Αυτό στα οργανωμένα κράτη και σε περιόδους ακμής. Γιατί στις πλείστες των περιπτώσεων η θέσπιση των φόρων διακρινόταν από αυθαιρεσία, στα όρια συχνά της ληστείας, και η συλλογή τους από ιδιαίτερη σκληρότητα. Η αποδοχή, λοιπόν, εκ μέρους των πολιτών της φορολόγησης των εισοδημάτων τους υπάρχει μόνο όταν ικανοποιεί το αίσθημα δικαιοσύνης, όταν αφορά ολόκληρη την κοινωνία και δρα ανταποδοτικά. Κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις, γεννιέται και η περίφημη φορολογική συνείδηση. Η έλλειψή της, επομένως, δεν οφείλεται σε κάποιο γονιδιακό ή φυλετικό ελάττωμα, αλλά στη μη εκπλήρωση κάποιων ή του συνόλου των προαναφερθέντων όρων.
Ασταθής ισορροπία
Στην Ελλάδα, τα πράγματα άρχισαν να σκουραίνουν, όταν τα πάγια χούγια της φοροδιαφυγής ή νόμιμης φοροαπαλλαγής των ελίτ άρχισαν να διαχέονται και προς τα μεσαία και κατώτερα στρώματα, εν είδει δημοκρατικού δικαιώματος του εξισωτισμού των προνομίων και σε αναλογία με το μηχανισμό του trickling down του πλούτου, γεγονός το οποίο, παρά τις δογματικές διακηρύξεις, ποτέ του δεν πραγματοποιήθηκε. Έτσι ο «εκδημοκρατισμός» της φοροδιαφυγής κατάφερνε, για χρόνια, να εξισορροπεί χωρίς σημαντικές διαταράξεις τη συνύπαρξη των κατώτερων με τα ανώτερα στρώματα, μιας και τα πρώτα μπορούσαν έτσι να αντεπεξέρχονται στο αυξανόμενο κόστος ζωής, τα δεύτερα να συνεχίζουν ανενόχλητα να συσσωρεύουν και να διαπλέκονται, ενώ, στη μέση, το κράτος μπορούσε να διατηρεί στο όριο τους μισθούς και τις κοινωνικές δαπάνες στο ελάχιστο. Άλλωστε, μέσω του κάποιου μεγαλύτερου εισοδήματος, που εξασφαλιζόταν λόγω φοροδιαφυγής, οι φορολογούμενοι πολίτες μπορούσαν να αναπληρώνουν το έλλειμμα δημοσίων παροχών στην παιδεία και υγεία, για παράδειγμα, με την καταφυγή σε ιδιώτες παρόχους, που κι αυτοί παρέμεναν χορτασμένοι και ευχαριστημένοι από μια απρόσμενα αυξανόμενη πελατεία.
Η ιδιότυπη αυτή ισορροπία απεδείχθη τελικά ασταθής. Η νέα εξαγγελθείσα φοροεπιδρομή επί δικαίων και αδίκων έρχεται τώρα, εντελώς βεβιασμένα, να σπρώξει τα πράγματα στο παλαιό σημείο ισορροπίας, προσπαθώντας αφενός μεν να πάρει πίσω αναδρομικά, κυρίως από τα μεσαία και κατώτερα στρώματα, όσα δεν φρόντισε να πάρει όλες τις προηγούμενες δεκαετίες από αυτούς που τα όφειλαν, αφετέρου δε να θέσει ένα τέλος στην ιδιότυπη αυτή «δημοκρατία» της φοροδιαφυγής και να αποκαταστήσει τις ελίτ στο προνομιακό και μονοπωλιακό status, που ανέκαθεν κατείχαν.
Όπως συμβαίνει όμως πάντα, μαζί με τα ξερά καίγονται και τα χλωρά, δηλαδή, τα συνήθη υποζύγια των μισθωτών και συνταξιούχων. Το τελευταίο κύμα φοροεπιδρομής, και ειδικά η ανάσυρση από τα σκοτεινά βάθη της ιστορίας του απεχθούς κεφαλικού φόρου (κοινώς χαράτσι), είναι βέβαιο ότι δεν θα φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Διότι αφενός η φοροδοτική ικανότητα έχει πια εξαντληθεί, αφετέρου ο εν λόγω φόρος είναι τόσο άδικος, που δεν αποκλείεται να οδηγήσει σε εκτεταμένες και απρόβλεπτες διαμαρτυρίες και εξεγέρσεις.
Περίπου 500 εξεγέρσεις
Και δεν θα είναι η πρώτη φορά. Ξεφυλλίζοντας την παγκόσμια ιστορία των εξεγέρσεων, στάσεων και επαναστάσεων λόγω άδικων φόρων, από την αρχαιότητα ώς τα σήμερα, καταγράφει κανείς 500 περιπτώσεις και σίγουρα δεν θα είναι οι μοναδικές παρά μόνο οι κυριότερες. (https://www.bookrags.com/browse/tf020350089X/)
Μια πρόσφατη περίπτωση εκτεταμένης εξέγερσης έρχεται από το Ηνωμένο Βασίλειο, όταν η Μάργκαρετ Θάτσερ είχε τη φαεινή ιδέα να αντικαταστήσει, το 1987, μετά την επανεκλογή της, το φόρο ακίνητης περιουσίας με έναν οριζόντιο και ανεξαρτήτως εισοδήματος κεφαλικό φόρο, και μάλιστα σε μια περίοδο μεγάλης εισοδηματικής ανισότητας. Η επιβολή του συνάντησε μαζική δυσαρέσκεια, η οποία συσπείρωσε εκατομμύρια κόσμου. Δημιουργήθηκαν τοπικές επιτροπές και πλήθος οργανώσεων ενάντια στις κατασχέσεις, καθώς και μια πανβρετανική ομοσπονδία κατά του κεφαλικού φόρου με εκπροσώπους απ’ ολόκληρη τη χώρα.
Οι διαδηλώσεις ξαπλώνονταν από πόλη σε πόλη με μαζική συμμετοχή αλλά και μαζική άρνηση καταβολής του: το 1/10 του πληθυσμού συνολικά και το 1/3 των Σκοτσέζων, ενώ στις μεγάλες πόλεις το ποσοστό αυτό ανέβαινε στο 40-50%. Η αποφασιστική στιγμή ήρθε το Μάρτη του 1990, με μια μεγαλειώδη συγκέντρωση εκατοντάδων χιλιάδων αποφασισμένων διαδηλωτών στο Λονδίνο. Μέχρι το Νοέμβρη του 1991, η Θάτσερ είχε παραιτηθεί, αποδίδοντας την αιτία της παραίτησής της και στην αποτυχία επιβολής του κεφαλικού φόρου. Κινήματα ενάντια στη φορολογία, κυρίως της ακίνητης περιουσίας, και ενάντια στις κατασχέσεις ξεπήδησαν και στις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια της μεγάλης ύφεσης. Η κατά 35% πτώση των εισοδημάτων και η μεγάλη ανεργία συνέτειναν ώστε οι φόροι, οι οποίοι εν τω μεταξύ είχαν διπλασιαστεί, να μην είναι δυνατόν να καταβληθούν. Σε κάποιες περιοχές η αδυναμία καταβολής αγκάλιαζε έως και το 50% των οφειλετών. Οι φορολογούμενοι σχημάτισαν τοπικές ενώσεις, περίπου 3.000 τον αριθμό, με αίτημα τις περικοπές στις κυβερνητικές δαπάνες, ακόμα και στην υγεία, με το επιχείρημα της διαφθοράς και της κατασπατάλησης του δημοσίου χρήματος.
Παρόμοια κινήματα άρνησης καταβολής φόρου ξαναζωντάνεψαν στις ΗΠΑ και το 1969, στο απόγειο των αντιπολεμικών διαδηλώσεων κατά του πολέμου του Βιετνάμ, ως ένδειξη έμπρακτης αντίθεσης στη συνέχιση της χρηματοδότησης του πολέμου. Στη διάρκεια δε μιας διαδήλωσης, σε ανάμνηση του αρχικού κινήματος του τσαγιού, έπνιξαν στο λιμάνι της Βοστόνης τις φορολογικές δηλώσεις τη μέρα λήξης της προθεσμίας υποβολής τους.
Σήμερα δε, υπάρχει ολόκληρο δίκτυο υποστήριξης και προπαγάνδας ενάντια στην καταβολή του ομοσπονδιακού φόρου, το μισό του οποίου υπολογίζεται ότι συντηρεί την πολεμική μηχανή των ΗΠΑ και τους ανήθικους και κοστοβόρους πολέμους στο Ιράκ, Αφγανιστάν, Πακιστάν και, τελευταία, στη Λιβύη, τη στιγμή που ο αριθμός των ανέργων ανέρχεται σε εκατομμύρια και οι κοινωνικές δαπάνες εξαερώνονται.
Απ’ ό,τι φαίνεται, λοιπόν, ούτε ο Θορώ ούτε και ο Γκάντι, με το κίνημα ενάντια στο φόρο του αλατιού, είναι οι μοναδικοί στη μακροχρόνια ιστορία της πάλης του ανυπεράσπιστου ανθρώπου απέναντι στις ληστρικές τάσεις των κυρίαρχων τάξεων. Αντίθετα, συσπειρώνονται, οργανώνονται και αντεπιτίθενται. Άλλοτε νικούν, άλλοτε όχι. Όμως, συνεχίζουν. Από τα βιβλικά χρόνια μέχρι αυτή τη στιγμή…