Η Αννέτα Παπαθανασίου μιλά για το νέο της ντοκιμαντέρ
συνέντευξη στην Ιφιγένεια Καλατζή
Γυναίκα-ηθοποιός στο Αφγανιστάν; Έγκλημα! Οι ελάχιστες φοιτήτριες υποκριτικής, που αψηφούν τις άγριες απειλές των ισλαμιστών φονταμενταλιστών, καταλήγουν σε απαγωγή ακόμα και σε δημόσια θανάτωση, καθώς θεωρείται ότι έρχονται σε αντίθεση με τις θρησκευτικές παραδόσεις. Τη δυσχερή αυτή θέση της γυναίκας-ηθοποιού, εξετάζει το νέο ντοκιμαντέρ της Αννέτας Παπαθανασίου Παίζοντας με τη φωτιά, τίτλος που παραπέμπει στους Ρόλινγκ Στόουν, τονίζοντας εύστοχα τη ριψοκίνδυνη διάσταση. Θυμίζοντας έντονα το Όνομα του Ρόδου, αφού το γέλιο χαρακτηρίζεται ως επιλήψιμο και απειλούνται ακόμα και οι άντρες-κλόουν εκεί, το ντοκιμαντέρ εξελίσσεται σταδιακά σε θρίλερ, με μαρτυρίες φοιτητριών για μυστηριακές εξαφανίσεις και αποκεφαλισμούς, περιγράφοντας μια ζωή κόλαση που τις αναγκάζει στη μετανάστευση. Όσες όμως παραμείνουν στις επάλξεις, οργανώνουν θεατρικές ομάδες με παραστάσεις σε φυλακές, κόντρα στη νοσηρότητα, αποδεικνύοντας πως ακόμα και ο Μολιέρος μπορεί να παιχτεί με μαντίλα.
Μετά το εθνογραφικό ντοκιμαντέρ Οι Νύμφες του Hindu Kush (2011), για τις γυναίκες της φυλής Καλάσα του Βορειοδυτικού Πακιστάν, η ηθοποιός και κινηματογραφίστρια Αννέτα Παπαθανασίου, επιστρέφει για δεύτερη φορά στο Αφγανιστάν, έξι χρόνια μετά το Καντίρ, ένας Αφγανός Οδυσσέας (2008), με σκοπό να αποκαλύψει τα δεινά των γυναικών ηθοποιών, σ’ ένα δυναμικό ντοκιμαντέρ για αυτές τις Αφγανές «Αντιγόνες».
Στη συνάντηση με τη σκηνοθέτρια είχαμε μια ενδιαφέρουσα συζήτηση.
Το σεμινάριο για το αρχαίο ελληνικό δράμα ήταν η αφορμή γι’ αυτό το ντοκιμαντέρ ή σε παρακίνησε και η κατάσταση;
Μετά την προηγούμενη ταινία μου στο Αφγανιστάν, είχα διατηρήσει επαφές και σκόπευα να κάνω ένα ντοκιμαντέρ για τις γυναίκες ηθοποιούς εκεί.
Η ιδέα του σεμιναρίου για να διδάξω αρχαίο δράμα, προέκυψε όταν είδα σε φωτογραφία μια κοπέλα και έναν άντρα σε έργο του Μολιέρου και αποτέλεσε το πρόσχημα για να γίνω δεκτή από το Τμήμα Θεάτρου του Πανεπιστημίου της Καμπούλ, εξασφαλίζοντας και κάποια χρηματοδότηση. Βρέθηκα εκεί το 2012, για τρεις βδομάδες συνολικά.
Εκτός από τις φοιτήτριες, προχωράς και σε μεγαλύτερες ηλικίες ηθοποιών, που εξιστορούν τα δικά τους δεινά.
Εκεί διώκεται γενικότερα η τέχνη, πόσο μάλλον το να είσαι γυναίκα και ηθοποιός! Η πρόσφατη, όμως, δημόσια δολοφονία μιας νεαρής ηθοποιού τρομοκράτησε τα υπόλοιπα κορίτσια, που άλλα κρύφτηκαν και άλλα φύγανε. Η γυναικεία παρουσία στα τηλεοπτικά σίριαλ, ωστόσο, έστρεψε την έρευνα σε παλιότερες ηθοποιούς που ήταν και διάσημες. Συνέχισα να κινηματογραφώ, ανακαλύπτοντας τη δική τους πορεία.
Γιατί επέλεξες να διδάξεις Αντιγόνη στο σεμινάριο;
Θεώρησα ότι η ιστορία μιας νέας γυναίκας που αντιστέκεται στην εξουσία, ακολουθώντας αυτό που πιστεύει, θα ήταν αρκετά συμβολική και διδακτική για τους φοιτητές. Το σημαντικό όμως είναι ότι φέραμε βιβλία αρχαίας ελληνικής τραγωδίας και κωμωδίας από το Ιράν, μεταφρασμένα στη γλώσσα φαρσί, που μοιάζει με την αφγανική νταρί, γιατί μόνο αν τα διαβάσουν σε γλώσσα που καταλαβαίνουν, θα μπουν στην ψυχή τους.
Οι γυναίκες εκεί, δεν επιτρέπεται να αγγίζουν επί σκηνής τους άντρες. Πώς δούλεψες μαζί τους;
Πράγματα που εμείς θεωρούμε δεδομένα, εκεί είναι αδιανόητα, όπως αντίστοιχα και οι Ελληνίδες δεν βγαίνουν εύκολα ξέστηθες στο δρόμο, όπως οι Αφρικανές.
Δεν είχα πρόθεση να εναντιωθώ στα ήθη και στα έθιμα ενός άλλου λαού. Οι γυναίκες δεν κάνουν χειραψία, χαιρετάνε βάζοντας το χέρι στην καρδιά. Αυτό ακολουθούσα κι εγώ, προσπαθώντας να μην φέρω σε δύσκολη θέση κανέναν. Όταν καταπατούνται, όμως, τα ανθρώπινα δικαιώματα υπάρχει θέμα, όπως στην περίπτωση που μια κοπέλα θεωρείται πόρνη και καταδικάζεται σε θάνατο, επειδή άγγιξε το χέρι ενός συναδέλφου. Και αρχίζουν υπερβολές, που δεν αναφέρονται ρητά στο κοράνι, αλλά αποτελούν ερμηνεία κάποιων φονταμενταλιστών, φτάνοντας μέχρι λιθοβολισμό, αλλά και απειλές κατά των συγγενών.
Γιατί αποφασίζεις να τελειώσεις με την Τάχερα που αναγκάστηκε να μεταναστεύσει στο Βερολίνο;
Η Τάχερα ήταν η δυναμική κοπέλα που έψαχνα, η ηρωίδα μου στην αρχική ιδέα, αλλά δεν την συνάντησα γιατί, όπως μου είπε η αδερφή της, την απείλησαν και έφυγε.
Την βρήκα να παίζει τη δική της ζωή σε παράσταση στο Βερολίνο και την ένιωσα ως άλλη «Αντιγόνη», ιδιαίτερα όταν βγαίνει μπροστά, έχοντας πίσω το πλήθος που ως αρχαίος χορός την νουθετεί.
Ήταν σημαντικό να τελειώσω έτσι, αφήνοντας μήνυμα πως οι γυναίκες εκεί το παλεύουν, παρ’ όλο που εξακολουθούν να κινδυνεύουν.
Στο ντοκιμαντέρ αναφέρεται πως μέχρι το 1978 υπήρχε κανονικά θέατρο στο Αφγανιστάν. Μήπως η επιστροφή στις ισλαμικές παραδόσεις εκδηλώθηκε από αντίδραση στη Δύση, εντείνοντας μια οπισθοδρόμηση σε μεσαιωνικές καταστάσεις;
Το ’60, η Καμπούλ έμοιαζε με ευρωπαϊκή πρωτεύουσα. Στο θέατρο ανέβαζαν Ίψεν και Στρίνμπεργκ, στις δημόσιες υπηρεσίες ντυνόντουσαν ευρωπαϊκά, η μαντίλα δεν ήταν υποχρεωτική, ενώ φορούσαν ακόμα και μίνι.
Η οπισθοδρόμηση ήταν συνέπεια της φτώχειας, με τον εμφύλιο και με τους Ταλιμπάν. Σ’ αυτό συνέβαλε το κλείσιμο σχολείων και πανεπιστημίων, αλλά και η μαζική μετανάστευση αφήνοντας πίσω αναλφάβητους. Με την επικράτηση των Ταλιμπάν για μια επταετία, επιβλήθηκε απόλυτος περιορισμός. Η γυναίκα έπρεπε να κυκλοφορεί με μπούργκα και αθόρυβα, να μην ακούγονται ούτε τα παπούτσια της. Απαγορεύτηκε η μουσική, η απεικόνιση προσώπων στη ζωγραφική, εκδιώχθηκαν όλοι οι καλλιτέχνες, ενώ απαγορεύτηκε ακόμα και το γέλιο.
Το θέμα είναι η βίαιη επιβολή της μπούργκας που δεν υπήρχε στην παράδοσή τους. Τώρα φοράνε πιο στενά παντελόνια, φυσικά ακόμα κάτω από φούστα. Τρομάζουν με την εξέλιξη και φοβούνται τη γυναικεία χειραφέτηση. Ακόμα και απλοί, φτωχοί άνθρωποι που ρωτήσαμε, επέμεναν ότι η γυναίκα είναι ένα στολίδι που συντηρούν και κρατούν στο σπίτι για να ανήκει αποκλειστικά σε αυτούς.
Δεν ξέρω αν συνέβαλε στην οπισθοχώρηση το ότι πήγαν προς το δυτικό πρότυπο. Βέβαια, οι Ταλιμπάν εξακολουθούν να θεωρούν άπιστους τους Δυτικούς.
Τελευταία, με την Αραβική Άνοιξη, εμφανίστηκαν ταινίες και ντοκιμαντέρ από ισλαμικές χώρες, γύρω από τα δικαιώματα των γυναικών. Πιστεύεις ότι αυτό το ρεύμα έχει επηρεάσει και τις Αφγανές γυναίκες;
Οι κοπέλες που ζουν στο Αφγανιστάν ενημερώνονται κρυφά από το Ίντερνετ, που ακόμα είναι ελεύθερο. Παρουσιάζονται όμως πιο δυναμικές, μόλις βγουν στο εξωτερικό. Παρ’ όλα αυτά, συμμετέχουν σε διαδηλώσεις στο πανεπιστήμιο για καλύτερη εκπαίδευση, αλλά όχι σε ομάδες με ενεργή δράση, όπως σε άλλα κράτη. Ίσως μαθαίνουν αρκετά από το ίντερνετ, γι’ αυτό κινείται κάτι και στο θέατρο.
Ως κινηματογραφίστρια ξεκίνησες με ντοκιμαντέρ. Πιστεύεις ότι έχει επαναφέρει έναν καταγγελτικό χαρακτήρα στο σινεμά;
Δεν χρησιμοποιώ τη λέξη «καταγγελτικό», δεν σκέφτομαι έτσι. Θέλω να αφηγούμαι ιστορίες ανθρώπων, όπως με τις Αφγανές κοπέλες που διεκδικούν τα προφανή για εμάς, που αυτές δεν έχουν.
Ξεκίνησα το πρώτο μου ντοκιμαντέρ για κάποιους φίλους με κινητικά προβλήματα, γιατί ήθελα να δείξω ότι ακόμα κι αν βρίσκονται σε αναπηρικό καροτσάκι, ερωτεύονται και διασκεδάζουν.
Πάντως, τα ντοκιμαντέρ τελευταία παίρνουν άλλη μορφή. Παρακολουθούμε ζωές, μαθαίνοντας από τους ίδιους τους πρωταγωνιστές πράγματα που δεν μπορούσαμε να φανταστούμε. Αυτή η αλλαγή βοηθάει να τα αγκαλιάσουν οι θεατές.