Κεντρικό ζήτημα η απελευθέρωση των θυμάτων της μνημονιακής πολιτικής

 

Γίναμε μάρτυρες, τα τελευταία δέκα χρόνια, της μεθοδευμένης «προσαγωγής» του μεγαλύτερου μέρους του ελληνικού πληθυσμού στο πελατολόγιο των τραπεζών.

Σε συνθήκες τεχνητής (ή και πραγματικής) ευμάρειας, τα νοικοκυριά διατηρούσαν κατά κανόνα τον σχετικό έλεγχο των όποιων ανοιγμάτων τους και ανταποκρίνονταν στις δανειακές υποχρεώσεις τους. Τα στεγαστικά, τα επιχειρηματικά, τα καταναλωτικά, ακόμα και τα «διακοποδάνεια», φορτώνονταν τα εύλογα επιτόκιά τους -σε συνθήκες ελεγχόμενου πληθωρισμού- μα όχι για να καταχωνιαστούν σε κανένα βαθύ συρτάρι, ούτε για να φυγαδευτούν σε offshore εταιρίες και ελβετικές τράπεζες. «Ανακυκλώνονταν» σχεδόν όλα στην οικονομία, άλλαζαν χέρια, γίνονταν φόροι, επιχειρηματικά και τραπεζικά κέρδη, γίνονταν πάλι δάνεια καινούργιων δανειοληπτών κ.ο.κ.

Ο ένας δανείσθηκε για τις διακοπές του την αξία δύο μηνιαίων μισθών του, κάποιος συνταξιούχος για τη συντήρηση του εξοχικού του δεσμεύθηκε να επιστρέψει μαζί με τους τόκους ποσό που θα αντιστοιχούσε στο 1/2 δεκαπέντε μηνιαίων συντάξεών του, με δυνατότητα πάντα αναχρηματοδότησης, ένας τρίτος για την αγορά ενός σπιτιού δεσμεύθηκε ότι θα καταβάλλει τα 2/5 του μισθού του για τα επόμενα 20 χρόνια… Οι πιθανότητες «να σπάσει ο διάολος το ποδάρι του» ήταν περιορισμένες, οι δε ασφαλιστικές δικλείδες -δανειστών και δανειοληπτών- διατίθεντο εν αφθονία σε ένα σχετικά προδιαγεγραμμένο οικονομικό περιβάλλον, όπου υπήρχαν και εφαρμόζονταν κουτσά-στραβά ορισμένοι «κανόνες παιχνιδιού», ένα γενικό πλαίσιο νομιμότητας στα εργασιακά, στα φορολογικά, στις συνταγματικές δεσμεύσεις των κυβερνήσεων κ.λπ.

Ύστερα ήρθαν οι μνημονιακές κυβερνήσεις και ακύρωσαν, με συνοπτικές διαδικασίες, όλους τους «κανόνες παιχνιδιού» που καθόρισαν τις συμβάσεις των πολιτών με τις τράπεζες, αφήνοντας μόνο να αιωρείται πάνω από τα κεφάλια των πρώτων ο πέλεκυς της θηριώδους και θεριευμένης πλέον οφειλής τους.

Ένα μεγάλο ποσοστό του ιδιωτικού χρέους των πολιτών και των μικρών επιχειρήσεων προς τα τραπεζικά ιδρύματα -εσχάτως κρεματόρια- αφορά όλους εκείνους που «προσήχθησαν» βιαίως και προστέθηκαν στο πελατολόγιο των τραπεζών, ώστε να ανταποκριθούν στο ισχυρό σοκ της μνημονιακής λαίλαπας, με τα χαράτσια, τις φοροεπιδρομές, τις απολύσεις σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, την ακρίβεια στα βασικά αγαθά, τις περικοπές μισθών, συντάξεων και κοινωνικών παροχών.

Ποιο δικαστήριο, λοιπόν, που να σέβεται και να εφαρμόζει τις στοιχειωδέστερες αρχές του Δικαίου, δεν θα κατατρόπωνε κάποιον που «πείραξε» μονομερώς όλους τους όρους της σύμβασης μεταξύ τραπεζών-πολιτών; Αυτόν που έκανε μεθοδικά και εν κρυπτώ, ακριβοθώρητο το χρήμα και αδύνατη την εξόφληση των περισσότερων οφειλών; Αμφιβάλλει πλέον κανείς ότι η φτωχοποίηση της χώρας είναι μεθοδευμένη και ότι τα νήματα και τις φιγούρες στον εθελόδουλο κυβερνητικό μας μπερντέ τα κινεί το διεθνές χρηματοπιστωτικό διευθυντήριο;

Δεν πρόκειται, λοιπόν, για μια ακόμα περικοπή σε μισθό ή σε σύνταξη, που θα ωχριούσε μπροστά στη δόλια και επαχθή «περικοπή οντότητας» που επιφυλάσσουν για τους οφειλέτες των τραπεζών και του Δημοσίου, στους οποίους δάνεισαν την αξία ενός σπιτιού και τους καταδίκασαν στην επιστροφή της αξίας τριών σπιτιών, που τους δάνεισαν την αξία δέκα ετών εργασίας και τους καταδίκασαν στην επιστροφή της αξίας 30 ετών εργασίας – με την απειλή πάντοτε των κατασχέσεων, με την «απεμπλοκή»(!) της Δικαιοσύνης και με απροκάλυπτα ληστρική και ανθρωποφάγο «τροποποίηση του Πτωχευτικού Κώδικα»…

Η αποκατάσταση, λοιπόν, και η απελευθέρωση αυτών των θυμάτων της μνημονιακής πολιτικής δεν θα ήταν απλώς φιλολαϊκή πολιτική επιλογή μιας κυβέρνησης της Αριστεράς που καλείται να τερματίσει τον όλεθρο. Θα ήταν μια πρόθεση, μια πράξη, μια συνέπεια στοιχειώδους σεβασμού της Δικαιοσύνης και της κοινής λογικής. Θα ήταν, κοντολογίς, αυστηρότατος καταλογισμός των ευθυνών, αλλά και μια «σεισάχθεια» σεισάχθεια.

Μια σεισάχθεια που δεν θα αφορά, βεβαίως, τα θαλασσοδάνεια, τη φυγάδευση κεφαλαίων, τις επιχειρηματικές αλλαξοκωλιές και τις κάλπικες πτωχεύσεις, υπεξαιρέσεις, καταχρηστική άσκηση εξουσίας και «διευθυντικού δικαιώματος», μίζες, αθέμιτο ή αδικαιολόγητο πλουτισμό, τις ελεγκτέες και διαφανείς συμβάσεις έργων και τις τραπεζικές καταθέσεις, τις «ενεργές» οφειλές προς τα ασφαλιστικά ταμεία και τους εργαζόμενους.

 

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!