«Είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι μερικές χώρες εφάρμοζαν πάντοτε ελέγχους του κεφαλαίου και παρέμειναν ανέγγιχτες από την άτακτη φυγή προς την πλήρη απορρύθμιση των οικονομικών ροών και των τρεχούμενων λογαριασμών. Μια αξιοσημείωτη εξαίρεση μιας τέτοιας χώρας είναι η Κίνα, της οποίας το νόμισμα δεν ήταν ποτέ μετατρέψιμο (αν και μπορεί να γίνει κάποια μέρα, όταν θα έχει πεισθεί η Κίνα ότι θα έχει σωρεύσει αρκετά αποθεματικά για να θάψει κάθε κερδοσκόπο που τζογάρει σε βάρος του ρενμίνμπι). Επίσης, η Κίνα έχει θέσει αυστηρούς ελέγχους τόσο στο εισερχόμενα κεφάλαια (κανένας δεν μπορεί να επενδύσει ή να εξαγοράσει μια μεγάλη κινέζικη εταιρία χωρίς την άδεια της κυβέρνησης, η οποία συνήθως δίνεται μόνο εάν ο ξένος επενδυτής ικανοποιείται με ένα μειοψηφικό ποσοστό) όσο και στα εξερχόμενα κεφάλαια (κανένα στοιχείο ενεργητικού δεν μπορεί να μετακινηθεί από την Κίνα χωρίς κυβερνητική έγκριση). Το θέμα του εξερχόμενου κεφαλαίου είναι σ’ αυτή τη φάση εξαιρετικά ευαίσθητο στην Κίνα και βρίσκεται στην καρδιά του κινεζικού μοντέλου ρύθμισης των κεφαλαίων.
Αυτό εγείρει μια πολύ απλή ερώτηση: μπορούν οι Κινέζοι εκατομμυριούχοι και δισεκατομμυριούχοι, των οποίων τα ονόματα επικρατούν όλο και περισσότερο στις παγκόσμιες κατατάξεις πλούτου, να είναι πραγματικά ιδιοκτήτες του πλούτου τους; Μπορούν, για παράδειγμα, να βγάλουν εάν το επιθυμούν τα χρήματά τους έξω από την Κίνα; Αν και οι απαντήσεις σ’ αυτές τις ερωτήσεις καλύπτονται από μυστήριο, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η κινέζικη έννοια των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας είναι διαφορετική από τις ευρωπαϊκές και αμερικανικές έννοιες. Εξαρτάται από ένα σύνθετο και εξελισσόμενο σετ δικαιωμάτων και υποχρεώσεων.
Σαν παράδειγμα, ένας Κινέζος δισεκατομμυριούχος ο οποίος απέκτησε το 20% της Telecom China και ο οποίος θα ήθελε να μετακομίσει στην Ελβετία με την οικογένειά του κρατώντας τις μετοχές του και αντλώντας εκατομμύρια ευρώ σε μερίσματα, πιθανότατα θα έχει πολύ μεγαλύτερες δυσκολίες από ένα Ρώσο ολιγάρχη, κρίνοντας από το γεγονός ότι τεράστια ποσά εύκολα φεύγουν από τη Ρωσία για ύποπτους προορισμούς. Αυτό δεν το βλέπει ποτέ κανείς στην Κίνα, τουλάχιστον μέχρι τώρα. Στη Ρωσία, για σιγουριά, ένας ολιγάρχης πρέπει να προσέξει να μην μπερδευτεί με τον πρόεδρο, γεγονός που μπορεί να τον στείλει στη φυλακή. Αλλά εάν μπορεί να αποφύγει τέτοιους μπελάδες, μπορεί προφανώς να ζήσει πολύ καλά με τον πλούτο που αντλεί από την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων της Ρωσίας. Στην Κίνα φαίνεται ότι τα πράγματα ελέγχονται πιο σφιχτά…
Δεν είναι στις προθέσεις μου να υπερασπιστώ το κινέζικο σύστημα ρύθμισης του κεφαλαίου, το οποίο είναι εξαιρετικά αδιαφανές και πιθανά ασταθές. Όπως και να έχει, οι έλεγχοι κεφαλαίων είναι ένας τρόπος ρύθμισης και ανάσχεσης των δυναμικών της ανισότητας του πλούτου. Παραπέρα, η Κίνα έχει ένα πιο κλιμακωτό φόρο εισοδήματος από τη Ρωσία (η οποία υιοθέτησε ένα ενιαίο φόρο στη δεκαετία του 1990, όπως οι περισσότερες χώρες του πρώην σοβιετικού μπλοκ)… Τα έσοδα που συγκεντρώνει επενδύονται στην εκπαίδευση, την υγεία και τις υποδομές σε μια πολύ μεγαλύτερη έκταση από ό,τι σε άλλες αναδυόμενες χώρες, όπως η Ινδία, την οποία η Κίνα έχει ξεκάθαρα ξεπεράσει κατά πολύ.
Εάν η Κίνα το θέλει, και πάνω απ’ όλα εάν οι ελίτ συμφωνήσουν να επιτρέψουν το είδος της δημοκρατικής διαφάνειας και την επικράτηση νόμων που ταιριάζουν σε ένα σύγχρονο φορολογικό σύστημα (κατά κανένα τρόπο με βεβαιότητα), τότε η Κίνα είναι αρκετά μεγάλη να εφαρμόσει το είδος του κλιμακωτού φόρου στο εισόδημα και το κεφάλαιο στον οποίο εγώ αναφέρομαι. Σε μερικές πτυχές, είναι καλύτερα εξοπλισμένη να αντιμετωπίσει αυτές τις προκλήσεις απ’ όσο είναι η Ευρώπη, επειδή η Ευρώπη πρέπει να καταπολεμήσει τον πολιτικό κατακερματισμό και ένα ιδιαιτέρως έντονο τύπο φορολογικού ανταγωνισμού, που ίσως θα ισχύει για αρκετό καιρό ακόμα…»
(Τομά Πικετί, Το Κεφάλαιο στον 21ο αιώνα)