Γράφει ο Θεόδωρος Τσελεπής
Για μένα υπάρχουν δύο ειδών άνθρωποι. Αυτοί που παρακολουθούν ποδόσφαιρο και οι ξενέρωτοι. Η επιλογή της ομάδας που υποστηρίζουμε γίνεται εξαιτίας πολλών συγκυριών. Ένας λόγος είναι ο πατέρας μας. Δεν υπάρχει γιος που να μη θυμάται για πάντα την πρώτη φορά που ο πατέρας του τον πήρε από το χέρι και τον πήγε στο γήπεδο. Μπορεί να μην τον πήγε ποτέ στις κούνιες, να μην του άλλαξε ποτέ πάνα, να μη θυμάται ακόμη και τα γενέθλιά του, αλλά ο κάθε πατέρας ζει για την πρώτη φορά που θα πάει τον γιο του στο γήπεδο. Κι ο γιος θυμάται πάντα το ακριβές σκορ, την αντίπαλη ομάδα και ζει για τη μέρα που θα πάει κι αυτός το δικό του γιο.
Άλλος σοβαρός λόγος είναι η πόλη που ζούμε. Δεν μπορείς, για παράδειγμα, να είσαι από τον Πειραιά και να μην είσαι γαύρος. Να είσαι από το Αγρίνιο και να μην είσαι Παναιτωλικός.
Όταν είσαι παιδί ταυτίζεσαι με τους ποδοσφαιριστές της ομάδας σου, θέλεις να τους μοιάσεις. Όσοι μεγαλώσαμε σε αλάνες, παίζαμε με μπάλες που κερδίζαμε στα χαρτάκια. Μια ολόκληρη γειτονιά συμπλήρωνε το άλμπουμ της Panini. Το κέρδος μας; Μια μπάλα. Από πριν επιλέγαμε τον παίχτη που υποδυόμασταν και δεν σταματούσαμε παρά μόνο όταν νύχτωνε για τα καλά. Η επιλογή της θύρας του γηπέδου αλλάζει με τα χρόνια. Ξεκινάς από τα «πέταλα» όταν είσαι έφηβος, περνάς στο κέντρο του γηπέδου όταν μεγαλώσεις λίγο και καταλήγεις στην σκεπαστή εξέδρα με διαρκείας, όταν έχεις πατήσει τα 40 και τα έχεις κονομήσει.
Ακολουθείς πάντα την ίδια διαδρομή για να πας στο γήπεδο, φοράς πάντα την τυχερή σου μπλούζα, και κάθεσαι πάντα στην ίδια θέση. Την αλλάζεις μόνο όταν κάτι δεν πάει καλά και θες να αλλάξει το γούρι.
Πιστεύεις πως, αν κι εσύ είχες τον κατάλληλο μάνατζερ και δεν σε είχαν φάει τα κυκλώματα, θα έκανες -τουλάχιστον- εγχώρια καριέρα. Αν δεν έχεις καθόλου συναίσθηση της πραγματικότητας, τότε ίσως να φαντασιώνεσαι και διεθνή.
Βέβαια, επειδή λατρεύεις την ομάδα σου, θα έπαιζες και τζάμπα, αρκεί να φορούσες έστω και μια φορά την ιερή φανέλα του συλλόγου που αγαπάς.
Οι παίχτες της ομάδας σου είναι οι καλύτεροι στον κόσμο. Όταν όμως μετεγγραφούν σε άλλη, είναι ή προδότες ή άμπαλοι.
Θεωρείς αδερφούς σου τους συνοπαδούς σου κι ας σε χωρίζουν ταξικές, ιδεολογικές ή άλλες διαφορές. Πιστεύετε στον ίδιο θεό κι αυτό φτάνει.
Πονάς και υποφέρεις όταν η ομάδα σου χάνει, πάντα σε αδικούν οι διαιτητές κι όλο το σύμπαν συνωμοτεί εναντίον σου γιατί σε φθονούν.
Εσύ θα έστηνες καλύτερα την ομάδα στο γήπεδο και δεν αντέχεις την ηττοπάθεια του προπονητή σου.
Γελάς με όλους τους Μαυρογιαλούρους που εμφανίζονται στο γήπεδο λίγο πριν από τις εκλογές.
Αλλάζεις κόμμα, γυναίκα, θρησκεία, φύλο, αλλά ομάδα δεν αλλάζεις ποτέ.
Τι γίνεται όμως, όταν η πολιτική εμπλέκεται με το ποδόσφαιρο; Όταν οι ομάδες γίνονται τα πλυντήρια δικτατόρων και η μπάλα αποτελεί το όπιο του λαού; Όταν επιχειρήσεις με ματωμένα κέρδη, επενδύουν σε οπαδούς-πελάτες; Στην Ελλάδα η Ελληνικός Χρυσός προσπάθησε να αποχτήσει λαϊκό έρεισμα σκορπώντας χορηγίες. Σε κάποιες περιπτώσεις βρήκε ανταπόκριση από διοικήσεις, αλλά όχι κι από τους οπαδούς. Οι οπαδοί απάντησαν με το δικό τους, εμπνευσμένο, τρόπο. Μόνο όπως οι πραγματικοί οπαδοί ξέρουν να απαντούν:
«Βάλτε όλο το ματωμένο χρήμα σας εκεί που ξέρετε…».
Y.Γ. Καλύτερα στη Β’ Εθνική τη χρονιά των 100 χρόνων ιστορίας της ομάδας μου, παρά ματωμένες χορηγίες.
Γιατί οπαδός δεν γίνεσαι για τους τίτλους ή μόνο για τους τίτλους. Μα για όλα τα παραπάνω.