Μια εξαιρετική ταινία από τους Ίθαν και Τζόελ Κοέν

Της Ιφιγένειας Καλαντζή*

 

Ο γνωστός τραγουδοποιός Ντέιβ Βαν Ρονκ ενέπνευσε τους Ίθαν και Τζόελ Κοέν, στη νέα τους ταινία Inside Llewyn Davis, που απέσπασε το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής στις Κάννες.
Ο Λιούιν Ντέιβις είναι το μυθοπλαστικό είδωλο ενός ταλαντούχου μουσικού, που αναζητά την τύχη του στο Γκρίνουιτς Βίλατζ, αρχές του ’60, εποχή της έκρηξης της φολκ. Με μια κιθάρα στο ένα χέρι και έναν κεραμιδόγατο στο άλλο, ο γεροδεμένος αλλά αδέκαρος Λιούιν, μποέμικη φιγούρα με καστανά σγουρά μαλλιά και καφέ κοτλέ σακάκι, περιφέρεται στη χειμωνιάτικη Νέα Υόρκη, καταφεύγοντας τα βράδια στους καναπέδες φίλων, ενώ πασχίζει να βιοποριστεί ως σόλο μουσικός, τραγουδώντας σε μπαρ.
Σε μια ύστατη προσπάθεια να μην εγκαταλείψει το μουσικό του ταλέντο, ο Λιούιν αποφασίζει να ταξιδέψει οδικώς, μες το καταχείμωνο, ως το μακρινό και παγωμένο Σικάγο, παρέα με δυο περίεργους τύπους. Στα ερημικά ρεστοράν, πλάι στους χιονισμένους αυτοκινητόδρομους, ξεπετάγονται σουρεαλιστικές εικόνες, στον απόηχο μιας μπιτ Αμερικής, διευρύνοντας έναν α-χρονικό χώρο, όταν μέσα απ’ τις απανωτές αναποδιές που τυχαίνουν στον ήρωα, ένα τριήμερο ταξίδι διαρκεί όσο ένας αιώνας.
Φυσιογνωμίες γραφικών μουσικών, διευθυντές δισκογραφικών εταιριών που τον εκμεταλλεύονται, σεξιστές ιδιοκτήτες μπαρ, τσαντισμένες φιλενάδες και φιλόμουσοι Εβραίοι διανοούμενοι συνθέτουν το νεοϋορκέζικο σύμπαν, στο οποίο οι Κοέν εντάσσουν τη βασανιστική πτώση του άσημου τραγουδοποιού, που επισκιάστηκε από τη δόξα του Ντίλαν.
Ο κουβανικής καταγωγής ηθοποιός Όσκαρ Άιζακ, μουσικός και ο ίδιος, ερμηνεύει με ζεστασιά τις χαμηλόφωνες, μελωδικές μπαλάντες του Λιούιν, αναδεικνύοντας μια υπαρξιακή εσωτερικότητα. Αγνώριστοι στο πλευρό του, οι Κάρεϊ Μάλιγκαν και Τζάστιν Τιμπερλέικ, ενώ ξεχωρίζει, ως ηρωινομανής τζαζίστας, ο εκπληκτικός Τζον Γκούντμαν, ηθοποιός-φετίχ των σκηνοθετών, δίπλα σ’ έναν μπιτ ποιητή που υποδύεται ο Γκάρετ Χέντλουντ.
Φημισμένοι για τους ιδιόρρυθμους και αντισυμβατικούς φιλμικούς χαρακτήρες στο επίκεντρο των ταινιών τους, αλλά και για την περιβόητη και γεμάτη καυστικό χιούμορ ειρωνεία, οι Κοέν πιστοί στην κοσμοθεωρία τους, αγγίζουν την παραδοξότητα των κυνικών φιλοσόφων, καταρρίπτοντας τον μύθο της μποέμικης ζωής, σε μια γλυκόπικρη ιστορία για την πραγματική διάσταση του περιθωρίου, μακριά από κάθε εξιδανίκευση. Με μια ισορροπημένη διαχείριση των εκφραστικών μέσων, χτίζουν μια μεστή  σεναριακά και σκηνοθετικά  δραματική ταινία, όπου όλα συντελούν στην ψυχολογική δόμηση του κεντρικού χαρακτήρα. Οι χειμωνιάτικες καιρικές συνθήκες, η θαμπάδα των φωτισμών στα καταγώγια, αλλά και η μουντή χρωματική παλέτα σε καφετί, κεραμιδί και μπορντό αποχρώσεις, φτιάχνουν μια μυσταγωγική ατμόσφαιρα άλλης εποχής.
Η παραμορφωτική αποτύπωση του χώρου, στυλιστικό στοιχείο που εικονοποιεί τη χαοτική κατάσταση των χαρακτήρων, εδώ συνοψίζεται στους στενούς, κλειστοφοβικούς διαδρόμους που οδηγούν στα ταπεινά διαμερίσματα όπου φιλοξενείται ο Λιούιν, ένδειξη του λαϊκού κοινωνικού περίγυρου της φολκ.
Όλη η ψυχολογική κατάρρευση του Λιούιν προσωποποιείται στην alter ego φιγούρα του γατούλη, με το συνειρμικό όνομα Οδυσσέας, ο οποίος χάνεται, ξαναβρίσκεται, ενώ σε μια από τις πιο τραγικές σκηνές φεύγει λαβωμένος μέσα στη μαύρη νύχτα. Η ευρηματική μετάθεση του δράματος, απ’ τον πρωταγωνιστή στο ζώο, κορυφώνει τη συγκινησιακή φόρτιση, φέρνοντας αναπόφευκτα στο νου το τέλος της βραζιλιάνικης ταινίας Ξερές ζωές (1963), του Νέλσον Περέιρα Ντος Σάντος, αριστουργηματικό υπόδειγμα του Τσίνεμα Νουόβο.
Το ρεπερτόριο μιας εποχής, όπου οι ιρλανδέζικες παραδόσεις παντρεύονταν με τους μπλουζ ρυθμούς και τα ράγκτάιμ κιθαριστικά ακόρντα, αντιπροσωπεύουν τα μπαλαντοειδή τραγούδια με τριφωνίες, παιγμένα ζωντανά, στη μουσική μπάντα της ταινίας, που επιμελήθηκε ο μουσικός παραγωγός T-Bone Burnett, γνωστός και από τη φοβερή συλλογή κάντρι τραγουδιών στο Ω Αδελφέ, πού είσαι;.
Η ειρωνική πλευρά των Κοέν εδώ διακρίνεται στη σαρκαστική αποτύπωση της φολκ σκηνής, όταν καθένας που ζώνεται με μια κιθάρα ή άλλο αξιοπερίεργο παλαιό όργανο, παριστάνει τον φολκ τραγουδιστή, κυνηγώντας την επιτυχία.
Ένας άλλος μυθοπλαστικός χαρακτήρας ενός επίσης ταλαντούχου, αλλά άσημου σουίνγκ μουσικού, στην ταινία Συμφωνίες-ασυμφωνίες, του Γούντι Άλεν, απέπνεε χιούμορ και ελαφράδα, σε αντίθεση με τους Κοέν, που αφηγούνται μια ομηρικής έμπνευσης υπαρξιακή οδύσσεια, σε μια κάθοδο προς την κόλαση.
Το δίδυμο των ανεξάρτητων Αμερικανών σκηνοθετών κατάφερε, με το δικό του λακωνικό πάντα τρόπο, να δημιουργήσει μια εξαιρετική ταινία, απ’ τις πιο μελαγχολικές τους, καυστικό σχόλιο για την πίκρα του περιθωρίου και την παραδοξότητα της ζωής.

* Η Ιφιγένεια Καλαντζή είναι κριτικός κινηματογράφου

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!