Του Μάριου Διονέλλη
Η ιστορία έχει κάπως έτσι: Ένας νέος άνθρωπος στα Χανιά μένει άστεγος και βρίσκει καταφύγιο σε ένα από τα εγκαταλειμμένα κτίρια στην πόλη. Το κτίριο είναι ετοιμόρροπο και ο Πάνος, έτσι τον λένε, κάνει ό,τι περνά από το χέρι του για να το σουλουπώσει. Τον βοηθάει και η γειτονιά, τους βοηθάει και αυτός, αν χρειάζονται καμιά δουλειά. Και κάπου εκεί έρχονται οι ιδιοκτήτες του χώρου. Το Πολυτεχνείο Κρήτης. Το εγκαταλειμμένο κτίριο το είχε δωρίσει πριν από χρόνια στο Πολυτεχνείο, μια γυναίκα που πέθανε.
Οι υπάλληλοι της Τεχνικής Υπηρεσίας του Πολυτεχνείου ήρθαν παρέα με μπόλικους αστυνομικούς. «Με εντολή του πρύτανη, Βασίλη Διγαλάκη», του είπαν. Και διέταξαν τον Πάνο να τους αδειάσει τη γωνιά. Και η γειτονιά ξεσηκώθηκε.
– Τουλάχιστον πείτε μας, τους είπαν, τι θα το κάνετε το κτίριο, αφού ρημάδι το έχετε μέχρι σήμερα.
– Θα κάνουμε μελέτη, είπαν αυτοί και ξαναδιατάξανε τον Πάνο να τους αδειάσει τη γωνιά αμέσως. «Πιο αυστηροί ήταν οι υπάλληλοι του Πολυτεχνείου, παρά οι αστυνομικοί», λένε όσοι ήταν μπροστά στο περιστατικό.
– Ελάτε να την κάνετε τη μελέτη, να κεράσω και καφέ και να βάλω και εγώ ένα χεράκι, πιάνουν τα χέρια μου, τους είπε ο Πάνος. Μα εκείνοι ήταν ανένδοτοι.
Στις πόρτες και τα παράθυρα μπήκαν κάγκελα για να μην ξαναμπεί ούτε ο Πάνος ούτε κανένας άλλος Πάνος. Και κάποτε θα ξεκινήσει και η μελέτη…
Στα Χανιά έχουν πεθάνει τρεις άστεγοι στο δρόμο τα τελευταία τρία χρόνια.
Στην πόρτα του κτιρίου πλέον γράφει «Πρύτανη, ντροπή σου»!