του Ευτύχη Μπιτσάκη
Κάποτε, οι εκπρόσωποι των παρηκμασμένων δουλοκτητικών δημοκρατιών, της Αρχαίας Ελλάδας, ταξίδευαν, με τα μέσα εκείνης της εποχής, για να ζητήσουν την εύνοια του Μεγάλου Βασιλέα των Περσών. Πριν από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, δύο Κυρίες, Γραμματίνες των δύο κομμάτων της Αριστεράς, ταξίδεψαν επί «πτερύγων ανέμων» στη Μόσχα. Στόχευε να διεκδικήσει η καθεμία το χρίσμα (ότι εγώ δούλος σου ειμί), από τον εν δόξει τότε, και διαφημιστή πίτσας αργότερα, Μιχαήλ Γκορμπατσόφ.
Χρόνος πολύς εκύλησεν έκτοτε. Η μία εκ των δύο Κυριών, σιτιζόμενη από τα ταμεία της Ε.Ε., σεμνύνεται για την υψηλού πολιτικού ήθους πολιτικήν πράξιν επαιτείας. Η δευτέρα τηρεί σιγήν ιχθύος, καθότι έχει κατανοήσει την ευθύνην της, και μεταθέτουσα τις ευθύνες, αποκαλεί προδότην τον διάσημον κάποτε Πρόεδρο.
Οι αρχαίοι υποτελείς έπαιρναν την οδόν προς τα Σούσα. Οι ημέτεροι προς τη Μόσχα. Τότε πηγαίναμε εμείς. Τώρα ήλθε σε μας ο Πλανητάρχης των Πυραύλων και των Πολέμων, αυτοπροσώπως, αυτούσιος, κομψός, άνετος, λίαν ομιλητικός περί πάντων. Αλλά για το «ψητό»; Δηλαδή για το χρέος; Η βάναυσος, λαϊκή λέξη «κούρεμα», έχει διαγραφεί από τα ευγενή στόματα των «εταίρων» (εταίρων ή εχθρών;) και έχει αντικατασταθεί από την εύηχον «απομείωση». Δηλαδή; Αυτά κατά την δεκάτην εβδόμην Νοεμβρίου του σωτηρίου έτους 2016.
Έχω αποκτήσει την κακή συνήθεια να χώνω τη μύτη μου σε ξένα σπίτια και να καταπατώ ξένα οικόπεδα. Για την ταπεινότητά μου πάντα σιωπώ. Σήμερα όμως θα κάνω μίαν εξαίρεσιν: Αύγουστος του 1948. Στρατοδικείο. Πρότασις Βασιλικού επιτρόπου: Θάνατος. Μη επιστρέψας μέσω τυφεκισμού «εις γην εξ’ ης ελήφθην» άρχισα να σιτίζομαι και να στεγάζομαι εις διάφορα ευαγή ιδρύματα του κράτους, των υποτελειακών και των δοσίλογων. Τουτέστιν Βούρλα (Στη Σμύρνη Μέλπω, Ηρώ στη Σαλονίκη, στο Βόλο Κατινίτσα έναν καιρό τώρα στα Βούρλα, κλπ Γαλάτεια Καζαντζάκη), από Βούρλα, εντός της κοιλίας θηριώδους αρματαγωγού (σύγχρονος Ιωνάς) μεταγωγή εις Γυάρον. Τα έτη περνούσαν, μεταγωγές εις μεταγωγών για μην πλήττουμε, αλλά η δωρεάν σίτιση κλπ θα τελείωνε για μένα μετά από επτάμιση χρόνια.
Εδώ εμφανίζεται πρώτη φορά η 17 Νοεμβρίου, ημέρα της αποφυλακίσεώς μου από την Γυάρο. Συμβάν (κατά Μπαντιού) άξιον ασβήστου μνείας.
Ελεύθερος στη μετεμφυλιακή Ελλάδα , όπου λειτουργούσαν πάντοτε τα στρατοδικεία και όπου τα εκτελεστικά αποσπάσματα εξετέλουν το πατριωτικόν καθήκον τους. Λοιπόν ελεύθερος: ο αείμνηστος Κωστής Κουλουφάκος μου πρότεινε να συνδεθώ με τον παράνομο μηχανισμό του ΚΚΕ. Ο αειθαλής Γλέζος, με την ΕΔΑ. Υπάκουσα τον παλαιό συγκρατούμενό μου των Βούρλων, της Αίγινας κλπ.
Στην ΕΔΑ είχα αναλάβει κατά καιρούς διάφορα «καθήκοντα». Ο αείμνηστος (και αυτός!) Νίκος Κιτσίκης, ο αντιστασιακός Πρύτανης του Πολυτεχνείου, μου έλεγε: «Ευτύχη, πάψε να βουλώνεις τρύπες! Έχουμε γι’ αυτό άλλους, καλύτερους από εσένα. Πάρε τη Μαρία και φύγε, θα πας χαμένος.»
Ο Κιτσίκης είχε δημοσιεύσει το 1947, το πρωτοποριακό βιβλίο «Η Φιλοσοφία της Νεώτερης Φυσικής». Το βιβλίο αυτό ενίσχυσε το ψώνιο μου για τη φυσική και ειδικά για τη φιλοσοφία των επιστημών. Η Μαρία συμφώνησε να φύγουμε για το Παρίσι. Να φύγουμε; Χωρίς διαβατήριο; Το 1965, επί Γεωργίου Παπανδρέου, πήρα επιτέλους διαβατήριο. Ο σπουδαίος γεωλόγος γαλλικής παιδείας, Γιάννης Μπορνόβας, με ενθάρρυνε και με βοήθησε να ρυθμίσω τα τυπικά μιας αίτησης για υποτροφία μεταπτυχιακού στη θεωρητική φυσική. Το «αφεντικό» μου, ο διευθυντής της φαρμακευτικής εταιρείας Abbott Lab, Ιάσων Γεωργιάδης, βοήθησε, μέσω του Γάλλου πρέσβη, να έλθει επιτέλους η ήδη εγκεκριμένη διετής υποτροφία.
Με τη Μαρία, Παρίσι, Νοέμβρης του 1965 (πάλι Νοέμβρης). Αργότερα η Μαρία έφερε και τον Γιάννη. (Επί Χούντας, εγώ δεν μπορούσα να πατήσω πάτρια εδάφη). Λοιπόν: Μεταπτυχιακά στο περίφημο Ινστιτούτο Πουανκαρέ, μετά από 15 χρόνια φυλακής και εργασίας για επιβίωση, μετά από 15 χρόνια, το ψώνιο της θεωρητικής φυσικής στεγάστηκε στο φιλόξενο Ινστιτούτο.
Πολλά είπα για τον εαυτό μου. Αλλά η 17η Νοεμβρίου, όπως ο Σαούλ τον Ιησού, δεν έπαψε να με «διώκει». Δεκαεπτά Νοέμβρη 1973, εξέγερση των φοιτητών στο Πολυτεχνείο. Συμπαράσταση μικρού μέρους του πληθυσμού της Αθήνας προς τους φοιτητές, εμείς αθέλητοι εξόριστοι, ελπίζαμε ότι ο διοικητής της στρατιάς της Μακεδονίας (;), ο στρατηγός Ντάβος, θα κατέβαινε με τα τανκς στην Αθήνα να σαρώσει τους χουντικούς. Τα τανκς δεν «κατέβηκαν», οι φοιτητές σφαγιάστηκαν και η Χούντα έπεσε λόγω της προδοσίας της Κύπρου και της εξέγερσης των φοιτητών. (Στην εξέγερση μετείχαν και εργάτες και ηλικιωμένοι, αλλά οι φοιτητές ήταν πρωτοπορία και η κύρια δύναμη). Εμείς στη Δυτική Ευρώπη, αυτοεξόριστοι κάναμε ό,τι μπορούσαμε για να βοηθήσουμε τους αγωνιζόμενους Έλληνες, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
Πάλι λοιπόν ο σημαδιακός Νοέμβριος. Αργότερα εμφανίστηκε και η «17 Νοέμβρη» με τα έργα της. Κατά τους «πατέρες» του Μαρξισμού, η ατομική τρομοκρατία δεν λύνει τη σύγκρουση των αντίμαχων τάξεων. Εγώ, χώνοντας πάλι τη μύτη μου στην πολιτική, έγραψα χωρίς καθυστέρηση άρθρο για τη μαρξιστική τοποθέτηση του προβλήματος. Στην πορεία η 17 Νοέμβρη «εξαρθρώθηκε» και η σιδηρά πυγμή του υποτελειακού κράτους, έπεσε αδιακρίτως επί δικαίων και αδίκων.
Και τώρα τι κάνουμε; Μερικοί φίλοι από το Παρίσι πήγαν μάρτυρες υπεράσπισης υπόδικων που, σύμφωνα με όσα γνώριζαν, ήταν αθώοι. Άλλοι επιμελώς έστριψαν προς άλλην κατεύθυνσιν.
Λοιπόν τι κάνουμε τώρα; Κάτι η χριστιανο-κομμουνιστική μου συνείδηση, κάτι η κατηγορική προσταγή του Καντ, κάτι η περίπου βεβαιότητα ότι ο Γιωτόπουλος ήταν αθώος, κάτι η αλληλεγγύη προς πάντα διωκόμενους, παρουσιάστηκα «αυθορμήτως» εις το Δικαστήριον. Πέντε ώρες όρθιος, σύγκρουση με τον εισαγγελέα και με τον δικηγόρο, άψογη ευγένεια από τον πρόεδρο (κύριε Καθηγητά κλπ). Το αποτέλεσμα ήταν προδιαγεγραμμένο.
Σε κρίσιμες στιγμές ο άνθρωπος αναγκάζεται να πει «το μεγάλο ναι ή το μεγάλο όχι. Με το όχι σώζει την τιμήν του». Όμως «το όχι εκείνο, το σωστό, τον κατατρέχει εις όλην την ζωήν του». Εντούτοις «Αν ρωτιούνταν πάλι, Όχι θα ξανάλεγε» (να με συγχωρεί ο Καβάφης, γράφω από μνήμης).
Πάλι: Λοιπόν και τώρα τι κάνουμε; Τι κάνουμε σε καιρούς καταφρόνιας, ηθικού σχετικισμού υποτέλειας, ζώντες εν «αποικία χρέους» με πολυδιασπασμένη Αριστερά; Μετά το 1967, ως μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ, αγωνίστηκα για την κοινή δράση και το διάλογο ανάμεσα στα δύο ΚΚΕ. Οι σκληροί του ΚΚΕ έλεγαν «ίδιος μ’ αυτούς είσαι» (δηλαδή εγώ ίδιος με τους «παρτσαλιδικούς»). Οι περισσότεροι «σκληροί» κατέληξαν στο τότε ΚΚΕ εσωτερικού. Αν σήμερα αγωνίζεσαι για την κοινή δράση της Αριστεράς με βάση τη λενινιστική θεωρία για τις συμμαχίες, με βάση τη γκραμσιανή θεωρία για την ηγεμονία, συνολικά για την κοινή δράση της Αριστεράς, με βάση τον μαρξισμό, δεν κινδυνεύεις ίσως να χαρακτηριστείς οπορτουνιστής, καιροσκόπος, ναυάγιο της ταξικής πάλης κλπ ή να περιθωριοποιηθείς από μπαρουτοκαπνισμένους αγωνιστές; Ίδωμεν.
Μικρές ιστορίες σε τραγικές ιστορικές στιγμές. Αλλά η ιστορία γράφεται πάντα με αίμα, και η θεμελιακή αντίθεση των σημερινών κοινωνιών θα λυθεί κατά Μαρξ με τη νίκη του κομμουνισμού ή με την καταστροφή και των δύο πόλων της αντίθεσης.
Η ιστορία είναι πεδίο δυνατοτήτων. Ο κομμουνισμός είναι δυνατότητα, εγγεγραμμένη στα «γονίδια» του σημερινού άκαρδου κόσμου.
Κατηγορική προσταγή: Συν Αθηνά και χείρα κίνει.