Ο Δρόμος της Αριστεράς δημοσιεύει, σήμερα, δύο τοποθετήσεις που πραγματεύονται τη σχέση του εθνικού με το κοινωνικό ζήτημα αλλά και της Αριστεράς και του μαρξισμού με τον διεθνισμό και τον πατριωτισμό.
Πρόκειται για τις ομιλίες των Λουκά Αξελού και Δημοσθένη Παπαδάτου-Αναγνωστόπουλου που έγιναν σε εκδήλωση με τίτλο Πατριωτισμός και διεθνισμός στη στρατηγική της Αριστεράς την οποία διοργάνωσε ο ΣΥΡΙΖΑ Χαλανδρίου στις 19 Φεβρουαρίου με τη στήριξη του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς.
Γιατί, όμως, η εφημερίδα μας δημοσιεύει σήμερα αυτές τις αρκετά μακροσκελείς παρεμβάσεις; Κλείνοντας διακόσια φύλλα και τέσσερα χρόνια κυκλοφορίας, τονίσαμε ότι ο Δρόμος μπαίνει σε μια περίοδο κατά την οποία βασική του επιδίωξη αποτελεί το άνοιγμα της συζήτησης για κρίσιμα θέματα. Θέματα πολιτικά και ιδεολογικά που σχετίζονται με την πολύπλοκη κατάσταση που διαμορφώνεται σε παγκόσμιο, ευρωπαϊκό και ελλαδικό επίπεδο.
Στο επίκεντρο αυτής της αναζήτησης βρίσκονται ζητήματα όπως οι γεωπολιτικές ανακατατάξεις, η Αριστερά στον 21ο αιώνα, οι βασικές τάσεις στην Ευρώπη αλλά και θέματα που σχετίζονται με τη μετάβαση της Ελλάδας σε ένα νέο τοπίο. Ποια είναι τα υποκείμενα αυτής της μετάβασης, ποιους ρόλους έχουν ο λαϊκός παράγοντας και η Αριστερά σε αυτήν και πώς θα μπορούσε να διαμορφωθεί ένα πολιτικό ρεύμα για τη διέξοδο της χώρας;
Η προσέγγιση αυτών και άλλων θεμάτων, για να είναι ουσιαστική, απαιτεί το ξεπέρασμα των μεθόδων με τις οποίες διεξάγεται η συζήτηση εδώ και χρόνια στην ελληνική Αριστερά. Ποια είναι αυτά τα μεθοδολογικά λάθη που συνήθως καθηλώνουν τη σκέψη και δεν κάνουν παραγωγική τη συζήτηση; Βεβαιότητες που βασίζονται σε άλλες ιστορικές περιόδους, μέσα από μηχανιστικές μεταφορές. «Αυτοματισμοί» της σκέψης και εύκολες συνεπαγωγές. Υποτίμηση του πλήθους των πλευρών που έχουν τα φαινόμενα. Υποτίμηση της πολιτικής και αναγόρευση της οικονομίας σε μοναδικό παράγοντα που καθορίζει τις εξελίξεις. Απλοποιητικές στρεβλώσεις πολλών εννοιών όπως είναι οι τάξεις και η ταξική πάλη, το κίνημα και το κόμμα, οι μάζες και η πρωτοπορία. Αυτές είναι μερικές από τις μονομέρειες που δεν βοηθούν τη συζήτηση να προχωρήσει και να ανιχνεύσει σύγχρονες απαντήσεις.
Ένα σημαντικό, λοιπόν, θέμα είναι αυτό που πραγματεύονται οι δύο τοποθετήσεις που δημοσιεύουμε σήμερα. Ανεξάρτητα από αυτήν ή την άλλη ανάγνωση, δύσκολα μπορεί να αμφισβητηθεί ότι, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, αυτό που θα ονομάζαμε «εθνικό ζήτημα» εξακολουθεί και είναι υπαρκτό. Είναι γεγονός, επίσης, ότι ο μαρξισμός ή ευρύτερα το κίνημα της κοινωνικής χειραφέτησης δεν είχαν ως βάση εκκίνησής τους την εθνική απελευθέρωση. Στην προσπάθειά τους όμως για το μετασχηματισμό της κοινωνίας, «έπεσαν πάνω» στο ζήτημα αυτό και αναμετρήθηκαν μαζί του.
Με ποιους όρους, όμως, τίθεται αυτό στις σύγχρονες συνθήκες; Η εξελισσόμενη παγκοσμιοποίηση δείχνει να αμφισβητεί ή να ενισχύει σύνορα και φραγμούς, ανάλογα με το αν εμποδίζουν ή ενισχύουν την επέκταση των καπιταλιστικών σχέσεων. Σε άλλες περιπτώσεις, εθνικισμοί -είτε υπαρκτοί είτε άλλοι που ανακαλύπτονται- μπαίνουν στο στόχαστρο, ενώ σε άλλες ενισχύονται και χρησιμοποιούνται σαν όχημα καταλυτικών εξελίξεων. Η ίδια η ύπαρξη άλλων εθνών θεωρείται αναχρονιστική, την ίδια στιγμή που άλλα περιφρουρούν την κυριαρχία τους και επεκτείνουν την επιρροή τους.
Στη χώρα μας, όπου ιστορικά το κοινωνικό ζήτημα συμπλέχθηκε με το εθνικό, η είσοδος στη μνημονιακή περίοδο έθεσε αυτή τη σχέση σε νέα βάση. Άσχετα με το πώς κανείς, λιγότερο ή περισσότερο αυστηρά, αξιολογεί τη μια ή την άλλη διατύπωση, η πλειοψηφία των πολιτών περιγράφουν την Ελλάδα ως χώρα-προτεκτοράτο, αποικία χρέους ή υπό νέα κατοχή, ενώ οι κινητοποιήσεις που εκτυλίχθηκαν αυτά τα χρόνια, έθεσαν στο επίκεντρο αυτό το ζήτημα με πολλούς τρόπους.
Σήμερα που, εκτός των άλλων, φασιστικές αντιλήψεις προσπαθούν να καπηλευτούν την απόρριψη του πολιτικού συστήματος αλλά και την υπεράσπιση της χώρας απέναντι σε όσους καταπατούν την αξιοπρέπεια των πολιτών, είναι από ακόμα μια σκοπιά επίκαιρη η συζήτηση για τη στάση της Αριστεράς σ’ αυτό το πολιτικό και ιδεολογικό μέτωπο. Την ίδια στιγμή, από τα ζητήματα που ανοίγονται στην ευρύτερη περιοχή, θα τεθούν διλήμματα και θα απαιτηθεί να γίνουν κρίσιμες επιλογές, ειδικά στο ενδεχόμενο μιας πολιτικής ανατροπής στη χώρα. Από αυτή την άποψη, ζητήματα που ίσως πριν από μερικά χρόνια έμοιαζαν (χωρίς και τότε να ήταν) περισσότερο «θεωρητικά», αποκτούν σήμερα ιδιαίτερη αλλά και πρακτική σημασία.
Ο Λουκάς Αξελός στην τοποθέτησή του αναφέρεται στη σχέση του μαρξισμού με το έθνος και στην ανάγκη μιας διαλεκτικής και όχι δογματικής τοποθέτησης. Κάνει αρκετές αναφορές σε μια σειρά ιστορικά γεγονότα παγκοσμίως, επικεντρώνοντας στην Ελληνική Ιστορία και ιδιαίτερα στον Ρήγα και το ΕΑΜ. Τονίζει, δε, την ανάγκη για έναν δημοκρατικό πατριωτισμό που τον συνδέει με το διεθνισμό. Ο Δημοσθένης Παπαδάτος-Αναγνωστόπουλος, από τη μεριά του, προχωράει σε μια διαφορετική ανάγνωση. Αναφέρεται στην αντιμετώπιση του εθνικού ζητήματος από τους μαρξιστές σε διάφορα ιστορικά στάδια, καταλήγοντας στην ανάγκη να διαχωριστεί η Αριστερά από ό,τι θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως πατριωτικός αντιιμπεριαλισμός ή και αριστερός εθνικισμός.
Ελπίζουμε η συζήτηση να συνεχιστεί με όσο το δυνατόν πιο ουσιαστικούς και παραγωγικούς όρους. Σε κάθε περίπτωση θα επανέλθουμε, συμβάλλοντας στο διάλογο τόσο για το συγκεκριμένο όσο και για αρκετά ακόμα κρίσιμα ζητήματα.