Σκέψεις για το ζήτημα πολύπλευρης συγκρότησης του υποκειμένου στην Ελλάδα του 2016
Το επίθετο «ακέφαλο» που χρησιμοποίησε ο Μίκης Θεοδωράκης για να προσδιορίσει το κοινωνικό μέτωπο που αυθόρμητα αναπτύσσεται, μπορεί να ωθήσει τη σκέψη ώστε να εντοπιστούν κι άλλες κρίσιμες διαστάσεις έλλειψης «κεφαλής» στην παρούσα πολιτική πραγματικότητα. Η έλλειψη αυτή δεν πρέπει να ταυτιστεί σε έναν πρώτο χρόνο με αυτό της «ηγεσίας», όσο με εκείνο του νοήματος, των αξιών και των στόχων που συγκροτούν μια κοινωνία, ένα λαό, μια χώρα. Το ζήτημα της διαμεσολάβησης ή ακόμα της υπηρέτησης αυτών των πλευρών από μια «ηγεσία», ένα κόμμα (όχι σαν οργανωτική υπόσταση, αλλά κάτι που να πλησιάζει την έννοια του «συλλογικού διανοουμένου») έπεται ή δεν έχει (ακόμη) τόση σημασία αφού απουσιάζει το περιεχόμενο, δηλαδή το νόημα.
Το ουσιαστικό, κατά συνέπεια, αυτή τη στιγμή, έγκειται στο ότι η χώρα είναι ασώματη, ασυγκρότητη, χωρίς συνοχή και ρευστοποιημένη. Ασώματη χώρα σημαίνει πρωταρχικά πως ο λαός, το έθνος και η κοινωνία δεν μπορούν να συναισθανθούν τους όρους ύπαρξής τους, την ιδιαιτερότητα και ιστορικότητα που έχουν -όχι μόνο σαν παρελθόν- αλλά σαν επίκεντρο πειραματισμών και δοκιμών που γίνονται στο νοτιοανατολικό άκρο της Ευρώπης. Η ανάγκη διεξόδου δεν μπορεί να οριστεί με νοσταλγική διάθεση ενός παρελθόντος, αλλά με όρους σύγχρονους που θα αντιμετωπίζουν τα καίρια ζητήματα που έχουν τεθεί απέναντί μας. Ας προσέξουμε τα λόγια του ποιητή: «Μια μέρα το παρελθόν θα μας αιφνιδιάσει με τη δύναμη της επικαιρότητάς του. Δεν θα ’χει αλλάξει εκείνο αλλά το μυαλό μας. Ένα ψήλωμα νοητό, που θα χρειαστεί να το ξανανεβούμε για να εκτιμήσουμε σωστά τις διαστάσεις των πραγμάτων γύρω μας». (Ο. Ελύτης, Εν λευκώ, Eκδόσεις Ικαρος, 1992).
Ασώματη… χώρα
Η Ελλάδα βρίσκεται, εδώ και χρόνια, στη δίνη ενός οικονομικού στραγγαλισμού και μόλις τώρα εισέρχεται στη ζώνη των πολέμων, ως προγεφύρωμα, ως υποδοχέας των προσφυγικών ροών, ως χώρος στρατιωτικών βάσεων και επιχειρησιακών κόμβων. Αυτή η «τανάλια» οικονομικού στραγγαλισμού και εισόδου στη ζώνη του πολέμου, δημιουργεί τρομακτικό σοκ στο λαό και την κοινωνία. Τα σχήματα ηγεμονίας του συστημισμού θρυμματίζονται, οι όροι που συνάπτονται κοινωνικά συμβόλαια ανάμεσα σε τμήματα της αστικής ελίτ και των μεσοστρωμάτων τινάζονται, η κρίση αντιπροσώπευσης αποκτά μόνιμα χαρακτηριστικά. Το κυριότερο όμως στοιχείο είναι η απόλυτη αδυναμία του πολιτικού κόσμου, να χαράξει μια «γραμμή» διεξόδου από τη δίνη αυτή, να κατανοήσει στοιχειωδώς σε τι κατάσταση βρίσκεται (αυτό επιτείνεται στην περίοδο της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ). Όλα τα ισχυρά χαρτιά που διέθετε το σύστημα καταρρέουν σαν τραπουλόχαρτα. Η απεγνωσμένη προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να εμφανίσει την Ελλάδα ως τον θετικό εκφραστή των ευρωπαϊκών ιδεωδών, καταρρίπτεται από τον κυνισμό, την αποικιοκρατική αντίληψη, την ιμπεριαλιστική, εθνικιστική και ρατσιστική πρακτική όλων των χωρών της Ευρώπης. Μέρα με την μέρα αφού είπαν «ναι σε όλα» βλέπουν ότι ο σχεδιασμός των Ευρωπαίων για την Ελλάδα είναι να την μετατρέψουν σε γκρίζα μη ευρωπαϊκή ζώνη. Χώρα-παραπέτασμα απόκρουσης και επιβράδυνσης των προσφυγικών ροών, με περιορισμένη κυριαρχία και με παρουσία ξένων στρατιωτικών δυνάμεων. Tο σύστημα δεν έχει πρόταση πέρα από την διαχείριση της υπάρχουσας κατάστασης και των τετελεσμένων που πέφτουν κατά ριπάς. Αδυνατεί να διατυπώσει κάποιο νόημα, κάποια ιδέα, κάποιον στόχο. Μόνο γελοία σχήματα λόγου, τύπου Τσακαλώτου «είμαστε κοντά, στην αρχή του τέλους του κακού» ή τύπου Τσίπρα «το 2016 η Ελλάδα θα αποτελέσει την έκπληξη».
Η Αριστερά σε όλες τις εκδοχές της δεν μπορεί να δώσει κι αυτή πειστικές απαντήσεις. Η διάσταση της έννοιας «χώρα» δεν την απασχολεί, δεν μπορεί να δει την Ελλάδα ως θύμα μιας ιμπεριαλιστικής στην ουσία πολιτικής. Αντίθετα, θεωρεί την Ελλάδα ιμπεριαλιστική, άρα δεν βλέπει την κρισιμότητα που έχει η ποιότητα «αποικία-χρέους» και η χώρα παραπέτασμα-αποθήκη εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων-μεταναστών. Δεν αισθάνεται ότι η χώρα απειλείται, ότι συρρικνώνεται η κυριαρχία της, δεν υπάρχει για την Αριστερά θέμα τουρκικού επεκτατισμού και αμφισβήτησης των συνόρων. Όλα αυτά είναι ανύπαρκτες φαντασιώσεις. Απομένει μόνο ο αμυντικός αγώνας για το Ασφαλιστικό και το Φορολογικό (σαν απόηχος του αντιμνημονιακού αγώνα) ενώ λείπουν τελείως οι πολιτικοί στόχοι. Όμως, έτσι δεν οικοδομείται μια εναλλακτική στην καθολική κρίση. Η Αριστερά ασχολείται βασικά με τα ποσοστά της και τη συμμετοχή της στο συστημικό παιχνίδι, χωρίς να συμβάλει σοβαρά, χωρίς να νοιάζεται όπως θα έπρεπε για μια πολιτική διεξόδου.
Απορημένη κοινωνία
Η κοινωνία βρίσκεται σε μια περίεργη κατάσταση. Αφού πέρασε τα σοκ του καλοκαιριού, αφού έδειξε έμπρακτα την αλληλεγγύη της στα κύματα προσφύγων, αφού άρχισε να ξαναπαίρνει μπρος με τους αγώνες αγροτών, επιστημόνων και τις γενικές απεργίες, παραμένει σε μια κατάσταση σοβαρής απορίας και διερώτησης για το πού πάμε ως χώρα, ως κοινωνία, ως λαός.
Διαισθητικά, αντιλαμβάνεται ότι τα ζητήματα έχουν χοντρύνει, ότι δεν πρόκειται απλά για κάποια οικονομική διευθέτηση ή δυσμενή οικονομικά μέτρα, αλλά για ζητήματα ιστορικών διαστάσεων και σημασίας που υπερβαίνουν τη συνήθη πολιτική αντιπαράθεση όπως και τους αγώνες που έγιναν μέχρι σήμερα. Τώρα, πλέον, μπαίνουν ερωτήματα σχετικά με τον πόλεμο, την υπόσταση, την ύπαρξη της χώρας, τη διάλυση της κοινωνίας, την ανημποριά ατομικής λύσης και επιβίωσης. Ο κόσμος αντιλαμβάνεται ότι συμβαίνει κάτι μεγάλο, ότι πλησιάζουμε σε εθνική και κοινωνική καταστροφή, άσχετα αν δεν μπορεί να το εκφράσει με αυτούς τους όρους. Εκατοντάδες χιλιάδες (αν όχι και εκατομμύρια) άνθρωποι σε ολόκληρη την χώρα αναρωτιούνται για το πού πάμε, αν θα έχει τέλος ή όχι το κακό, για το πού τελικά θα φθάσουμε. Έτσι, όμως, από την απορία (πού πάμε;) και την διαπίστωση (εθνική και κοινωνική καταστροφή) προχωράμε στην περιοχή του υποκειμένου όπου τίθεται πάλι με μια σειρά ερωτημάτων: τι μπορεί να βάλει τέλος στην καταστροφή ή να την αντιμετωπίσει; Πώς μπορεί να υπάρχει η χώρα και η κοινωνία στις συνθήκες που δημιουργούνται; Υπάρχει διέξοδος και πώς οικοδομείται;
Το κύριο ερώτημα σήμερα, το κεντρικό ζήτημα είναι το πώς η κοινωνία και ο λαός μπορούν να συγκροτηθούν σε ενεργό υποκείμενο. Μέσα από μια πολύπλευρη διαδικασία κι όχι με τα στερεοτυπικά σχήματα του παρελθόντος. Αυτό το ζήτημα πρέπει να ανοίξει διάπλατα, να γίνει το κυρίαρχο, να διατρέξει όλες τις διεργασίες, να εισβάλει σε όλους τους κοινωνικούς χώρους, να απαιτηθεί από τη διανόηση να πάρει θέση απέναντί του, να μιλήσει ο απλός κόσμος για τις ανησυχίες και τον πόνο του, να έρθουν σε επαφή οι ζωντανές δυνάμεις του τόπου. Ο Δρόμος ανοίγει τις στήλες του σε αυτήν την διερεύνηση-συζήτηση.