Του Δημήτρη Ουλή

Σε προηγούμενο φύλλο (162, σελ. 10) μίλησα για τα προσωπικά μας «χρήσιμα» αντικείμενα και την ψυχαναγκαστική προτροπή που ακούγεται από τα μικρόφωνα των σταθμών και των συρμών του μετρό να τα προσέχουμε ως κόρη οφθαλμού (δύσκολοι καιροί, γαρ). Στο σημερινό φύλλο -και για να αποδείξω στον αναγνώστη ότι έχω εξασκήσει επαρκώς τα διαλεκτικά μου όπλα- θα ήθελα να αναφερθώ στον αντίποδα των παραπάνω αντικειμένων: Στα προσωπικά μας, άχρηστα αντικείμενα. Θα ήθελα δηλαδή, να προτρέψω τον αναγνώστη να ακολουθήσει την αντίστροφη προοπτική και όχι μόνο να μην προσέξει τα αντικείμενα αυτά (don’t mind your personal belongings) αλλά επιπλέον, να σπεύσει να τα πουλήσει σε κάποιο από τα αναρίθμητα καταστήματα που έχουν ανοίξει σε κάθε γωνιά, δρόμο και πλατεία της χώρας. Εννοώ τα καταστήματα με τις κίτρινες τζαμαρίες και τις κόκκινες φωτεινές επιγραφές, τα οποία «αγοράζουν χρυσό, ασήμι και άλλα πολύτιμα μέταλλα», προσφέρουν «άμεσα μετρητά» και επιδίδονται σε δωρεάν, πλην αξιόπιστες εκτιμήσεις των κοσμημάτων μας. Η ευκαιρία είναι πραγματικά μοναδική. Έχεις, για παράδειγμα, ένα παλιό ασημένιο ρολόι του παππού; Φυλάς στην μπιζουτιέρα σου τα χρυσά σκουλαρίκια ή τη βέρα που κληρονόμησες από τη γιαγιά; Κανένα πρόβλημα! Τώρα μπορείς αβάδιστα και με απόλυτη εχεμύθεια να τα εξαργυρώσεις σ’ εμάς, με όλες τις δυνατές διευκολύνσεις και με τις καλύτερες τιμές της αγοράς. Είσαι χρόνια άνεργος ή έχασες πρόσφατα τη δουλειά σου; Έχεις τόσα χρέη που φοβάσαι ότι θα καταλήξεις  στη φυλακή; Κανένα πρόβλημα! Τώρα μπορείς να βγάλεις «έξυπνα» χρήματα πουλώντας σ’ εμάς όλα τα άχρηστα μπιμπελό, τιμαλφή ή κοσμήματα του σπιτιού σου – τα οποία, εδώ που τα λέμε, όχι μόνο πιάνουν πολύτιμο ζωτικό χώρο (Lebensraum) αλλά είναι και καρακιτσαρία του κερατά.
Είναι δύσκολο να αποφανθεί κανείς με βεβαιότητα για το μυστικό της επιτυχίας αυτών των καταστημάτων. Διαισθάνομαι, ωστόσο, ότι θα πρέπει πρωτίστως να το αναζητήσουμε στο γεγονός ότι κατάφεραν να αφουγκραστούν το πνεύμα της εποχής (Zeitgeist) και να συνδυάσουν με έξοχο τρόπο την επιχειρηματικότητα με την ανθρωπιά. Από τη μεριά μου, λοιπόν, αισθάνομαι την ανάγκη να χαιρετίσω τα καταστήματα αυτά, κατ’ αρχάς, ως σύμβολα επιχειρηματικής ιδιοφυίας και κοινωνικής αλληλεγγύης. Τα χαιρετίζω, επίσης, ως αποστομωτικό αντεπιχείρημα ενάντια σε όλους τους παλιο-κακο-ύποπτους που κατηγορούν την κυβέρνηση Σαμαρά ότι δήθεν αποθαρρύνει την επιχειρηματική πρωτοβουλία και καταστρέφει τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Τα χαιρετίζω, τέλος, ως ζωντανά σύμβολα ενός συνολικά διαφορετικού επιχειρηματικού ήθους: για τη διαφάνεια των πρακτικών τους, για τις πηγές της χρηματοδότησής τους (είμαι σίγουρος ότι είναι καθόλα νόμιμες), το υψηλό επιστημονικό προσωπικό που απασχολούν, αλλά και την υπέροχη αισθητική τους. Κρυμμένα πίσω από αχνές τζαμαρίες και «χωμένα» στο βάθος, με κάποιον αργόσχολο τύπο να κάθεται σ’ ένα γραφείο καπνίζοντας ή κοιτώντας αδιάφορα, τα καταστήματα αυτά έχουν κάτι από τη σεμνοτυφία των sex shops, την ξεπλυμένη φαντασμαγορία των live shows και την ενοχή των χαρτοπαικτικών λεσχών. Αλλά επίσης, αποπνέουν και ένα είδος διεστραμμένης νοσταλγίας, καθόσον μας θυμίζουν ότι μαζί με τους Γερμανούς που ξανάρχονται (για την ακρίβεια, ξαναήρθαν), ξαναέρχονται και οι μαυραγορίτες. Οι οποίοι, καθώς φαίνεται, είναι τόσο συνυφασμένοι με την Κατοχή και τη χούντα, όσο ο Μάρτης με τη Σαρακοστή.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!