Colin Tudge, Καλή τροφή για όλους για πάντα, μετάφραση: Νίκη Σταυρίδη, Κουκκίδα, Αθήνα 2014, σελ. 257

27_BIBLIO_TROFH

«Η σημερινή αντίληψη για τη νεωτερικότητα -να κάνουν όλη τη δουλειά οι μηχανές και να ελέγχονται όλα από τα πάνω- στην πραγματικότητα ανήκει στον 19ο αιώνα». Αν υπέθετε κανείς ότι αυτό αποφαίνεται κάποιος ιστορικός ή κοινωνιολόγος, θα έπεφτε έξω. Τα λόγια αυτά ανήκουν στον Κόλιν Τατζ, Bρετανό ζωολόγο, συγγραφέα και ακτιβιστή, που αρθρογραφεί για θέματα υψηλής επιστημονικής εκλαΐκευσης σε περιοδικά όπως το New Scientist, το Farmer’s Weekly ή το BBC 3.

Παθιασμένος με ζητήματα διατροφής και γεωργικής καλλιέργειας, φανατικός χορτοφάγος ο ίδιος, από το 2009, μαζί με άλλους επιστήμονες και ακτιβιστές ίδρυσαν την Καμπάνια για την Αληθινή Γεωργία (Campaign for Real Farming). Η μελέτη του Καλή τροφή για όλους για πάντα αποτελεί, τρόπον τινά, τη θεωρητική θεμελίωση και ταυτόχρονα τη σύνοψη των επεξεργασιών που έγιναν στο πλαίσιο της Καμπάνιας, προκειμένου να απαντηθεί το ερώτημα που αποτελεί και τον υπότιτλο του βιβλίου: «Πώς οι άνθρωποι θα αναλάβουν το ζήτημα της διατροφής ολόκληρου του κόσμου» – κάτι που, όπως παραδέχεται, μπορεί να ακούγεται πομπώδες και μεγαλόστομο, όμως διαβεβαιώνει τους αναγνώστες του πως αποτελεί έναν απόλυτα ρεαλιστικό στόχο.

Προκειμένου να επιτευχθεί αυτό, να τραφούν δηλαδή τα 7 δισεκατομμύρια (που θα γίνουν 9 το 2050) των κατοίκων του πλανήτη, αλλά ταυτόχρονα να αντιμετωπιστούν οι μεγάλες περιβαλλοντικές προκλήσεις, όπως είναι η εξάντληση των ενεργειακών αποθεμάτων ή η υπερθέρμανση, απαιτείται, σύμφωνα με τον συγγραφέα, η αποβιομηχάνιση της σημερινής γεωργίας και η ανοικοδόμησή της με βάση τη γνωριμία, την κατανόηση και τη χρήση των δεξιοτήτων των παραδοσιακών τεχνολογιών. «Το μέλλον βρίσκεται στην τεχνογνωσία την υποστηριγμένη από την επιστήμη», γράφει, «αν, δηλαδή, πρόκειται να έχουμε ένα μέλλον που να είναι υποφερτό».

Όμως, για να ανοίξει ο δρόμος για μια τέτοια επανοικειοποίηση των παραδοσιακών αγροτικών δεξιοτήτων, απαιτείται η υπέρβαση του αρπακτικού νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, που μέσα από τη βιομηχανοποίηση της γεωργίας και της κτηνοτροφίας οδηγεί, ταυτόχρονα, στην υπερπαραγωγή και την εξάντληση των εδαφών, στην υπονόμευση της βιοποικιλότητας μέσα από την εισαγωγή των γενετικά τροποποιημένων («μεταλλαγμένων») οργανισμών και σε συνθήκες πείνας για ένα δισεκατομμύριο κατοίκους του πλανήτη.

Το βιβλίο του Κόλιν Τατζ δεν αρκείται, φυσικά, στις μεγαλόστομες επαναστατικές επαγγελίες, άλλωστε το προφίλ του είναι περισσότερο αυτό ενός ριζοσπάστη μεταρρυθμιστή, επηρεασμένου από τα προστάγματα της «βαθιάς οικολογίας». Αντιθέτως, στοιχειοθετεί βήμα-βήμα αυτά που προτείνει, περιγράφοντας σε αδρές γραμμές τη σημερινή κατάσταση του πλανήτη (όπου διακρίνει και «κακά» και «καλά νέα»), θεμελιώνοντας φιλοσοφικά την ανάγκη στράτευσης των ανθρώπων στην υπόθεση της διατροφής όλων των κατοίκων της Γης (όπου επιτίθεται στον κλασικό ωφελιμισμό).Στη συνέχεια, αφού παραθέσει μερικά βασικά στοιχεία για τη διατροφή και τη βιολογική λειτουργία και τη θρεπτική αξία των στοιχείων της, περιγράφει σε αδρές γραμμές το μοντέλο της βιομηχανικής γεωργίας («δεν καλλιεργούμε σαν να πρόκειται να θρέψουμε ανθρώπους», παρατηρεί), αντιπαραθέτοντας σε αυτό τόσο το μοντέλο της βιολογικής όσο και εκείνο της «φωτισμένης», όπως την ονομάζει, αντλώντας από την κληρονομιά του Διαφωτισμού, γεωργίας. Τα δύο επόμενα κεφάλαια είναι αφιερωμένα στην καπιταλιστική γεωργία και στη νέα αντίληψη περί αγροτικής οικονομίας που ο ίδιος προτείνει, ενώ το ακροτελεύτιο είναι αφιερωμένο στην Καμπάνια για την Αληθινή Γεωργία.

«Δεν θα έπρεπε να χαιρόμαστε, όπως καλούμαστε να κάνουμε, για το γεγονός ότι οι φτωχοί καταφέρνουν να τρώνε», σημειώνει. «Θα έπρεπε να ρωτάμε γιατί σε χώρες όπως η Βρετανία και οι ΗΠΑ, που είναι τόσο πλούσιες… υπάρχουν τόσο πολλοί φτωχοί άνθρωποι», καταλήγει…

Στρατής Αρτεμισιώτης

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!