Του Μάνου Καλογιάννη
Τα πράγματα δεν είναι καθόλου καλά. Εκείνοι που δεν έχουν πια τίποτα να χάσουν αυξάνονται γεωμετρικά. Το ίδιο κι η οργή τους, η οποία τους μετατρέπει δυνητικά σε «ανθρώπους-βόμβες», έτοιμους να εκραγούν. Αλλά κι όσοι δεν έχουν φτάσει ακόμα στο σημείο αυτό, αντιλαμβάνονται οδυνηρά πόσο δυσκολότερο γίνεται διαρκώς να καλύψουν βασικές ανάγκες και υποχρεώσεις των ίδιων και της οικογένειάς τους. Ελάχιστοι είναι πλέον όσοι έχουν μείνει ανεπηρέαστοι από την καταπληκτική θεραπεία που μας παρέχουν οι εγχώριοι και διεθνείς φίλοι των αριθμών, των τραπεζών και του κεφαλαίου.
Χωρίς να θέλω να παριστάνω τον προφήτη κακών, συχνά-πυκνά έρχονται στο νου μου διάφορα δυσοίωνα «σενάρια» σχετικά με το -όχι και τόσο μακρινό- μέλλον. Αξίζει, ίσως, να περιγράψω ένα από αυτά, το οποίο επιμένει να επανέρχεται. Ενδεχομένως το πλέον σκοτεινό. Φοβάμαι, λοιπόν, ότι εφόσον δεν αλλάξει ριζικά κάτι, εφόσον συνεχιστούν «κανονικά» οι υφιστάμενες «παρανοϊκές» πολιτικές που, ενώ γελοιοποιούν κάθε έννοια δημοκρατίας (βλ., τελείως ενδεικτικά, τις Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου, τις φωτογραφικές διατάξεις σε πληθώρα νομοσχεδίων, τις «προληπτικές» επιστρατεύσεις, τις «επιχειρήσεις-σκούπα», το μαύρο στην ΕΡΤ…), καταστρέφουν -κυριολεκτικά- την κοινωνία, φτωχοποιώντας ραγδαία τα μεσαία στρώματα και εξαθλιώνοντας τους ήδη φτωχούς, μια μικρή σπίθα θα αρκέσει για να ανάψει μια γιγαντιαία «πυρκαγιά», η οποία φυσικά δεν θα κάνει λεπτεπίλεπτες διακρίσεις ή εμβριθείς αξιολογήσεις. Η συσσωρευμένη οργή θα ξεσπάσει λυσσαλέα επί δικαίων και αδίκων και καμιά «δύναμη καταστολής» δεν θα είναι σε θέση να τη συγκρατήσει…
Κι έπειτα; Όταν κάποτε καταλαγιάσει η «φωτιά» κι αφού, αναμφίβολα, θα έχουν χαθεί ανθρώπινες ζωές; Τότε, δεν είναι καθόλου απίθανο όλο αυτό το σκυλολόι που οδήγησε τα πράγματα έως το σημείο του βρασμού, οι ποικιλώνυμοι Μέρκελ, Ντράγκι, Σαμαράδες και Βενιζέλοι, βαθιά συντετριμμένοι, με το πένθος να τους πλακώνει την καρδιά, να βγουν και να ζητήσουν συγνώμη με μια εκ βαθέων εξομολόγηση: «Κάναμε τραγικό λάθος, τα μέτρα λιτότητας αποδείχθηκαν πιο σκληρά απ’ όσο άντεχε ο λαός, ήρθε η ώρα να επανορθώσουμε, ώς εδώ ήταν…». Το πείραμα θα έχει λήξει. Θα έχει φανεί, επιτέλους, μέχρι ποιο σημείο μπορείς να συμπιέσεις μια ολόκληρη κοινωνία, ως πού έχεις την δυνατότητα να την εξευτελίσεις, ποιο είναι το όριο της εξαθλίωσης που μπορεί να ανεχτεί, ποια η πραγματική κόκκινη -κατακόκκινη- γραμμή…
Εκτός αν τους προλάβουμε. Εκτός αν, έστω και τώρα, ορθώσουμε ανάστημα και τους ανατρέψουμε προτού να είναι πολύ αργά. Άλλο περιθώριο δεν υπάρχει, το τρισάθλιο μνημονιακό-νεοφιλελεύθερο βιολί δεν μπορεί να συνεχιστεί. Όσα ψευδεπίγραφα διλήμματα κι αν θέσουν, ποντάροντας, ως συνήθως, στο φόβο, την ανασφάλεια, την κούραση, τη χειραγώγηση και την γενικευμένη εξατομίκευση, το πραγματικό δίλημμα έχει ήδη τεθεί και είναι ξεκάθαρο: Θα συνεχίσουμε να σερνόμαστε στα τυφλά εκεί που μας οδηγούν οι «σωτήρες» μας και τα διαδοχικά τους «success stories» ή θα επιλέξουμε να ζήσουμε ως κοινωνία ανθρώπων -με αξιοπρέπεια, ελευθερία και δικαιοσύνη; Θα συγκατανεύσουμε στη μέγγενη της λιτότητας, της υποταγής και της εθελοδουλίας ή θα διαλέξουμε τον δρόμο της αντίστασης, της ευθύνης και της αλληλεγγύης; Ας ελπίσουμε ότι οι επικείμενες εκλογές θα κομίσουν ορισμένες καίριες απαντήσεις.