Το κείμενο που ακολουθεί είναι ο χαιρετισμός της Δήμητρας Μανώλη, απολυμένης καθαρίστριας του υπ. Οικονομικών, στην εκδήλωση με θέμα Ο ΣΥΡΙΖΑ, η Αριστερά, η κοινωνία, η χώρα…

Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε στις 22/6/2014 στα πλαίσια του 7ου Resistance Festival που διοργάνωσε ο Δρόμος της Αριστεράς.

Εδώ μπορείτε να βρείτε και τις άλλες ομιλίες της εκδήλωσης.

15_RESISTANCE-e1404731879304

 

Δεν θα σας κουράσω πολύ, γιατί δεν μπορώ να αναλύσω όλο αυτό το θέμα. Εγώ μόνο την εμπειρία μου θέλω να πω για τους 9 μήνες που είμαστε στο δρόμο και αγωνιζόμαστε για το πιο αυτονόητο πράγμα, για τη δουλειά, για το ψωμί και για την αξιοπρέπεια.

Πριν από 9 μήνες, λοιπόν, 595 γυναίκες κοιμηθήκαμε εργαζόμενες και ξυπνήσαμε άνεργες. Ένα συναίσθημα που δεν μπορείς εύκολα να το διαχειριστείς. Όταν έρχεται κάποιος και σου λέει ότι μέχρι εδώ, δεν μπορείς να πας παραπέρα, δεν έχει για σένα δουλειά, δεν έχει φαΐ, δεν έχει ψωμί, δεν έχεις να θρέψεις την οικογένειά σου. Έρχεται αυτό το συναίσθημα τόσο βαρύ, πέφτει πάνω στην ψυχή σου και την καρδιά σου που δύο πράγματα μπορεί να συμβούν: Ένα είναι να κάτσεις στον καναπέ του σπιτιού σου, να βλέπεις τηλεόραση και να βρίζεις για όλα αυτά που ακούς και να κλαις. Ή ένα άλλο συναίσθημα να πεις ότι εγώ θα παλέψω, μέχρι εκεί που μπορώ, θα διεκδικήσω αυτό που μου αξίζει και στη συγκεκριμένη περίπτωση τη δουλειά μου.

Αυτό προσπαθούμε να κάνουμε εμείς, μια χούφτα γυναίκες -στην κυριολεξία μια χούφτα γυναίκες. Όταν λέμε 595 γυναίκες, εννοούμε 595 γυναίκες από τη μια άκρη της χώρας ως την άλλη. Είναι πολύ δύσκολο να μαζευτούν όλες, γιατί πέρα από αυτό το βαρύ συναίσθημα που σε κατακλύζει, υπάρχει το οικονομικό, υπάρχουν οι οικογένειες, οι υποχρεώσεις… Δεν είναι εύκολο να έρθεις στην Αθήνα και να ξεκινήσεις όλον αυτόν τον αγώνα. Όμως, πιστεύω, κάτι κατορθώσαμε. Και το κατορθώσαμε με το πείσμα μας και επειδή ίσως κάποιες να είχαμε ένα όραμα και να πιστεύαμε στους αγώνες. Από την αρχή, όταν μεταξύ μας προσπαθούσαμε να πάρουμε δύναμη η μία από την άλλη και αναρωτιόμασταν «μα θα πετύχουμε κάτι;», λέγαμε μεταξύ μας ότι χαμένος αγώνας είναι αυτός που δεν δίνεται και η Ιστορία, εντέλει, έχει αποδείξει ότι όταν οι αγώνες γίνονται, πάντα κάτι κερδίζεις.

Τι κερδίσαμε εμείς, θα μου πείτε, μέχρι τώρα; Κατορθώσαμε να ανεβάσουμε το θέμα μας τόσο ψηλά, που αυτή τη στιγμή -δεν ξέρω αν το πιστεύω μέσα μου ή είναι όλα αυτά που ακούω τριγύρω μου- που πλέον ο αγώνας των καθαριστριών έχει φύγει από τα δικά μας χέρια και είναι στα χέρια της κοινωνίας. Αν μου πείτε «το πιστεύεις αυτό;», όχι δεν το πιστεύω, αλλά θα ’θελα πραγματικά να είναι έτσι, γιατί θα πρέπει επιτέλους να δοθεί ένα μήνυμα στην κυβέρνηση, γιατί σαν κι εμένα, σαν κι εσάς είναι όλη η κοινωνία. Εγώ τι βιώνω; Βιώνω ότι άνθρωποι που δούλεψαν, οι γονείς, οι συγγενείς μου, δούλεψαν τόσα χρόνια για να μπορούν να πάρουν μια σύνταξη για να ζήσουν και ξαφνικά βρίσκονται χωρίς τίποτα, βρίσκονται χωρίς να μπορούν να πάρουν τα φάρμακά τους και επιπλέον πρέπει να ταΐζουν με αυτά τα λίγα χρήματα της σύνταξής τους και τα παιδιά τους που έχουν χάσει τις δουλειές τους.

Γι’ αυτό, λοιπόν, μέσα απ’ αυτόν τον αγώνα εγώ ένα θέλω να τους φωνάξω και να τους πω: Ότι πρέπει να σταματήσουμε να σκύβουμε το κεφάλι μας κι αν όχι για μας τους ίδιους, για τα παιδιά μας. Πιστεύω ότι τα παιδιά μας έχουν δικαίωμα και στη ζωή και στα όνειρα. Γιατί τα παιδιά μας δεν κάνουν όνειρα πλέον, δεν μπορεί να κάνει όνειρα ένα παιδί που είναι στα 25, στα 30 και δεν έχει μια δουλειά στα χέρια του. Οφείλουμε, λοιπόν, σε αυτά τα νέα παιδιά να δείξουμε το δρόμο και ο δρόμος είναι ένας: Να αγωνίζεσαι και να ελπίζεις. Να αγωνίζεσαι, να φτάνεις στον αγώνα πολύ ψηλά, να μη σε νοιάζει τι θα βγει.

Όλον αυτόν τον καιρό έχουμε βρεθεί σε πολύ δύσκολη θέση… Εννιά μήνες στο δρόμο κάθε μέρα, κάθε μέρα, κάθε μέρα, είναι πολύ δύσκολο πράγμα. Έχουμε έρθει πάρα πολλές φορές σε σύγκρουση με τα ΜΑΤ. Έχουν γεμίσει στην κυριολεξία τα σώματα και οι ψυχές μας με πολύ μεγάλες πληγές. Προχθές, καθώς καθόμασταν όλες μαζί στη σκηνή που είμαστε τώρα, 46 μέρες έξω από το υπουργείο Οικονομικών, κοίταζα τις συναδέλφισσές μου, τα χέρια τους, τα πόδια τους, ήταν γεμάτα μελανιές. Και σκεφτόμουν ότι, εντάξει, αυτές οι μελανιές σε μια βδομάδα, σε δυο βδομάδες θα περάσουν. Όμως για τις πληγές που έχουν ανοίξει στις ψυχές μας ποιος θα απολογηθεί, ποιος θα δώσει λόγο; Για όλες τις πληγές που έχουν ανοιχτεί σε όλους τους Έλληνες ποιος θα απολογηθεί;

Δεν θέλω να σας κουράσω πολύ, θέλω μόνο να σας καλέσω να είμαστε όλοι μαζί. Μόνες δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα. Να είστε στο πλευρό μας, γιατί το σημαντικότερο για μας είναι να έρθετε κοντά μας, εκεί που καθόμαστε, εκεί που είμαστε τα βράδια μόνες μας σας θέλουμε να είσαστε δίπλα μας, μας γεμίζει με πολύ κουράγιο η παρουσία σας, με πολύ δύναμη για να συνεχίσουμε ως το τέλος και πιστεύω ότι στο τέλος οι νικήτριες από αυτόν τον αγώνα θα είμαστε εμείς, και θα γυρίσουμε στη δουλειά μας με ψηλά το κεφάλι, γιατί δεν έχουμε να γυρίσουμε πουθενά αλλού. Τα σπίτια μας είναι άδεια όπως και τα σπίτια των περισσότερων Ελλήνων. Δεν θα γυρίσουμε λοιπόν εκεί, με όποιο κόστος. Θα είμαστε έξω, θα αγωνιζόμαστε και σε κάποια στιγμή θα γυρίσουμε στις δουλειές μας με ψηλά το κεφάλι…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!