(Λευτέρης Πούλιος, Ποιήματα 1969-1978, Κέδρος 1982)

«Δεν νομίζω ότι χρειάζεται κάτι να πούμε μετά απ’ αυτή τη συγκλονιστική βραδιά. Ευχαριστώ πάρα πολύ την Αθηνά και τους Βικτωριανούς, και τη Λέσχη μας, τους Δρόμους Φιλίας και Πολιτισμού που στήριξαν αυτή την εκδήλωση. Θα κάνω μόνο ένα μικρό επίλογο πάνω σ’ ένα προβληματισμό που μπήκε αυτές τις μέρες στη Λέσχη, που ασχολιόμαστε με τη λογοτεχνία, την ποίηση, την ιστορία και την αλληλεγγύη και στην οποία είστε όλοι ευπρόσδεκτοι. Κάποιος έκανε μία ερώτηση. Τώρα που ο κόσμος καίγεται, που τα πάντα καταρρέουν και γκρεμίζονται, χρειαζόμαστε την ποίηση; Να μιλάμε για ποιητές; Κι έγινε μια πολύ ωραία συζήτηση. Η γνώμη μου ήταν ότι τώρα χρειαζόμαστε την ποίηση. Τώρα που όλα διαλύονται. Που η κρίση δεν είναι μόνο οικονομική, είναι ηθική, κοινωνική και πολιτισμική. Γιατί εάν δεν έχουμε την ποίηση να μας στηρίξει, να μας οδηγήσει στο άπειρο, όπως λέει κι ο ποιητής, να δούμε μακρύτερα, ακόμα κι αν μπορέσουμε, τι κόσμο θα φτιάξουμε; Όλος αυτός ο αγώνας, οι θυσίες, για να φτιάξουμε μία λίγο καλύτερη γραφειοκρατία; Για να φτιάξουμε έναν κόσμο που θα είναι λίγο πασπαλισμένος με χρώματα; Όχι! Θέλουμε έναν κόσμο αλλιώτικο. Θέλουμε έναν κόσμο ποιητικό. Και δεν θέλουμε οι πολιτικοί να αναφέρονται στον πολιτισμό. Θέλουμε οι πολιτικοί να είναι βαφτισμένοι και βουτηγμένοι στον πολιτισμό. Η ζωή μας η πολιτική να είναι και ποίηση, να είναι και φύση, να είναι και αγάπη, να είναι φιλία, να είναι αλληλεγγύη, να είναι θυσία. Έτσι έχει νόημα η πολιτική. Αλλιώς, θα πάμε μαζί με τον Σαμαρά στο Άγιο Όρος, και θα βγούμε μια φωτογραφία με τους γραφειοκράτες και μερικούς μοναχούς κρατώντας για τις ανάγκες της φωτογραφίας και των εφημερίδων και μία εικόνα της Παναγίας. Θέλουμε ν’ αλλάξουμε τον κόσμο, να τον κάνουμε καλύτερο, ωραιότερο, πιο ανθρώπινο. Θέλουμε έναν κόσμο στον οποίο μπορεί να μην χρειαζόμαστε ούτε τον Γιώργο Μαρκόπουλο ούτε τον Λευτέρη Πούλιο, γιατί θα είμαστε όλοι ποιητές. Και αυτοί, ανάμεσά μας, θα αισθάνονται όμορφα, άνετα κι όχι σαν κυνηγημένοι. Τους ευχαριστώ πάρα πολύ που μας θυμίζουν ότι ένας άλλος, ανθρώπινος, πολιτισμένος, ωραίος κόσμος είναι εφικτός ακόμα κι αν δεν τον βλέπουμε στην καθημερινότητα».
Μ’ αυτό τον επίλογο προσπάθησα να κλείσω μια από τις ουσιαστικότερες λογοτεχνικές βραδιές των τελευταίων χρόνων, στο Πολιτιστικό Κέντρο των εργαζομένων του ΟΤΕ. Για το έργο ενός ποιητή αποτραβηγμένου, που πριν από 40 χρόνια ξεχώρισε για τη γλώσσα, το ύφος, το περιεχόμενο, τη δύναμη και την ανατρεπτικότητά του. Ο Λευτέρης Πούλιος επανεμφανίστηκε, νηφάλιος και επιβλητικός, για να ακούσει τις απαγγελίες των ποιημάτων του από την Αθηνά Κεφαλά, τη Μαρία Κανελλοπούλου, τον Φώτη Αρμένη και τον Νίκο Ορφανό και να διαβάσει ο ίδιος μερικά από τα πιο εμβληματικά του ποιήματα σε ένα εξαιρετικά μεγάλο για ποιητική βραδιά ακροατήριο, σχεδόν διακοσίων ανθρώπων, που με προσήλωση γνώρισαν από κοντά μια φυσιογνωμία των γραμμάτων που αναδύθηκε απρόσμενα από την αφάνεια.
Εξαιρετικά διεισδυτική και διαφωτιστική ήταν από τον ποιητή Γιώργο Μαρκόπουλο, εμπνευστή της εκδήλωσης, η παρουσίαση της πορείας του Πούλιου, με ορόσημο το 1969 που δημοσιεύεται η πρώτη ποιητική του συλλογή: «Ένας άνθρωπος ο οποίος πυρπολήθηκε γιατί δεν άντεχε άλλο ούτε το δέρμα του. Αποδεσμευμένος αισθητά από την beat ποίηση έλκεται από πράγματα και ανθρώπους που είτε με το ύφος του έργου τους, είτε με το περιεχόμενο της φιλοσοφίας τους ή τον τρόπο ζωής τους ακόμη, τον φέρνουν ένα βήμα πιο κοντά στο επιθυμητό φως, που με τόση επιμονή αναζητεί· και πρέπει τούτο, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, να προσεχθεί: ο Λευτέρης Πούλιος προσπαθεί να κάνει και πάλι την ποίηση να λειτουργεί μέσα στην καθημερινότητα, χωρίς αυτή να χάνει τίποτα όσον αφορά τον λυρισμό, το βάθος και την ποιότητα… Ο ποιητής θέλει να αφηγηθεί και να έλθει πιο κοντά και πάλι σε κάποιες οριακές καταστάσεις, μέσα από τις οποίες όμως, θα τολμούσα να πω, εκπορεύεται ένα μήνυμα αισιοδοξίας για τη ζωή και τον αγώνα, για την ομορφιά και την αλήθεια… Είναι ο ποιητής που πολύ περισσότερο από πολλούς άλλους ομήλικούς του, από την πρώτη κιόλας στιγμή που εμφανίστηκε, κατέστη ο ίδιος ένα και μοναδικό ποίημα, βεγγαλικό και παρανάλωμα ταυτοχρόνως… Ο λόγος του γίνεται αυστηρά αποσταγματικός, ευθυβολίας μοναδικής, περιεκτικότητας σπάνιας, σοφίας λυτρωτικής, συγκαλυμμένα υψιπετής μέσα από ποιήματα χειροβομβίδες σε μάχη αντάρτικου πόλεων, μέσα από ποιήματα αστέρια στον πιο ειρηνικό ανοιξιάτικο ουρανό του σύμπαντος κόσμου, μέσα από ποιήματα που όταν πρωτοείδαν το φως της δημοσιότητας, εκεί που όλα έδειχναν ότι πάνε να λιμνάσουν, με τη χρωματική πανσπερμία τους, εκόμισαν μιαν άλλη δυναμική στην ποίηση των καιρών μας, αλλά και έδωσαν το έναυσμα για άλλους προσανατολισμούς, πιο φρέσκους, σε πολλούς, μα πάρα πολλούς από τους νεότερους, αλλά και –γιατί όχι- παλαιότερους ποιητές μας.»

Να η Ελλάδα: ΚΑΓΧΑΣΤΕ!
Βλέπει όνειρα γεροντοκόρης στο χαυνωτικό της
ύπνο, αφημένη σε ασελγή και βέβηλα δάχτυλα
νανουρισμένη στη μουσική
των παρανοϊκών

(Λευτέρης Πούλιος, Ενάντια, Κέδρος 1983)

Στέλιος Ελληνιάδης

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!