Της Σταματίας Καλλιβωκά*
«Ο λόγος σαπίζει, καταναλώνεται,
στο λόγο αυτό κουβέντα δε γίνεται»
(Χάρης & Πάνος Κατσιμίχας & Αντώνης Βαρδής
& Λαυρέντης Μαχαιρίτσας & Χορωδία)
Θαυμασμό μου προκαλούν οι άνθρωποι που επικοινωνούν με επιδεξιότητα. Εκείνοι που ξέρουν πώς να μιλήσουν και πώς να ακούσουν.
Όταν λέω «ομιλία», δεν αναφέρομαι στη μονόπλευρη αφήγηση, όπως είναι ο λόγος σε ένα ακροατήριο, αλλά εκείνη που αποσκοπεί στο διάλογο. Ο διάλογος ο οποίος έχει ως συστατικό στοιχείο και την ακρόαση. Όχι το τυπικό άκουσμα, αλλά την ουσιαστική κατανόηση των λεγομένων κάποιου, η οποία καθιστά το άτομο δέκτη πληροφοριών. Όλη αυτή η -φαινομενικά- απλή διαδικασία αλληλεπίδρασης είναι που προσδίδει ποιότητα στις ανθρώπινες σχέσεις, με μέσο τον σεβασμό και που χρίζει τον κάθε ένα από εμάς ελεύθερο και τίμιο.
Οι πράξεις είναι, φυσικά, που έχουν τη μεγαλύτερη βαρύτητα. Ωστόσο, μήπως να σκεφτούμε πως και η επικοινωνιακή διαδικασία αποτελεί, όντως, προϊόν δράσης;
Πολλοί ισχυρίζονται πως είναι άνθρωποι φιλελεύθεροι και δημοκρατικοί, μα όταν επιχειρούν να συζητήσουν, κάτι συμβαίνει λανθασμένα. Σαν να βγάζουν λόγο, ξεκινούν μία πολύωρη απαρίθμηση και υπερανάλυση των δικών τους απόψεων και δεν αφήνουν τον συνομιλητή τους να εκφράσει την άποψή του. Με την πράξη τους, λοιπόν, αυτή καταπνίγουν το δικαίωμα των γύρω τους στην ελεύθερη έκφραση. Δηλώνουν δημοκρατικοί, αλλά δεν είναι.
Όλοι μας έχουμε την τάση να επιθυμούμε να εκφράσουμε τα όσα παρατηρούμε ή τα όσα μας συμβαίνουν. Όλοι οι άνθρωποι που συνομιλούν θα ήθελαν να επιχειρηματολογήσουν – έστω και με απατηλά επιχειρήματα. Το αν αυτό που λέω είναι ορθό ή λανθασμένο κρίνεται από την ικανότητά μου να επιχειρηματολογώ ορθά ή μη. Έχω, όμως, την ανάγκη να λάβω μία θέση στις ομάδες της κοινωνίας μου στις οποίες συμμετέχω. Το στοιχείο αυτό βρίσκεται στην ανθρώπινη φύση μου. Το θέμα είναι πως πολλοί άνθρωποι δεν έχουν κατανοήσει τη σημασία του ουσιαστικού διαλόγου.
Αν νομίζει κανείς πως είναι περισσότερο ωφέλιμο για τον ίδιο να μιλήσει παρά να ακούσει, κάνει λάθος. Αν υποθέσουμε ότι προσπαθούμε να αγνοήσουμε το γεγονός πως καταπιέζουμε τον συνομιλητή μας με την επιβλητικότητα που μάς διακατέχει, θα εστιάσουμε στο τι χάνουμε εμείς οι ίδιοι από το ότι απέχουμε οικειοθελώς από την ανθρώπινη επικοινωνία.
Αντί να προσπαθούμε, από τη δική μας σκοπιά, να μεταδώσουμε μηνύματα με το να γινόμαστε παραλήπτες των μηνυμάτων των άλλων, ενισχύουμε την κριτική μας ματιά. Δεν ακούμε μόνο τις σωστές απόψεις, αλλά και εκείνες που θεωρούμε «παρεκκλίνουσες». Κάπως έτσι προβαίνουμε σε μία σύγκριση πεποιθήσεων και προχωρούμε σε μία συνεχή αναζήτηση προς διαλεύκανση ενός ζητήματος. Τελικά, αποκτούμε νέα γνώση, εμπλουτισμένη επιχειρηματολογία, καινούργια οπτική. Μέχρι να ακούσουμε μία διαφορετική άποψη και να αναθεωρήσουμε ξανά. Ή και όχι.
Δεν έχουμε γεννηθεί γνωρίζοντας τα πάντα.
Όποιος θεωρεί πως μόνο τα σχολεία και τα πανεπιστήμια καθιστούν έναν πολίτη μορφωμένο, παρεκκλίνει. Μπορεί να είναι κανείς πεπαιδευμένος, μα στ’ αλήθεια μορφωμένος είναι όταν συμμερίζεται την άποψη του αρχαίου φιλοσόφου Σωκράτη: «Ένα ξέρω, ότι τίποτα δεν ξέρω».
Το θέμα είναι πως και μέσα από την επικοινωνία μαθαίνουμε. Την επικοινωνία στην οικογένεια, στις παρέες, στη δουλειά. Όταν στερούμε από την κοινωνία μας αυτήν την αλληλεπίδραση, αφαιρούμε μέρος από την ποιότητα των ανθρώπινων σχέσεων καθώς και μέρος από τις ευκαιρίες για απόκτηση νέας γνώσης, για εξέλιξη και πρόοδο.
Πολλοί θα ισχυριστούν πως ξέρουν τα πάντα, αρκετοί από αυτούς θα έχουν απόψεις σωστές και θεμελιωμένες.
Μα την αληθινή μόρφωση ενός ανθρώπου θα την καταλάβεις στον χρόνο που θα σου δώσει να μιλήσεις, στο ενδιαφέρον με το οποίο θα σε ακούσει και στις γνώσεις που θα σου επιφέρει αυτή η επικοινωνιακή διαδικασία, γνώσεις που έχουν τη δύναμη να σε αλλάξουν και να σε μάθουν να σέβεσαι τα δικαιώματα των συνομιλητών σου, όντας δημοκρατικός πολίτης και άνθρωπος.
Εν τέλει, μπορεί να λες ένα σωρό ολόσωστες θεωρίες και να μην σε προσέχει κανείς, γιατί δεν ξέρεις πώς να επικοινωνείς.
Μπορείς, τουλάχιστον, να προσπαθήσεις γι’ αυτήν την ατομική και παράλληλα κοινωνική αλλαγή. Διότι όπως κάθε πράξη, έτσι και η επικοινωνία θέλει προσπάθεια.
Αξίζει όμως σίγουρα τον κόπο.