Αναγκαία συμπεράσματα για τις αναδιαρθρώσεις δημόσιου χρέους
του Γιώργου Τοζίδη
Το 2001 η Αργεντινή προχώρησε σε αθέτηση πληρωμών για το δημόσιο χρέος της που τότε ανερχόταν σε 95 δισ. δολάρια. Το 2005 και 2010 προχώρησε σε αναδιάρθρωση του χρέους της με την οποία συναίνεσε το 93% των πιστωτών της. Κάτοχοι ομολόγων που αρνήθηκαν να συναινέσουν, μεταξύ των οποίων το κερδοσκοπικό κεφάλαιο Elliott Associates, προσέφυγαν σε δικαστήριο των ΗΠΑ που στις 16 Ιουνίου φέτος εξέδωσε απόφαση με την οποία η Αργεντινή υποχρεώνεται να αποπληρώσει στο ακέραιο αυτά τα ομόλογα (περίπου 1 δισ. δολάρια), όπως αποπληρώνει και τους κατόχους των ομολόγων που εκδόθηκαν μετά την αναδιάρθρωση του χρέους.
Πώς ξεκίνησαν όλα…
Η Αργεντινή αθέτησε τις πληρωμές για το δημόσιο χρέος της προκειμένου να τερματίσει την ύφεση που είχε συρρικνώσει κατά 28% την οικονομία της και είχε οδηγήσει σε δραστική υποτίμηση το νόμισμά της (μετά την αποσύνδεσή του από το δολάριο) με αποτέλεσμα η μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού να βιώνει τη φτώχεια και την εξαθλίωση. Οι πληρωμές του χρέους σταμάτησαν μέχρι το 2005, όταν η κυβέρνηση πρότεινε στους ξένους πιστωτές της την ανταλλαγή των απλήρωτων ομολόγων με νέα χαμηλότερης ονομαστικής αξίας τα οποία δεσμευόταν ότι θα αποπληρώσει. Αυτή η πρώτη αναδιάρθρωση έγινε αποδεκτή από το 76% των πιστωτών της και αφορούσε σε δημόσιο χρέος 62,3 δισ. δολαρίων. Η κυβέρνηση τήρησε την υπόσχεσή της και μετά τη δεύτερη ανταλλαγή που πραγματοποιήθηκε το 2010 (12,4 δισ. δολάρια), περίπου το 93% των κατόχων ομολόγων είχε αποδεχθεί την ανταλλαγή με αποτέλεσμα το δημόσιο χρέος της Αργεντινής να ανέρχεται το 2013 στο 45,6% του ΑΕΠ. Επιπλέον το 2006 η χώρα εξόφλησε τα δάνεια που είχε λάβει από το ΔΝΤ, συνολικού ύψους 9,5 δισ. δολαρίων.
Η αθέτηση πληρωμής του δημόσιου χρέους και στη συνέχεια η αναδιάρθρωσή του συνέβαλαν σημαντικά στην ανάκαμψη της οικονομίας της Αργεντινής, όπως προκύπτει από την εξέλιξη των βασικών μακροοικονομικών μεγεθών της, από το 2002 μέχρι το 2005 (βλ. συγκριτικούς πίνακες για Αργεντινή και Ελλάδα).
Κάντε κλικ στον πίνακα για μεγέθυνση
Οι «γύπες» επιμένουν…
Κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης της Αργεντινής, τα επενδυτικά κεφάλαια-γύπες αγόρασαν ομόλογα της χώρας στη δευτερογενή αγορά με μεγάλη έκπτωση (όπως έπραξαν και στην περίπτωση της Ελλάδας τα ίδια κεφάλαια αλλά και οι κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης και η ΕΚΤ), γνωρίζοντας από την αρχή ότι θα ήταν πολύ δύσκολο να τα αποπληρωθούν στο 100% της αξίας τους. Για την προσφυγή τους στα αμερικανικά δικαστήρια αξιοποίησαν δύο στοιχεία: Το Αμερικανικό Δίκαιο με βάση το οποίο είχαν εκδοθεί και την απουσία της «ρήτρας συλλογικής δράσης». Ανέλαβαν αυτόν τον κίνδυνο γιατί γνώριζαν ότι εάν επιτύχουν θα έχουν καταγράψει τα υψηλότερα κέρδη στην ιστορία των κερδοσκοπικών κεφαλαίων.
Πράγματι, η απόφαση του αμερικανικού δικαστηρίου δικαίωσε τους «γύπες» και υποχρέωσε την κυβέρνηση της Αργεντινής όχι μόνο να αποπληρώσει στο 100% της αξίας τους αυτά τα ομόλογα που δεν είχαν ενταχθεί στην αναδιάρθρωση, αλλά απαγόρευσε και οποιαδήποτε πληρωμή στους κατόχους των νέων ομολόγων αν δεν αποπληρωθούν και οι παλιοί! Την ίδια περίοδο που εκδόθηκε αυτή η απόφαση, η κυβέρνηση της χώρας ολοκλήρωνε με επιτυχία τις διαπραγματεύσεις της με τα κράτη-πιστωτές της από το Club Paris (συνολικού ύψους 6,3 δισ. δολαρίων) καθώς και με την εταιρία Repsol S.A. για αποζημίωση λόγω εθνικοποίησης της θυγατρικής της στην Αργεντινή.
Η κυβέρνηση αντέδρασε στη δικαστική απόφαση των ΗΠΑ με βασικό επιχείρημα ότι καμιά χώρα δεν μπορεί να διαθέσει τα μισά συναλλαγματικά αποθέματά της (που σήμερα ανέρχονται σε 29 δισ. δολάρια) για την αποπληρωμή του δημόσιου χρέους της και να στερηθεί των αναγκαίων μέσων για να προστατεύσει τη συναλλαγματική ισοτιμία του νομίσματός της ή για να καλύψει τις βασικές ανάγκες των πολιτών της.
Πριν από λίγες μέρες, κατά τη διάρκεια της συνάντησης των υπουργών Εξωτερικών του Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών, υιοθετήθηκε ψήφισμα συμπαράστασης στην κυβέρνηση της Αργεντινής από όλους εκτός των ΗΠΑ και του Καναδά. Επιπλέον, ακόμη και συστημικοί οικονομολόγοι, διατύπωσαν σοβαρές αντιρρήσεις σχετικά με τη δικαστική απόφαση.
Συμπεράσματα
1. Αποδεικνύεται πόσο σημαντικό είναι το Δίκαιο που διέπει το δημόσιο χρέος. Στην περίπτωση της Ελλάδας, η υπαγωγή των νέων ομολόγων που εκδόθηκαν για το PSI+ αλλά και αυτών που εκδίδονται για «την έξοδο στις αγορές» στο Αγγλικό Δίκαιο, υπονομεύει τη διαπραγματευτική ικανότητα της χώρας έναντι των πιστωτών της.
2. Η ύπαρξη της «ρήτρας συλλογικής δράσης» είναι απαραίτητη προκειμένου να διασφαλισθούν τα συμφέροντα τόσο των οφειλετών όσο και των πιστωτών που συμφωνούν σε αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους.
Ρουμπινί: Επικίνδυνη η απόφαση του αμερικανικού δικαστηρίου
Ο νομπελίστας N. Roubini, σε άρθρο του στο Project Syndicate, χαρακτήρισε την αμερικανική απόφαση επικίνδυνη: «Πρώτον, το δικαστήριο αποφάσισε για πρώτη φορά ότι μία χώρα δεν μπορεί να συνεχίσει να αποπληρώνει τους πιστωτές που αποδέχθηκαν μία μεγάλη μείωση των απαιτήσεών τους μέχρις ότου αποπληρωθούν πλήρως όσοι δεν αποδέχθηκαν τη μείωση. Έτσι, γιατί ο οποιοσδήποτε μελλοντικός πιστωτής που ωφελείται από μια κανονική αναδιάρθρωση θα την αποδεχόταν αν γνώριζε ότι έστω και ένας να αρνείτο θα μπορούσε να εμποδίσει την αποπληρωμή των νέων απαιτήσεών του;
»Δεύτερον, αν όσοι κατακρατούν τα ομόλογα αποπληρώνονται πλήρως, η πλειοψηφία των πιστωτών που αποδέχθηκαν το “κούρεμα” μπορεί να αξιώσει, επίσης, να αποπληρωθεί πλήρως. Εάν αυτό συμβεί, το πρόβλημα με το χρέος θα ξαναπαρουσιαστεί, θα γίνει μη βιώσιμο και θα αναγκάσει την κυβέρνηση να προχωρήσει σε αθέτηση των πληρωμών προς όλους τους πιστωτές».