Περί χάσματος γενεών και ηθικών αξιών…

Γράφει η Χριστίνα Ανδρέου

 

Είναι κάποια έργα, όπως η Αγαπητή Ελένα της Ρωσίδας θεατρικής συγγραφέως Λουντμίλα Ραζουμόβσκαγια, που μοιάζουν με κουβάρι. Ένα κουβάρι που το ξετυλίγεις σιγά-σιγά και καθώς το ξετυλίγεις αναδύονται διαφόρων ειδών μηνύματα, διφορούμενα, ξεκάθαρα, εμπειρικά, προφητικά. Ένα κουβάρι που όταν φτάσεις στην άκρη του ανακαλύπτεις ένα μήνυμα, τόσο βαθύ, όσο η ίδια η ζωή. Γραμμένο στη Σοβιετική Ένωση της δεκαετίας του 1980 κατακλύζεται από το μουχλιασμένο άρωμα της προ των πυλών κατάρρευσης του σοσιαλιστικού ιδεώδους. Γι’ αυτό και όλα στην Αγαπητή Ελένα είναι ρευστά. Το νέο μάχεται το παλιό και τούμπαλιν και ο φόβος για την άγνωστη μέρα που ξημερώνει ρίχνει παντού τη σκιά του. Σε αυτό το ζοφερό, τελματωμένο και μίζερο περιβάλλον, λοιπόν, οι ήρωες της Λουντμίλα προσπαθούν να ορθώσουν το ανάστημά τους απέναντι στον εχθρό, στον όποιον εχθρό προσπαθεί να στραγγαλίσει το είναι και τα όνειρά τους. Και ποιος είναι ο εχθρός; Για τους νέους είναι οι γηραιότεροι, για τους γηραιότερους οι νέοι, για τον κακό μαθητή είναι το κακό γραπτό του, για την όμορφη κοπέλα είναι ένας άφρονας ή ένας βίαιος άντρας, για τον φτωχό είναι η φτώχεια του, για τον πλούσιο ο φτωχός, για τον συντηρητικό η αλλαγή, για τον γραφειοκράτη η πρόοδος κ.ο.κ. Και το συγκλονιστικό στο έργο είναι πως ο θεατής παρακολουθεί σε όλη τη διάρκεια της παράστασης ένα ανοιχτό πεδίο μάχης. Μάχης με τα λόγια ή τις πράξεις.

Η ιστορία δεν έχει περικοκλάδες ως σύλληψη. Τέσσερις νέοι φοιτητές σε μια πόλη της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, εγκλωβισμένοι σε ένα κλινικά νεκρό εκπαιδευτικό σύστημα-κοινωνικό γίγνεσθαι, πηγαίνουν στο σπίτι της παλαιάς κοπής καθηγήτριάς τους στο σχολείο, με σκοπό να την παραπλανήσουν και να κλέψουν το κλειδί όπου βρίσκονται τα γραπτά τους για τις κατατακτήριες εξετάσεις στο Πανεπιστήμιο. Σκοπός τους είναι να αλλάξουν τα κακά γραπτά με άλλα που θα τους επιτρέπουν την είσοδο στο πανεπιστήμιο, μήπως και έτσι αλλάξει και η τύχη τους σε σχέση με το μέλλον, με τη ζωή. Αλλάζουν, όμως, έτσι οι τύχες; Φυσικά, τα όσα θα επακολουθήσουν δεν είναι καθόλου ευχάριστα, είναι απλά επαίσχυντα. Οι ήρωες βγάζουν από πάνω τους τον μανδύα του ανθρώπου και ντύνονται με αυτόν του υπανθρώπου, ο καθένας με τη σειρά του, άλλος λιγότερο, άλλος περισσότερο. Γιατί στα αίσχη όλοι έχουν ευθύνη. Και αυτοί που συμμετέχουν και αυτοί που παρακολουθούν αυτούς που συμμετέχουν. Σαν καλό ψυχολογικό θρίλερ, λοιπόν, το έργο σε βάζει αμέσως στο νόημα: όποιος παίζει τον ρόλο του εξουσιαστή -άθελά του ή μη- ασκεί κάθε μορφής βία. Συνεχώς ψάχνεις να βρεις τον κυρίαρχο του παιχνιδιού. Οι ισορροπίες αλλάζουν κάθε λεπτό για να αναδειχθεί στο τέλος νικητής ο πιο διεφθαρμένος, αυτός που δεν διστάζει να πατήσει επί πτωμάτων. Κλασικά εικονογραφημένα…

Παρακολουθώ χρόνια το έργο της Ομάδας Νάμα. Το έργο αυτό δυναμίτης είχε ξανανέβει πριν από 14 χρόνια, ανοίγοντας για πρώτη φορά την αυλαία του Θεάτρου Επί Κολωνώ. Είναι ίσως από τα λίγα έργα που δεν είχα δει, οπότε χάρηκα γι’ αυτήν την… επιστροφή του στη σκηνή. Άλλωστε, οι δουλειές της σκηνοθέτιδος Ελένης Σκότη έχουν όλες μια συνέπεια. Συνέπεια αισθητικής και άποψης. Το Επί Κολωνώ είναι από εκείνα τα θέατρα που μέχρι στιγμής δεν έχει ακυρώσει με μια παράστασή του το ενδιαφέρον του κοινού. Είναι εξαιρετικά δύσκολο για χρόνια να κινείσαι με βαθμό «λίαν καλώς» και άνω σε όλες σου τις παραστάσεις. Αν και η συγκεκριμένη παράσταση δεν είναι από τις αγαπημένες μου στο τέλος της ημέρας, ωστόσο ήταν για μια ακόμη φορά ένα άρτιο θεατρικό δημιούργημα. Σκηνικά/Κοστούμια (Γιώργος Χατζηνικολάου), φώτα (Αντώνης Παναγιωτόπουλος) και μουσική επένδυση σε συνεχή διάλογο με την αθόρυβα νευρώδη σκηνοθεσία της Σκότη. Η Αριέττα Μουτούση, ως δασκάλα, «ντυμένη» με όλα εκείνα τα στερεότυπα του ρόλου της, κινήθηκε με της άνεση της πείρας. Οι Γιάννης Λεάκος, Δημήτρης Σαμόλης, Χρήστος Κοντογεώργης και Ηρώ Πεκτέση ουσιαστικοί, μετρημένοι και πολύ καλά δεμένοι θεατρικά, σαν γροθιά. Βέβαια, ο Γιάννης Λεάκος, στο ρόλο του Βαλόντια, έγραψε ιστορία. Καλώς ή κακώς (δεν ξέρω, τελικά, αν κάποιος πρέπει να κλέβει την παράσταση ως είθισται να λέμε στο θέατρο ή να τηρούνται κάποιες ισορροπίες ανάμεσα στους ηθοποιούς) ξεχώρισε με ταχύτητα φωτός. Έξοχος.

 

Το tip του θεατή:

Να πας. Για όλους εκείνους τους λόγους που κάποιος που αγαπά το θέατρο πηγαίνει σε παραστάσεις που σέβονται τον εαυτό και το κοινό τους. Δυστυχώς, δεν υπάρχει πρόγραμμα, τουλάχιστον όταν εγώ παρακολούθησα το έργο. Εάν είστε συλλέκτες, όπως η γράφουσα, θα απογοητευτείτε λίγο.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!