Οι επιδιώξεις, οι συμβιβασμοί και τα πραγματικά δεδομένα. Του Κώστα Μελά
Την προηγούμενη Πέμπτη το πρωί, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. κατέληξαν σε μια συμβιβαστική συμφωνία για τη δημιουργία του λεγόμενου Ενιαίου Μηχανισμού Εκκαθάρισης (SRM), ο οποίος αποτελεί το δεύτερο από τα τρία σκέλη της τραπεζικής ένωσης που οι ηγέτες της Ευρωζώνης αποφάσισαν να δημιουργήσουν στο αποκορύφωμα της κρίσης δημοσίου χρέους της Ευρωζώνης, τον Ιούνιο του 2012. Η συμφωνία πρέπει να εγκριθεί, μέχρι το τέλος του Απριλίου, από το Συμβούλιο Αρχηγών και από την ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Το 2012 η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) είχε προγραμματίσει τρεις πυλώνες για την τραπεζική ένωση: Εγγύηση της ασφάλισης καταθέσεων, ένα ευρωπαϊκό ταμείο που θα καλύπτει την εκκαθάριση προβληματικών τραπεζών και μία κεντρική εποπτική αρχή για τις τράπεζες.
Από αυτά μόνο η εποπτεία των τραπεζών από την ΕΚΤ εξελίσσεται όπως είχε αναγγελθεί.
Η δημιουργία του θεσμικού πλαισίου για την εγγύηση καταθέσεων έχει παραπεμφθεί στις ελληνικές καλένδες, λόγω των έντονων διαφωνιών της Γερμανίας η οποία υποστηρίζει ότι ένας τέτοιος μηχανισμός είναι αντίθετος με τις συμφωνίες της Ε.Ε. δεδομένου ότι δεν είναι δυνατόν φορολογούμενοι ενός κράτους-μέλους να καταβάλουν το κόστος για την εκκαθάριση τραπεζών άλλου κράτους-μέλους.
Θεσμικό πλαίσιο
Το θεσμικό πλαίσιο του Ενιαίου Μηχανισμού Εκκαθάρισης Τραπεζών (ΕΜΕΚ) συζητήθηκε και εγκρίθηκε κατ’ αρχάς στη Συνάντηση των Αρχηγών 19-20 Δεκεμβρίου στις Βρυξέλες και στη συνέχεια στη κοινή συνεδρίαση των κρατών-μελών και των εκπροσώπων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (20 Μαρτίου 2014).
Η δημιουργία του Ενιαίου Μηχανισμού Εκκαθάρισης Τραπεζών έχει δύο στόχους: Πρώτον να δημιουργηθεί ο μηχανισμός αξιολόγησης για το ποια τραπεζικά ιδρύματα πρέπει να οδηγηθούν σε εκκαθάριση και δεύτερον να δημιουργηθεί ένα ταμείο το οποίον θα συνεισφέρει το εναπομείναν κεφάλαιο στην περίπτωση πτώχευσης-εκκαθάρισης του τραπεζικού ιδρύματος μετά τις συνεισφορές των μετόχων, των ομολογιούχων και των μεγάλων καταθετών.
Το βασικό επιχείρημα που προβάλλεται είναι να μη χρειαστεί στο μέλλον οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι ν’ αναγκαστούν να διασώσουν τις χρεοκοπημένες τράπεζές τους, όπως έγινε τα τελευταία χρόνια. Επίσης, όπως αναφέρεται στα συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής του Ιουνίου του 2012, προκειμένου να σπάσει ο φαύλος κύκλος μεταξύ προβληματικών τραπεζών και κρατών-μελών που, στην προσπάθειά τους να τις διασώσουν, θέτουν σε κίνδυνο τα δημόσια οικονομικά τους, όπως έγινε στην περίπτωση της Ιρλανδίας και της Κύπρου.
Το ταμείο του Ενιαίου Μηχανισμού Εκκαθάρισης που συμφωνήθηκε αρχικά μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωζώνης και την Πέμπτη και με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι πολύ μικρό, αφού θα διαθέτει μόλις 55 δισ. ευρώ, όταν οι διάφορες ανακεφαλαιοποιήσεις τραπεζών στην Ευρώπη κατά την πρόσφατη κρίση στοίχισαν πάνω από 1,6 τρισ. ευρώ.
Ο μηχανισμός προβλέπεται την απόκτηση κεφαλαίων ύψους 55 δισ. ευρώ σε διάστημα οκτώ χρόνων με τη συνεισφορά των ίδιων των τραπεζικών ιδρυμάτων που ανήκουν στις χώρες-μέλη που θα συμμετέχουν σε αυτόν. Θα είναι ανεξάρτητος οργανισμός και θα διοικείται από Συμβούλιο.
Επιπλέον, το νέο ταμείο δεν θα μπορεί να δανειστεί από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM), δηλαδή το μόνιμο ευρωπαϊκό ταμείο διάσωσης αλλά αντιθέτως μπορεί να δανειστεί από τις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Οι πόροι αυτοί θα φθάσουν στο μέγιστο ύψος τους στο 1% όλων των εγγυημένων καταθέσεων μετά από 8 έτη, αλλά το πρώτο έτος η εισφορά θα ανέρχεται στο 40% του συνολικού ποσού. Κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου θα περιλαμβάνει τους αντίστοιχους εθνικούς μηχανισμούς των μελών-χωρών. Η σχέση του ΕΜΕΚ με τους αντίστοιχους εθνικούς μηχανισμούς καθώς και ο τρόπος χρήσης των πόρων θα καθορισθεί από τον Κανονισμό. Επίσης ο τρόπος της προοδευτικής αμοιβαιοποίησης των εθνικών συνιστωσών θα γίνει με διακυβερνητική συμφωνία μεταξύ των χωρών- μελών. Η αρχική πρόταση, την οποία ετοίμασε η Λιθουανία η οποία κατείχε το Β’ εξάμηνο του 2013 την προεδρία της Ε.Ε., ήταν αρκετά πολύπλοκη και φαίνεται ότι έχει υποστεί αρκετές διαφοροποιήσεις χωρίς όμως να διαφοροποιείται η λογική της.
Όλα τα σωρευμένα κεφάλαια, μετά από 8 έτη, θα τεθούν στη διάθεση του Ενιαίου Μηχανισμού Εκκαθάρισης ο οποίος θα τα διαχειρίζεται αμοιβαιοποιώντας ολοκληρωτικά των κίνδυνο. Ο μηχανισμός προβλέπεται να λειτουργεί με αυξημένη πλειοψηφία.
Τι φοβάται το Βερολίνο
Ενώ το βασικό σημείο της τραπεζικής ένωσης είναι η αμοιβαιοποίηση των κινδύνων, έτσι ώστε τα ασθενή κράτη να μην αφεθούν μόνα τους στην αντιμετώπιση του καταρρέοντος τραπεζικού συστήματος, η Γερμανία θέλει να ελαχιστοποιήσει τις υποχρεώσεις των τραπεζών της ή των φορολογουμένων της για οποιουσδήποτε δανειστές, φοβούμενη ότι θα κληθεί να καταβάλει το μερίδιο του λέοντος σε κάθε πιθανή πτώχευση-εκκαθάριση τραπεζικού ιδρύματος. Παράλληλα, η Γερμανία δεν εντάσσει στον ΕΜΕΚ τις περιφερειακές της τράπεζες.
Η οπτική του Βερολίνου αντανακλάται στο τελευταίο σχέδιο της Ε.Ε., στο οποίο το κόστος της πτώχευσης-κλεισίματος μιας τράπεζας της Ευρωζώνης θα πρέπει να γίνει, κατ’ αρχάς, ολοκληρωτικά από την χώρα της. Η υποχρέωση των άλλων χωρών της Ευρωζώνης θα αυξάνεται βαθμηδόν, έως τον τέλειο επιμερισμό μόνο μετά από διάστημα 8 ετών.
Εάν τα κεφάλαια είναι ανεπαρκή, τότε η χώρα με το πρόβλημα θα μπορεί να αυξάνει την επιβάρυνση (το κόστος) του τραπεζικού συστήματος.
Εάν ακόμη και τότε τα ποσά δεν είναι αρκετά, τότε θα χρηματοδοτείται από την κυβέρνηση, με ένα δάνειο, το οποίο θα αποπληρώνεται από τις τράπεζες σε βάθος χρόνου. Εάν η χώρα δεν έχει τα απαιτούμενα κεφάλαια θα ζητάει δάνειο από τον ESM.
Πού διαφωνεί η ΕΚΤ
Η ΕΚΤ φαίνεται ότι δεν συμφωνεί με αυτή την ιδέα. Τη βρίσκει περίπλοκη, χρονοβόρα και όχι απολύτως κατάλληλη για αυτό που χρειάζεται σήμερα το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα. Μάλιστα, πριν πραγματοποιηθούν τα stress tests κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει τις ανάγκες που θα προκύψουν. Επίσης, φαίνεται ότι το ύψος του ποσού για τον μηχανισμό εκκαθάρισης, τα 55 δισ. ευρώ, δεν μπορεί κανείς να πει αν θα είναι αρκετό.
Υπάρχει και ένα άλλο σημείο διαφωνίας: Σύμφωνα με το σχέδιο της Ε.Ε. για την εκκαθάριση μιας τράπεζας, η πρόταση της επιτροπής περιλαμβάνει την εξής διαδικασία μέχρι την τελική απόφαση (Article 16 Resolution procedure): Ο Ενιαίος Μηχανισμός Εκκαθάρισης ετοιμάζει την απόφαση-πρόταση για την εκκαθάριση μιας τράπεζας. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει δικαίωμα veto μετά από συζήτηση με τις εγχώριες Αρχές της χώρας στην οποία ανήκει η υπό συζήτηση τράπεζα και την ΕΚΤ. Η Ε.Ε. θα μπορούσε τότε να δώσει οδηγίες πώς η απόφαση θα λάβει την τελική της μορφή. Ο Ενιαίος Μηχανισμός Εκκαθάρισης μπορεί να αμφισβητήσει το veto της Ε.Ε. Αυτή η διαδικασία είναι χρονοβόρα και σύμφωνα με τον Μάριο Ντράγκι (πρόεδρο της ΕΚΤ) η απόφαση για το εάν μια τράπεζα είναι βιώσιμη ή όχι πρέπει να δίνεται από τους ειδικούς, μια και έξω.
Γι’ αυτό σε ομιλία του για το συγκεκριμένο ζήτημα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τις 15/12/2013 ανέφερε χαρακτηριστικά: «Σας καλώ, εσάς και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, να δημιουργήσετε άμεσα έναν ρωμαλέο Ενιαίο Μηχανισμό Εκκαθάρισης, για τον οποίο τρία στοιχεία θα τεθούν στην πράξη: ένα ενιαίο σύστημα, μια ενιαία αρχή, κι ένα ενιαίο ταμείο».
Σύμφωνα με τον Μ. Ντράγκι δεν μπορούμε να κατασκευάσουμε έναν ενιαίο μηχανισμό ο οποίος θα είναι τέτοιος μόνο στα λόγια.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται πολλά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ τα οποία επιμένουν πως, προκειμένου η διαδικασία εκκαθάρισης να είναι αξιόπιστη, θα πρέπει να μπορεί να ολοκληρωθεί εντός ενός Σαββατοκύριακου. Σε κάθε περίπτωση, η απόφαση για το κλείσιμο μιας τράπεζας και το ποιος θα επωμισθεί το κόστος παραμένει βαθύτατα πολιτική απόφαση, με τους πολιτικούς κάθε χώρας να επιθυμούν να προστατεύσουν τις τράπεζες της χώρας τους από εξωτερικές παρεμβάσεις.
Εν κατακλείδι…
Ορισμένες από τις τροποποιήσεις που επέβαλε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όπως η ταχύτερη από κοινού ανάληψη του οικονομικού βάρους από το κλείσιμο μιας τράπεζας, είναι στη σωστή κατεύθυνση. Η υποχρεωτική συνεισφορά των μετόχων και των ομολογιούχων στη διάσωση μιας τράπεζας επίσης προστατεύει θεωρητικά τους φορολογουμένους, πρακτικά ωστόσο μπορεί να προκύψουν πολύ σοβαρά προβλήματα, όπως φάνηκε με το «κούρεμα» των ανασφάλιστων καταθετών των κυπριακών τραπεζών. Το κυριότερο πρόβλημα είναι ότι εξαιτίας των λίγων πόρων που θα διαθέτει το ταμείο για την εκκαθάριση τραπεζών, στη χειρότερη περίπτωση ένα κράτος-μέλος θα κληθεί να ζητήσει ευρωπαϊκή διάσωση προκειμένου να καλύψει το κόστος αναδιάρθρωσης των τραπεζών του.
(1) και (2) Proposal for a Regulation of the European Parliament and of the Council
Council of the European Union Brussels, 19 December 2013 (OR. en) Interinstitutional File: 2013/0253 (COD) 18070/13 EF 278 ECOFIN 1183 CODEC 3060
* Ο Κώστας Μελάς
είναι πανεπιστημιακός