του Γιάννη Σχίζα
Ο «Ιπτάμενος Ολλανδός», εκτός από όπερα του Ρίτσαρντ Βάγκνερ, ήταν προϊόν μιας δεισιδαιμονικής φημολογίας της εποχής των μεγάλων ναυτικών ταξιδιών του 17ου και 18ου αιώνα, για ένα πλοίο ιπτάμενο-φάντασμα. Πολλοί και κυρίως Ολλανδοί ναυτικοί είχαν συνεισφέρει σ’ αυτόν τον μύθο, ακόμη όμως περισσότεροι τον ενστερνίσθηκαν: Μεταξύ των άλλων οι συγγραφείς Σάμιουελ Κόλεριτζ, Χάιντριχ Χάινε, Έντγαρ Άλλαν Πόου. Πριν κάμποσο καιρό ο θάνατος του Έλληνα πιλότου Σπύρου Πισσάνου (1919 – Ιούνιος 2016) έδωσε την ευκαιρία στο διαδίκτυο να μιλήσει για τον «Ιπτάμενο Έλληνα», που διακρίθηκε στον Β΄ Παγκόσμιο, όμως ο συσχετισμός των δύο «ιπτάμενων» κάθε άλλο παρά ήταν επιτυχής: Η φαντασίωση των μεν για τον «Ιπτάμενο Ολλανδό» ουδόλως ήταν συγκρίσιμη με την πραγματικότητα του Έλληνα μαχητή πιλότου, που σε «προσωπικές» συγκρούσεις στους ευρωπαϊκούς ουρανούς είχε αποδεδειγμένα καταρρίψει 10 γερμανικά καταδιωκτικά…
Την εποχή εκείνη μέχρι και τον Β΄ Παγκόσμιο, το ευρύ ελληνικό κοινό έβλεπε τους αεροπόρους ως ζογκλέρ και αισθανόταν δέος μπροστά στα πολεμικά κατορθώματά τους – κοινώς δεν έστελνε ούτε γράμμα πάνω στα φτερά τους… Ένας από αυτούς, ο Δημήτριος Καμπέρος, έγινε τόσο γνωστός για τις παράτολμες δράσεις του εναντίον των Τούρκων στον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο, ώστε το όνομά του αξιοποιήθηκε από τα λαϊκά στρώματα ως σημαίνον της αποκοτιάς (τρελοκαμπέρος) – με αξιοσημείωτη μάλιστα χρησιμοποίηση και επί θηλυκών («τρελοκαμπέρω»). Ο Καμπέρος πρωτοεισήγαγε την τεχνική των «χειροποίητων» βομβαρδισμών, έχοντας στο πιλοτήριο ένα καλαθάκι με χειροβομβίδες(!), τις οποίες και εκτόξευε εναντίον των εχθρικών δυνάμεων!
Ο Αντουάν Ντε Σαιντ-Εξυπερύ, γνωστός από το συγγραφικό του δημιούργημα «Ο μικρός πρίγκιπας» –που σε κάποια φάση θεωρήθηκε ως το πιο πολυδιαβασμένο ανάγνωσμα μετά τη Βίβλο και το «Κεφάλαιο» του Μαρξ!– υπήρξε από τους πιο διάσημους προδρόμους της πολιτικής αεροπορίας και συμμετείχε ως πιλότος στον μεγάλο αντιφασιστικό πόλεμο, χωρίς όμως να έχει την ίδια τύχη με τους προηγούμενους: Το αεροπλάνο του εξαφανίστηκε σε μια αναγνωριστική πτήση στο Τυρρηνικό Πέλαγος, τον Ιούλιο του 1944. Τότε ο Εξυπερύ ήταν ήδη μεγάλος στην ηλικία, είχε υποστεί στο παρελθόν μια ισχυρή κρανιοεγκεφαλική κάκωση, είχε υπερκεράσει αποκλεισμούς «για το καλό του» που του έκαναν οι συνάδελφοί του, είχε αρνηθεί μια συμβατική παρουσία στον πόλεμο, ήταν πάντα διαθέσιμος για επικίνδυνες αποστολές, αναγνωριστικές και όχι μόνο. Οι δράσεις του βέβαια δεν θα μπορούσαν να συγκριθούν με τις αεροπορικές –μέχρι θανάτου– μονομαχίες του Πισάνου, που ήταν απελπιστικά μοναχικές, χωρίς τα αλαλάζοντα πλήθη της ρωμαϊκής αρένας ή τους καίσαρες που ενέκριναν τη ζωή ή το θάνατο κάποιων δι’ απλής χειρονομίας…
Ο Πισάνος βίωσε ένα αντίστοιχο περιστατικό με το «τελευταίο και θανατερό» επεισόδιο του Εξυπερύ: Τον Μάρτιο του 1944 μια μηχανική βλάβη τον βύθισε στα περίχωρα της Χάβρης, όπου διασώθηκε από τους Γάλλους αντάρτες, τους Μακί . Ήταν ένα μεγάλο τραύμα γι’ αυτόν τον «υψιπετή» μαχητή, σεσημασμένο αντίπαλο της χαμέρπειας, που (δυστυχώς) μια ημέρα των ημερών επέπρωτο να «γίνει σκοπός της ζωής μας» – θα έλεγα, από τη σκοπιά του 2024, βασιζόμενος σε ένα στίχο του Εμπειρίκου….