Συνέντευξη στον Άγγελο Καλογερόπουλο

 

Στη δεκαετία του ’80 ἕνα καινούργιο συγκρότημα, οἱ Δυνάμεις τοῦ Αἰγαίου, ἔφερναν ἕνα νέο ἀέρα ποὺ ἐρχόταν ἀπὸ πολὺ παλιά. Νομίζω ὅτι τοὺς ὑποδεχτήκαμε τότε σὰν ἕνα ρὸκ συγκρότημα ποὺ ἔπαιζε παραδοσιακὰ ὄργανα. Με τὶς Δυνάμεις τοῦ Αἰγαίου μπορούσαμε νὰ τραγουδᾶμε τὰ παραδοσιακὰ τραγούδια χωρὶς νὰ θυμίζουμε τουριστικὲς ἀτραξιὸν ἢ τοὺς περιθωριακοὺς κύκλους τῶν ἐν Ἀθήναις ἐπαρχιωτῶν. Καὶ μπορούσαμε νὰ τραγουδᾶμε ἕναν σύγχρονο λόγο,μὲ μελωδίες ποὺ πατοῦσαν σὲ μιὰ βαθιὰ μουσική μς παράδοση.
Πρωταγωνιστικὴ μορφὴ αὐτοῦ τοῦ συγκροτήματος ὑπῆρξε ὁ Χρίστος Τσιαμούλης. Σπουδαῖος οὐτίστας, ἀλλὰ συνθέτης καὶ ἑρμηνευτής, ἐπίσης, μετὰ τὴ διάλυση τῶν Δυνάμεων τοῦ Αἰγαίου παρουσίασε σημαντικὲς δουλειές, ὅπως μεταξὺ ἄλλων οἱ: Ἄθως ὁ Ἐμός, Ἐρωτόκαστρο, Δωδεκάορτο κ.λπ. Σὲ ὅλη του τὴ μέχρι τώρα μουσικὴ δημιουργία δὲν ἔλειψε ποτὲ ἡ συνάντηση τῆς μουσικῆς μὲ τὴν ποίηση, παλαιότερη καὶ σύγχρονη, ὁπότε ὁ λόγος του ἔχει γιὰ μᾶς βαρύνουσα σημασία:

Πῶς προσδιορίζετε τὴ σχέση ποίησης καὶ μουσικῆς;
Ἐνῶ αἰσθάνομαι μουσικός νιώθω πώς ἡ ποίηση εἶναι ἄρρηκτα δεμένη μὲ τὴ μουσική. Ἐμπνέομαι ἀπό τὸν λόγο -οὐσιαστικά- γιὰ νὰ κάνω μουσική. Πιστεύω ὅτι ἡ μουσική εἶναι τὸ περιβάλλον τοῦ λόγου. Ὁ λόγος εἶναι σπερματικός. Ἐμπεριέχει τὰ βασικά νοήματα. Ἡ μουσική δὲν ἔχει τὴν ἱκανότητα νὰ σοῦ περάσει μιὰ ἰδέα. Σοῦ δημιουργεῖ συναισθήματα, ὅμως. Στὴν πραγματικότητα δηλαδή σὲ ἀνοίγει, σὲ γλυκαίνει γιὰ νὰ περάσει μέσα σου ὁ λόγος. Αὐτὴ εἶναι ἡ σχέση μουσικῆς καὶ ποίησης.

Τί σημαίνει γιὰ σᾶς μελοποιημένη ποίηση;
Ἐγὼ ξεκίνησα γράφοντας μουσικὴ πάνω σὲ ποίηση γιατὶ ξεκίνησα στὴν ἐποχὴ τῆς Μεταπολίτευσης ποὺ ἡ ποίηση ἔγινε κτῆμα «ὅλου τοῦ λαοῦ», ὅπως λεγόταν. Ἡ ποίηση τοῦ ἐλεύθερου στίχου ἐμπεριέχει μιὰ μουσικὴ, περισσότερο από τὰ ἔμμετρα ποιήματα. Ὁπότε ἐσὺ δὲν μπορεῖς νὰ μπεῖς καὶ νὰ τὸ διαλύσεις αὐτό. Πρέπει νὰ τὸ ἀνακαλύψεις γιὰ νὰ τὸ ὑποστηρίξεις.

Γιατί συνέβη αὐτὸς ὁ χωρισμός ποίησης καὶ μουσικῆς;
Νομίζω ὅτι εἶναι ἕνας κύκλος ποὺ ἀνοίγει καὶ κλείνει ἀπὸ παλιά. Στὸν παλαιότερο κύκλο πολιτισμοῦ ποὺ ἦταν ἡ Ελλάδα, ἀναπτύχθηκαν ὅλα τὰ εἴδη, εἰδικότερα στὴν κλασική ἐποχή, μετά τοὺς περσικούς πολέμους. Ἀργότερα, σταμάτησαν νὰ δημιουργοῦνται νέες μορφές, ἀλλά ἄρχισαν νὰ ἐξελίσσονται τὰ ὄργανα, ἡ θεωρία κ.λπ. Γέμισε ὁ ἑλληνικός κόσμος μὲ θέατρα καὶ ὠδεῖα. Ἀλλά ἡ οὐσία τῆς μουσικῆς σταμάτησε. Ἔχουμε περάσει πολλές φορές αὐτή τὴν ἀνοδική πορεία τῆς ποίησης και τῆς μουσικῆς, ὅπως π.χ. στὰ βυζαντινά χρόνια μὲ τὴν περίφημη ἐκκλησιαστική ὑμνογραφία. Μετά τὸ 1οοο μ.Χ., χονδρικά, σταμάτησαν νὰ γράφονται σπουδαῖα ἔργα. Ἔτσι, μετά ἄρχισε νὰ ἐξελίσσεται μονομερῶς ἡ μουσική, τόσο πολύ μάλιστα που μοιάζει να ἔγιναν περιττά πράγματα, ποὺ ἔχουν ξεπεράσει τὸ μέτρο. Στὴ σύγχρονη ἐποχή ἔχει δοθεῖ ἕνα βάρος στὴν ἀνάπτυξη τῆς ὀργανικῆς μουσικῆς -κατά τὰ εὐρωπαϊκά πρότυπα- σὲ Ἀνατολή καὶ Δύση, ποὺ ἀπευθύνεται στὸ συναίσθημα καθαρά χωρίς νὰ παρεμβάλλεται κανενός εἴδους σκέψη ἤ νοητική ἐπεξεργασία. Ἀλλά νομίζω ὅτι ἡ κορυφαία στιγμή τῆς μουσικῆς εἶναι ὅταν συναντᾶ τὸν λόγο.

Ὁ στίχος τοῦ τραγουδιοῦ εἶναι ποίηση;
Ὁ στίχος εἶναι ποίηση ἑκατό τοῖς ἑκατό. Μέσα σ’αὐτή τὴ μορφή τῆς ρίμας ποὺ εἶναι σὰ μιὰ εἰσπνοή καὶ ἐκπνοὴ ἔρχεται ὁ δημιουργός νὰ δώσει ὅ,τι ἔχει νὰ πεῖ. Κι ὁ μουσικὸς καλεῖται νὰ καταλάβει αὐτὴ τὴν ἀρχιτεκτονικὴ κι ἔτσι τοῦ εἶναι πιὸ εὔκολο νὰ ἀναδείξει τὸν λόγο. Πολλές φορές μέσα ἀπὸ ἕνα ἁπλὸ τραγούδι σοῦ μεταδίδεται μιὰ πολὺ μεγάλη ἀλήθεια. Ἀντιθέτως, δὲν συμβαίνει αὐτὸ συχνὰ στὴ σύγχρονη ποίηση. Νιώθω νὰ πνίγεται ὁ λόγος, νὰ πρέπει νὰ ὐπερνικήσει πολλά ἐμπόδια. Ἀκόμα καὶ στοὺς μεγάλους ποιητές. Διαβάζω τὸν Ἐλύτη καὶ βρίσκω τὰ δυνατά του σημεῖα στὶς πιὸ ἁπλὲς εἰκόνες καὶ ἐκφράσεις κι ὄχι στὶς δύσκολες. Μπορεῖ νὰ εἶναι κανείς δυσνόητος ὅταν ἔχει νὰ πεῖ ἀλήθειες ποὺ δύσκολα ἀποκαλύπτονται. Ἀλλά δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι αὐτοσκοπὸς ἡ δυσκολία. Πρέπει νὰ ρέει ἀπὸ μέσα σου αὐτὸ ποὺ γράφεις. Ὅπως καὶ ἡ μουσική. Δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι τόσο δύσκολη. Δὲν μπορῶ νὰ πῶ π.χ. πὼς μ’ἀρέσει ὁ Ξενάκης.

Δηλαδή, καθώς αὐτονομεῖται ἡ ποίηση γίνεται ὅλο καὶ πιὸ δυσνόητη, καὶ καθώς αὐτονομεῖται ἡ μουσικὴ ὅλο καὶ λιγότερο μελωδική;
Ἀκριβῶς. Καὶ κυρίως τοῦτο: δὲν πρέπει νὰ ξεπερνᾶμε ποτέ τὸ μέτρο. Τὸ ἔργο πρέπει νὰ εἶναι ἁπλό, ὄχι ἁπλοϊκό, καὶ νὰ περιέχει δυνατά σημεῖα εἰπωμένα μ’ ἕναν κατανοητὸ τρόπο.

Ποῦ ἔνιωσες νὰ ὑπάρχει αὐτὴ ἡ ἁρμονία, εἰδικὰ ἐσὺ ποὺ ἀσχολεῖσαι μὲ τὴν παραδοσιακὴ μουσικὴ καὶ συνθέτεις βασισμένος σ’ ἕνα σύγχρονο λόγο;
Πάντα ὁ ἄνθρωπος προσπαθεῖ νὰ εἶναι μοντέρνος, ἀλλὰ ἡ μουσικὴ εἶναι μιὰ ἀρχέγονη γλώσσα. Ὅπως καὶ ἡ ποίηση. Ἂς σταθοῦμε γιὰ παράδειγμα στὸν Παπαδιαμάντη. Αὐτὸ ποὺ μοῦ ἔδειξε ὁ Παπαδιαμάντης καὶ τὸ ἀσπάζομαι καὶ θέλω νὰ τὸ ἀκολουθῶ στὴ ζωή μου εἶναι ὅτι πρέπει νὰ βουτήξεις στὰ νερὰ τῆς παράδοσής σου γιὰ νὰ γίνεις ἕνας ζωντανός ἄνθρωπος. Ἕνα τέτοιο παράδειγμα εἶναι καὶ ὁ Νίκος Γκάτσος. Ὁ Παπαδιαμάντης καὶ ὁ Γκάτσος βουτώντας στὴν παράδοση ἐκφράζουν τὴν προσωπικότητά τους και γίνονται σύγχρονοι. Ἔτσι καὶ ἡ παράδοση προχωράει παρακάτω.

Καὶ τὸ μέλλον τῆς συνάντησης ποίησης καἰ μουσικῆς πῶς τὸ ὁραματίζεσαι; Συνθέσεις ὅπως αὐτές τοῦ Θεοδωράκη μὲ τὸ Ἄξιον Ἐστί σὲ προκαλοῦν γιὰ μιὰ συνέχεια;
Ὁ Θεοδωράκης ἤθελε νὰ μιμηθεῖ τὰ κλασικά ἔργα. Μέσα ἀπὸ τὸ τραγούδι ἤθελε νὰ γεννήσει ἕνα νέο Ὀρατόριο. Οἱ Κύκλοι Τραγουδιῶν ποὺ ἔγραψε μοῦ ἀρέσουν περισσότερο, γιατί περιέχουν αὐτοτελῆ μέρη, τὰ ὁλοκληρωμένα τραγούδια. Τὸ Ἄξιον Ἐστί δανείζεται στοιχεῖα ἀπὸ τὴ δομὴ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀκολουθίας. Μόνο ποὺ στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἀκολουθία (στὴ Λειτουργία, φέρ’εἰπεῖν) ὅλα συντείνουν στὴ στιγμὴ τῆς ἔκστασης. Στὸ Ἄξιον Ἐστὶ δὲν εἶναι τόσο σοφὰ διαρρυθμισμένη αὐτὴ ἡ στιγμή.
Ἡ βάση κάθε σύνθεσης περικλείεται στὸ τραγούδι. Τὸ τραγούδι εἶναι μιὰ ἁπλὴ μορφὴ ποὺ τὰ περιέχει ὅλα. Ἡ δική μου δουλειὰ εἶναι νὰ βρῶ ποιὰ εἶναι τὰ βασικὰ μοτίβα ποὺ ἔχουν σχέση μὲ τὴν Ἑλλάδα καὶ τὴν εὐρύτερη περιοχὴ τῆς Ἀνατολικῆς Μεσογείου καὶ τῶν Βαλκανίων. Τὸ ἴδιο πράγμα νιώθω πὼς θἄπρεπε νὰ συμβαίνει καὶ μὲ τὴν ποίηση. Νὰ βρεῖ αὐτὸ τὸ ἀρχέγονο στοιχεῖο ὅπως συμβαίνει γιὰ παράδειγμα μὲ τοὺς Ψαλμοὺς τοῦ Δαβίδ, ποὺ εἶναι μιὰ εἰσπνοὴ καὶ μιὰ ἐκπνοὴ, ποὺ εἶναι καὶ ποίηση καὶ τραγούδι, ποὺ εἶναι καὶ παλιὸ καὶ μοντέρνο…
Αὐτὴ τὴν ἐποχὴ τῆς κρίσης ἴσως ἔχουμε τὴν ἀφορμὴ νὰ βροῦμε πάλι τὸν ἑαυτο μας κάνοντας αὐτὸ ποὺ ἔχει ἀξία. Ἐγὼ τὸ βρῆκα σὰν ἀφορμὴ νὰ μπῶ στὸ στούντιο νὰ ξαναβρῶ τὴν καλλιτεχνική μου φωνή. Μάζεψα τὰ καλύτερά μου τραγούδια, τὰ ἔδωσα στοὺς συνεργάτες μου νὰ τὰ παίξουν καὶ νὰ τὰ τραγουδήσουν καὶ ἐλπίζω γρήγορα νὰ τὰ μοιραστῶ μὲ ὅλους τοὺς φίλους ποὺ ἀγαποῦν τὸ καλὸ ἑλληνικὸ τραγούδι…

 


 

 

Η φωνή της λεπτής αύρας

Ἐνῶ μιλᾶμε γιὰ μουσικὴ καὶ ποίηση, ἡ σκεψη μου πηγαίνει πάντα σ’ἕναν μεγάλο πεζογράφο: τὸν Ἀλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Ἴσως γιατὶ εἶναι κατὰ βάθος καὶ ποιητὴς καὶ μουσικός. Ἴσως γιατὶ ὁ Παπαδιαμάντης μᾶς θυμίζει μὲ τὸν πιὸ ἄμεσο τρόπο ὅτι ἡ φωνὴ παράγεται ἀπὸ τὸ φῶς καὶ ὅτι ἡ ἑλληνικὴ γλώσσα ( καὶ κάθε γλώσσα) εἶναι κατὰ βάθος μιὰ ἁρμονικὴ συνύπαρξη ἤχων, ποὺ ἐκφέρεται μὲ ἕναν μουσικὸ τρόπο. Ὁ λόγος εἶναι ὁ ἴδιος μουσική, εἴτε ὡς πραγμάτωση τῆς γλωσσικῆς ἐπικοινωνίας, εἴτε ὡς τραγούδι.
Ἴσως γιατὶ στὸν Ἀλέξανδρο Παπαδιαμάντη τὸ νάι τοῦ Ξεχασμένου Δερβίση, τὸ λαοῦτο τοῦ περιθωριακοῦ γείτονα καὶ τὸ σπασμένο μπουζούκι τοῦ Ζάχου σμίγουν μὲ τὸ τραγούδι τῶν ἀνθρώπων, μὲ τὴ φωνὴ τῆς λεπτῆς αὔρας ποὺ ἀνεβαίνει «πραεία, μειλιχία καὶ ἄδολος»…

Α.Κ.

 


 

 

Τ’ αγνάντεμα

Ἡ νυκτερινὴ αὔρα ἐσύριζεν εἰς τὰ δένδρα, καὶ οἱ λογισμοὶ τῶν γυναικῶν ἐπετοῦσαν μαζί της, κι ἔστελναν πολλὰς ε’θχὰς εἰς ταὰ κατάρτια, εἰς τὰ πανιὰ καὶ εἰς τὰ ἐξάρτια τῶν καραβιῶν. Καὶ βαθιά, εἰς τὴν σιωπὴν τῆς νυκτός, τίποτε ἄλλο δὲν ἠκούσθη εἰ μὴ τὸ λάλημα νυκτερινοῦ πουλιοῦ, καὶ τὸ ἆσμα μιᾶς τελευταίας συντροφιᾶς ναυτικῶν, μελλόντων ν’ἀναχωρήσωσιν αὔριον. «Σῦρε, πουλί μου στὸ καλὸ καὶ στὴν καλὴ τὴν ὥρα».

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!