλακή” για να περιγράψουν την κατάστασή τους, και όλοι είχαν τουλάχιστον ένα μέλος της οικογένειάς τους που σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια της Ιντιφάντα ή φυλακίστηκε στο Ισραήλ». Οι απαντήσεις τους είναι καρφιά:
- «Όταν ο [ισραηλινός] στρατός εισβάλλει, ακούς τους πυροβολισμούς, περικυκλώνουν ένα σπίτι, σκοτώνουν κάποιον… χωρίς να το συνειδητοποιείς, είσαι έτοιμος. Ακόμα και κάποιος σαν εμένα, που είναι εναντίον τέτοιων πραγμάτων, θα μπορούσε να βγει και να πυροβολήσει τον στρατό» (Αχμάντ, 31 χρονών).
- «Κάποιος εντάσσεται σε μια [ένοπλη] οργάνωση όχι επειδή θέλει να πεθάνει, αλλά επειδή φτάνεις σε ένα σημείο όπου αναρωτιέσαι: πότε θα τελειώσει αυτό; Αρκετά. Θέλεις να τελειώσει. Θάνατος, μετανάστευση, οτιδήποτε, αρκεί να τελειώσει» (Μοχάμεντ, 20 χρονών).
- «Με κάθε έναν που σκοτώνουν [οι ισραηλινοί], ο αριθμός των όπλων στο στρατόπεδο προσφύγων αυξάνεται. Οι νέοι μαζεύουν από μόνοι τους χρήματα και ετοιμάζουν εκρηκτικούς μηχανισμούς για να πάρουν εκδίκηση» (Μουσά, 22 χρονών).
- «Έχουμε ανάγκη από έναν εθνικό ηγέτη. Κάποιον καθαρό, από τους δρόμους, που δεν θα κάθεται σε ένα γραφείο όπως αυτοί των μεγάλων παρατάξεων» (Σάντι, 25 χρονών)…