Τα πολλά «αλλά» που αναδεικνύει η υπόθεση του Φιλοξενείου στην Τούμπα

της Αλέκας Κρασοπούλου*

 

Η υπόθεση του Φιλοξενείου προσφύγων στην Τούμπα ήρθε μέσα στις μεγάλες ζέστες, σε ένα θολό τοπίο ενημέρωσης σε ό,τι αφορά την ομάδα απεύθυνσης, τον αριθμό των φιλοξενούμενων, την κατασκευή του, το χαρακτήρα του, τη θέση του.

Εν τέλει, πρόκειται για δομή φιλοξενίας 7 κοιτώνων για μονογονεϊκές οικογένειες προσφύγων στην περιοχή των παλιών στάβλων στην Τούμπα. Ένα έργο του δήμου σε συνέργεια με τη ΜΚΟ «Άρσις» και το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες.

Η αρχική πρόταση (καλοκαίρι του 2013) αφορούσε τη λειτουργία του Φιλοξενείου σε μια πτέρυγα του Παπάφειου που είχε τις απαραίτητες υποδομές (κοιτώνες) και που θα επέτρεπε τη γρήγορη και πολύ οικονομικότερη εγκατάσταση. Ελέω άρνησης του μητροπολίτη Άνθιμου για παραχώρηση της πτέρυγας –άνευ σχολίου– το έργο καθυστέρησε μέχρι την ανεύρεση νέου χώρου και τις απαραίτητες –πλέον– προμελέτες κατασκευής. Στις 17/8 ήρθε η έγκριση για το έργο που προβλέπει την ολοκλήρωση των απαραίτητων εργασιών ανακαίνισης μέχρι τις 30/11 και την εγκατάσταση των προσφύγων έως τα τέλη του Ιουνίου.

 

Οι δύο περιπτώσεις της άρνησης

Η ταμπακέρα αφορά την αγανάκτηση και κινητοποίηση μερίδας των κατοίκων για διάφορους λόγους. Η πρώτη περίπτωση αφορά όσες και όσους δεν θέλανε το έργο αυτό καθαυτό. Λέμε «Όχι στους πολιτικούς πρόσφυγες» έλεγε το αναρτημένο, για μια βδομάδα, πανό. Σταράτα, καθαρά, ρατσιστικά πράγματα, μη μπερδευόμαστε κιόλας…

Η δεύτερη περίπτωση αφορά όσες και όσους δυσαρεστήθηκαν επειδή μια δημοκρατική παράταξη, όπως αυτή του κ. Μπουτάρη, δεν μπήκε στον κόπο να τους ρωτήσει και να διαβουλευθεί μαζί τους γιατί αυτοί/ές δεν είναι, βέβαια, αντίθετοι και αντίθετες, αλλά, «βρε παιδί μου, εμείς χρειαζόμαστε παιδική χαρά και πάρκο και εδώ είναι ο μόνος χώρος που μπορεί να γίνει» και «εντάξει με τους πρόσφυγες αυτούς, αλλά γύρω από αυτούς θα μαζευτούν και άλλοι 200». Δεν είμαστε ρατσιστές, αλλά αγαπάμε την περιοχή μας λένε, επαναλαμβάνοντας το γνωστό μότο. Θαρρείς και θα πάψει να είναι περιοχή τους αυτή η ίδια περιοχή με την οποία δεν είχαν ασχοληθεί επί χρόνια και την οποία θυμήθηκαν αφορμής δοθείσης των κατατρεγμένων.

Πολλά «αλλά» μαζεύτηκαν σε αυτήν την πιο δύσκολη περίπτωση. Είναι δημοκράτες νοικοκυραίοι που έχουν και το δίκιο τους γιατί δεν ρωτήθηκαν; Που χτυπημένοι/ες από το φόβο της κρίσης και του άγνωστου αισθάνονται μια κάποια ανακούφιση/δικαίωση αντιδρώντας, επιτέλους, σε κάτι που τους αφορά; Και πώς η μεγάλη αντιρατσιστική αγκαλιά της πόλης μας απαντάει σε όλους αυτούς;

Οι αποχρώσεις ως προς το επίδικο είναι και αυτές πολλές με κύριο κορμό, βέβαια, τη θετική απάντηση ως προς τη λειτουργία του Φιλοξενείου.

Και εδώ, κατά τη γνώμη μου, πρέπει να είμαστε και σαφείς και προσεκτικοί/ές και χωρίς αναστολές. Το θέμα δεν είναι ούτε η εμπλεκόμενη ΜΚΟ, ούτε ο δημοκρατικός ή μη χαρακτήρας με τον οποίο επιβάλλει ο δήμος την απόφασή του, ούτε ο ρόλος της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους, ούτε του δημάρχου ως προς την καλλιέργεια κλίματος ξενοφοβίας στην πόλη και το κυνήγι των φτωχοδιάβολων. Είναι, κατά τη γνώμη μου πάντα, αυτό το «αλλά» το οποίο ανέχτηκε ένα πανό που αρνείται όχι μόνο το Φιλοξενείο, αλλά και τους ίδιους τους πολιτικούς πρόσφυγες. Είναι αυτό το «αλλά» που, την ώρα που μικρή μερίδα φασιστών προτιμά να μη γίνει καμία ανάπλαση στον χώρο παρά να γίνει το έργο, απαντάνε με τον φόβο της υποβάθμισης της ιδιοκτησίας τους και της καθημερινότητάς τους.

Ίσες αποστάσεις από διαφορετική οπτική με το ίδιο, όμως, αποτέλεσμα: την άρνηση λειτουργίας του Φιλοξενείου σε μια γειτονιά προσφύγων.

Γι’ αυτό, χωρίς να υπάρχει διαφωνία ως προς το ρόλο των παραπάνω στους πολέμους και τις χιλιάδες των ανθρώπων που εγκαταλείπουν τις πατρίδες τους, χωρίς να σταματήσουμε ούτε στιγμή να διεκδικούμε ένα δημοκρατικό δήμο που να ακούει τους πολίτες, χωρίς να πάψουμε να διεκδικούμε κονδύλια για τις πολλές αρμοδιότητες που έχουν οι δήμοι, χωρίς να πάψουμε να ζητάμε και πάρκα και πλατείες και παιδικές χαρές και νηπιαγωγεία και σχολεία και καθαριότητα και υγεία και ρεύμα και νερό, σήμερα ζητάμε να γίνει το Φιλοξενείο. Και, για να κλέψω το σύνθημα της Αντιρατσιστικής, ζητάμε ένα και δύο και τρία, πολλά Φιλοξενεία, γιατί εμείς λέμε «“ναι” στους πολιτικούς πρόσφυγες».

 

* Η Αλέκα Κρασοπούλου, είναι μέλος της Γραμματείας Α’ Θεσσαλονίκης του ΣΥΡΙΖΑ

 

 

 

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!