Πολλοί άνθρωποι, προοδευτικοί, καλλιεργημένοι, δραστήριοι, έχουν πέσει σε κατάθλιψη, αδράνεια ή μοιρολατρία, σε μια στερεοποιημένη απογοήτευση. Ορισμένοι ζουν ακόμα με το χτες. Αλλά το χτες μας τελείωσε, οριστικά κι αμετάκλητα. Κι όποιος δεν μπορεί ή δεν προσπαθεί να το χωνέψει καλά αυτό, ζει σε μια κατάσταση σχιζοφρενική, αδυνατώντας να συντονιστεί με το παρόν. Να συντονιστεί δεν σημαίνει να το αποδεχτεί, να συμφωνήσει, να συμβιβαστεί. Αυτό το έχουν κάνει όσοι ήταν προδιατεθειμένοι και όσοι έκαναν μεγάλες εκπτώσεις στις πεποιθήσεις τους και τις προσδοκίες τους. Για τους άλλους, που δεν έκαναν την κωλοτούμπα σημαία, σημαίνει να συνειδητοποιήσουν ότι ζουν πλέον σε άλλη εποχή, σε νέες συνθήκες, σε διαφορετικές καταστάσεις. Ότι η προηγούμενη περίοδος, της ευημερίας, των δικαιωμάτων, της αξιοπρέπειας, της ελπίδας, έχει ακυρωθεί, γιατί υπεστήκαμε μία πολύ μεγάλη ήττα, γιατί υποχωρήσαμε αιφνιδιασμένοι αφού ο εχθρός μας κατανίκησε προσηλυτίζοντας τους δικούς μας. Κι ότι είμαστε εδώ και μερικά χρόνια σε πόλεμο. Η χώρα, ο λαός, εμείς, είμαστε σε πόλεμο αν και είναι δύσκολο να το παραδεχτούμε γιατί δεν γίνεται με τανκς και ελικόπτερα. Όμως, περί αυτού πρόκειται. Μας κήρυξαν μονομερώς τον πόλεμο και μας χτυπάνε αλύπητα.
Εάν κανείς το χωνέψει αυτό, πάψει να έχει και τις τελευταίες ψευδαισθήσεις και ξεκαθαρίσει στο μυαλό του σε ποια κατάσταση βρισκόμαστε, δεν θα γίνει ευτυχισμένος, αλλά θα συντονιστεί με το παρόν, θα σταματήσει να είναι συντονισμένος με κάτι που δεν υφίσταται πλέον, τον πρότερον του βίον, και θα απελευθερώσει τη σκέψη του από παρωχημένες θεάσεις της πραγματικότητας. Θα συντονιστεί με τα νέα δεδομένα και μόνο τότε θα βρει μια νέα εσωτερική ισορροπία για να αντέξει και να διαχειριστεί την πραγματικότητα, να την καταπολεμήσει και να την αλλάξει. Είμαστε σε πόλεμο διαρκείας, εκ των έσω και εκ των έξω. Έχουμε δεχτεί πολύ μεγάλη επίθεση, σύγχρονου πολέμου, με όπλα μαζικής οικονομικής αλλά και ψυχολογικής καταστροφής. Weapons of mass psychological destruction, λέγονται. Και δεν είμαστε άτρωτοι σ’ αυτά. Μπορεί να μην φαίνονται, όπως οι πύραυλοι και οι βόμβες με τις οποίες καταστρέφουν άλλες χώρες, αλλά είναι αισθητά στον καθένα μας. Και γι’ αυτά δεν υπάρχουν ειδικά ψυχοφάρμακα, αντιπολεμικά. Η θεραπεία ξεκινάει από τη συνειδητοποίηση της κατάστασης στην οποία μας έχουν φέρει. Η παραδοχή της και η αποφασιστική διαφυγή από την προηγούμενη κατάσταση, από την οποία αρνούμαστε ή δυσκολευόμαστε να ξεκολλήσουμε. Ταυτόχρονα, η αναζήτηση νέων ερμηνευτικών εργαλείων και νέων μορφών αντίδρασης. Και η συγκρότηση νέων συλλογικοτήτων, γιατί η θεραπεία διευκολύνεται και επιταχύνεται όταν συνδυάζεται με την κοινωνικότητα και την από κοινού εξεύρεση διεξόδων.
Στο πρακτικό επίπεδο, η προσκόλληση σε μια κατάσταση που δεν υφίσταται πια, έχει πολλές μορφές και τύπους. Π.χ. η ανάγκη να συνεχίσουμε να ζούμε όπως πριν ή να διατηρούμε πολύ ισχυρή τη νοσταλγία για το πώς ζούσαμε ή να συντηρούμε κάποια ενδόμυχη ελπίδα ότι μπορεί η κατάσταση να μην είναι τόσο καταστροφική όσο δείχνει. Αυτό το τελευταίο, μάλιστα, ανακουφίζει προσωρινά μερικούς ανθρώπους, γιατί η ψευδαίσθηση όσο διαρκεί είναι ισχυρό τονωτικό, αλλά με την πάροδο του χρόνου δημιουργεί μεγαλύτερα προβλήματα γιατί καθυστερεί τη συνειδητοποίηση και παρατείνει τη δυσαρμονία ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη νομιζόμενη πραγματικότητα.
Δύο ταχύτητες
Αυτά δεν αφορούν μόνο τους πολιτικοποιημένους. Παρακολουθώντας τα ρεύματα της κοινωνίας, διακρίνεται μια πολύ έντονη έλλειψη συγχρονισμού και συντονισμού, ανάμεσα σ’ αυτό που συμβαίνει και στις αντιλήψεις, τις συμπεριφορές και τις επιλογές των δρώντων ατόμων και φορέων. Μια ασυμβατότητα, μια αναντιστοιχία, σαν να είναι όλοι εκτός φάσης. Σαν να υπάρχει ένας γενικευμένος αποσυντονισμός, σε όλα τα επίπεδα της ζωής.
Οι άνθρωποι κουβαλούν τις ιδέες που διαμόρφωσαν στην προηγούμενη φάση της ζωής τους όπως φορούν και τα ρούχα που είχαν αγοράσει πριν από την «κρίση», κι ακόμα προσπαθούν να διατηρήσουν τις συνήθειές τους και το κοινωνικό τους στάτους ενώ όλα έχουν αλλάξει δραματικά. Οι άνθρωποι ενώ δεν μπορούν να διασώσουν το χτες, δεν μπορούν και να χωρέσουν στο σήμερα, ούτε υλικά ούτε διανοητικά.
Το ίδιο συμβαίνει και με τις πολιτικές οργανώσεις που ζουν μετέωρες στο χτες, ίσως και το προχτές. Τίποτα δεν φαίνεται να έχει αλλάξει στη σκέψη και τη δράση τους, ενώ έχουν έρθει τα πάνω κάτω. Η γλώσσα τους, τα πανό τους, η οργάνωσή τους, η νοοτροπία τους, όλα ίδια κι απαράλλαχτα, προπολεμικά… Και η δημοσιογραφία δεν ήταν ποτέ πιο καθοδηγούμενη, πιο τυποποιημένη, πιο ρηχή και πιο διαστρεβλωτική υπηρετώντας την εικονική πραγματικότητα.
Αλλά και στον καλλιτεχνικό τομέα, που περιμένει κανείς μια πιο ενισχυμένη ευαισθησία και απόκριση στις αλλαγές, αυτό που παράγεται δεν εκφράζει αυτό που συμβαίνει, ούτε αυτό που συνέβη, ούτε αυτό που θα συμβεί στο άμεσο ορατό μέλλον. Ότι βλέπουμε και ακούμε είναι από το πριν που συνεχίζεται από κεκτημένη ταχύτητα, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων.
Είναι δε ενδιαφέρον, ότι ενώ βρισκόμαστε στην πιο κακή μας φάση, η Αθήνα είναι γεμάτη από θιάσους που βρίσκονται σε ένα κόσμο παράλληλο. Στα χρόνια της ευμάρειας, πάρα πολλά παιδιά είχαν την πολυτέλεια να επιλέξουν τις καλλιτεχνικές σπουδές, μουσικοί, ηθοποιοί, χορευτές, ηχολήπτες κ.λπ. με την ανοχή και συνδρομή των γονιών τους που μπορούσαν να στηρίξουν αυτές τις ευγενείς φιλοδοξίες, αφού η οικονομική τους κατάσταση το επέτρεπε. Η πίεση «να γίνεις γιατρός», «να γίνεις δικηγόρος» ή «να γίνεις μηχανικός», που παλιότερα εξασφάλιζαν ένα καλό επάγγελμα και ένα άνετο βίο, είχε αντικατασταθεί, για μεγάλο αριθμό οικογενειών, από το «αφού αυτό θέλει το παιδί». Η ξαφνική και βίαιη επιβολή της «κρίσης» τράβηξε το χαλί κάτω από τα πόδια πολλών γονιών που βρέθηκαν χωρίς δουλειές, έχασαν τις επιχειρήσεις τους και μειώθηκαν κατακόρυφα τα εισοδήματά τους, έχοντας πλέον αδυναμία να στηρίξουν τα παιδιά τους που είχαν επιλέξει να σπουδάσουν και να κάνουν αυτό που τους άρεσε περισσότερο ανεξάρτητα από το πόσο ήταν οικονομικά αποδοτικό.
Αλλού γι’ αλλού
Έτσι, χιλιάδες παιδιά που πήγαν στα μουσικά και καλλιτεχνικά σχολεία, που πήραν πτυχία από τα ωδεία, τις σχολές Καλών Τεχνών και ΜΜΕ, τις δραματικές και κινηματογραφικές σχολές, που σπούδασαν στα ΤΕΙ Άρτας ή στα διάφορα ΙΕΚ, μερικά πήγαν και στο εξωτερικό για σπουδές, αποφοίτησαν και συνεχίζουν να αποφοιτούν με γνώσεις, πτυχία και διπλώματα που έχουν απελπιστικά μικρότερο βιοποριστικό αντίκρισμα απ’ αυτό που είχαν όταν, κάτω από άλλες συνθήκες, τα παιδιά αυτά έκαναν την επιλογή τους και συναινούσαν οι γονείς τους. Ήταν άλλο το καλλιτεχνικό και επαγγελματικό τοπίο όταν σχεδίαζαν, αποφάσιζαν και ξεκινούσαν και άλλο το τοπίο που βρίσκουν αποφοιτώντας και βγαίνοντας στην πιάτσα.
Αλλά ενώ αυτό είναι πολύ φανερό στους νέους, δεν αφορά μόνο τους νέους. Κι αυτό το βλέπει κανείς, πέρα από τις αρνητικές οικονομικές παραμέτρους και στο προϊόν που είναι αποτέλεσμα αυτής της τροπής. Τα τραγούδια, τα ποιήματα και τα μυθιστορήματα που γράφονται, καθώς και τα θεατρικά που παίζονται και οι ταινίες που γυρίζονται, αποτελούν αντανάκλαση μιας άλλης εποχής, πεπερασμένης. Οι εξαιρέσεις απλά επιβεβαιώνουν την κύρια τάση.
Αυτή η κεκτημένη ταχύτητα, από συνήθεια, από κοινωνική θέση, από πλάνη ή από ψυχολογική άμυνα, η παραμονή σε μία κατάσταση που δεν υπάρχει πια ή απομένει μόνο μια σκιά της, εντοπίζεται και στο πολιτικό πεδίο. Παρακολουθώντας το πολιτικό σκηνικό έχει κανείς τη βάσιμη αίσθηση ότι η συζήτηση, ο τρόπος, η θεματολογία, η γλώσσα, το ύφος, τα επιχειρήματα, τα ψέματα, όλα, ακόμα και τα πρόσωπα, είναι αναπαράσταση μιας παρελθούσας πραγματικότητας. Ενώ είναι όλοι βουτηγμένοι μέχρι το λαιμό στο βούρκο που έχουν οι ίδιοι δημιουργήσει ή συντηρήσει, συνομιλούν και συγκρούονται σαν να είναι αμέτοχοι και ανεύθυνοι προσπαθώντας να τα φορτώσουν όλα στους άλλους που είναι ίδιοι και συνένοχοι στο έγκλημα. Ελπίζουν ότι έστω αργά, έστω με ανθρωποθυσίες, θα διασωθούν. Ήδη οι τραπεζίτες και οι πολιτικοί που το καλλιεργούν αυτό για να κρατούν τον κόσμο σε αναμονή, αποφαίνονται ότι σε δέκα χρόνια, με 10% (!) ετήσια ανάπτυξη θα φτάσουμε στην προ του κρίσης οικονομική κατάσταση και άλλα τέτοια παραπλανητικά, αβάσιμα και αναληθή.
Το χτες έγινε εργαλείο εξευμενισμού και παραπλάνησης. Ίσως είναι κι αυτός ένας από τους λόγους που η κοινωνία δεν έχει ακόμα ξεσηκωθεί.
Στέλιος Ελληνιάδης