Τελικά σχεδόν τα καταφέραμε.

Υπάρχουν τώρα αρκετές πιθανότητες να ξεκουμπιστούν.

Χρόνια τους λέμε να φύγουν κι αυτοί τίποτα.

Ελπίζαμε πως το «κίνημα» κάτι θα καταφέρει, τελικά εμείς δεν τα καταφέραμε με το κίνημα.

Άλλωστε με «Παναγόπουλους» να καθοδηγούν τα συνδικάτα, τι προκοπή να δεις και ποιος να σ’ εμπιστευθεί.

Αργότερα επιχειρήσαμε να επενδύσουμε στην οργή της νεολαίας. Περιμέναμε να δούμε και τα ελικόπτερα να τους παίρνουν, περιμέναμε να γίνει της Χιλής, μα και πάλι τίποτα.

Το μόνο που καταφέραμε, ήταν να καταδικάσουμε τη βία «απ’ όπου και αν προέρχεται».

Η λαϊκή οργή και η αγανάκτηση φούντωναν, το νιώθαμε, το μυρίζαμε, αλλά δυστυχώς δεν θελήσαμε να τις μετατρέψουμε σε ριζοσπαστικές κοινωνικά και πολιτικά δυνάμεις.

Υποσχεθήκαμε νέες μορφές «λαϊκής συμμετοχής» κι ανακαλύψαμε τις παμπάλαιες «λαϊκές συνελεύσεις» που τις βάλαμε απλά να συνεδριάζουν και τις έρμες τις «πλατείες» που, αφού τις κάναμε «άνω-κάτω» τις καταντήσαμε απλά έρημες.

Και τελικά αντί οι «πλατείες» να διώξουν τη δεξιά πολιτική, εξοβέλισαν τα κόμματα και κυρίως την Αριστερά.

Κάποια στιγμή, πιστέψαμε πως «σήμερα ψηφίζουμε, αύριο φεύγουν».

Όμως και πάλι απογοήτευση και δυστυχώς ούτε οι καθημερινές μας προσταγές «να φύγετε», ούτε οι προτάσεις μομφής, ούτε η «νομιμότητα» που τους ταράξαμε, κατάφεραν να τους ξεκουμπίσουν.

Με το σήμερα φεύγουν, αύριο φεύγουν, φτάσαμε στον Σταύρο Δήμα και εναποθέσαμε πια όλες μας τις ελπίδες να κρατήσουν τα λάβαρα της ανατροπής τους και της αριστερής πολιτικής -με κορμό βέβαια τον ΣΥΡΙΖΑ- οι κομμουνάροι του Καμμένου και οι μπολσεβίκοι του Κουβέλη.

Ο κυρίαρχος λαός τρομαγμένος στους καναπέδες της απόγνωσης, παρακολουθεί τα παζάρια και τους εκβιασμούς και τις συναλλαγές των εκπροσώπων του, μετρά με αγωνία πόσα «παρών» θα γίνονται κάθε πέντε μέρες «ναι», παρακολουθεί την ξευτίλα που του σακατεύει τη ζωή και τελικά θέλει να φύγουν αλλά δεν θέλει εκλογές.

Φόβος και απόγνωση…

Κρατήσαμε το λαό μακριά από την αγωνιστική διαδικασία της διαμόρφωσης των πολιτικών εξελίξεων, προοδευτικών πολιτικών συσχετισμών, μακριά από τη διαμόρφωση της στρατηγικής ενός κόμματος που θέλει να λέει -και σωστά το λέει- πως στόχος του είναι να αλλάξει την κοινωνία, με τελικό στόχο το σοσιαλισμό.

Θελητά ή αθέλητα, του αναθέσαμε το ρόλο της «εξέδρας» κι ας λέμε πως τον θέλουμε στο γήπεδο.

Θελητά ή αθέλητα, τον «οδηγήσαμε» να μας αναθέτει κι αυτό μας βόλεψε.

Δεν πήγαμε να πούμε στο λαό πως αυτά τα όμορφα που του λέμε, δεν γίνονται χωρίς θυσίες, χωρίς αγώνες σκληρούς, χωρίς κατάθεση ψυχής, χωρίς θύματα.

Αφήσαμε τον κόσμο ανενημέρωτο για τις δυσκολίες που έρχονται. Απροστάτευτο, να χαίρεται με τις δημοσκοπήσεις, να οργίζεται με τα μνημόνια, να ενθουσιάζεται με τις ομιλίες μας.

Αφήσαμε μια κοινωνία ιδεολογικά, οργανωτικά και πολιτικά απροετοίμαστη για να στηρίξει μια δύσκολη ταξική αναμέτρηση.

Μια κοινωνία ευάλωτη στο φόβο και την τρομοκράτηση της Δεξιάς, ίσως για να μη τρομάξουμε του νοικοκυραίους, ίσως για ν’ αντιμετωπίσουμε τη θεωρία των δύο άκρων.

Κι εμείς αιφνιδιαστήκαμε από την επίθεση του αντίπαλου, γιατί μπροστά στην «ευλυγισία» που επιβάλλει σε μια μελλοντική κυβέρνηση η τακτική των συμμαχιών, ξεχάσαμε τι φόβο και τρόμο, είναι ικανό να προκαλέσει το σύστημα.

Ξεχάσαμε τι τράβηξε η Αριστερά και οι Αριστεροί.

Μπορεί να γίνουν εκλογές και είναι πιθανόν ο ΣΥΡΙΖΑ να γίνει η πρώτη αριστερή κυβέρνηση.

Όμως με το λαό αφοπλισμένο, ανενημέρωτο, θεατή, δεν θα πάει μακριά.

Και τότε να δεις φόβο και πισωγύρισμα!

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!