του Μάριου Διονέλλη
Να με συγχωρήσετε που θα είμαι εκτός κλίματος. Δεν τολμά κανείς αυτές τις μέρες να πει κουβέντα για την επιλογή του Τσίπρα ως προς τον «μποναμά» στους συνταξιούχους. Ακόμα και η Ν.Δ. λέει πως καλά έκανε και τα έδωσε, αλλά θα στεναχωρηθούν οι εταίροι και θα μας τιμωρήσουν οσονούπω. Και μάλλον το εύχονται κιόλας να έρθει η τιμωρία, οι αυθεντικοί μνημονιακοί, που ήρθαν τούτοι εδώ οι γιαλαντζί και τους πήραν τη δουλειά.
Μα γι’ αυτή καθαυτή την εξαγγελία, κανείς δε λέει κουβέντα, κανέναν δεν τον παίρνει να πει κακώς τα δίνετε στους συνταξιούχους. Θα τον φάει το μαύρο το σκοτάδι και δε θα ξαναδεί ούτε την ψήφο του στην κάλπη.
Μα εγώ, που δε ζητώ την ψήφο σας, αλλά την ανοχή σας μέχρι το τέλος αυτού του κομματιού θα το τολμήσω
Η φιλοσοφία αυτής της τελευταίας παροχής, ήταν αυτή ακριβώς που μας έφερε τα αριστερά μνημόνια. Ήταν η εμπιστοσύνη που δεν έδειξε αυτή η Αριστερά, του σαραντάρη πρωθυπουργού, στους νέους, στους ανθρώπους που έδειξαν έτοιμοι να φάνε τα σίδερα και να φτιάξουν μια κανονική χώρα ακόμα κι όταν όλα τα σκυλιά ούρλιαζαν πως το «Όχι» σημαίνει έξοδο από το ευρώ.
Αυτή η Αριστερά διάλεξε να συνομιλήσει με όσους φοβόντουσαν μην τυχόν και μείνουν παραπάνω στην ουρά του ΑΤΜ, με αυτούς που είχαν να χάσουν μια ήδη κουτσουρεμένη σύνταξη ή ένα κουτσουρεμένο εφάπαξ.
Λογικό είναι αυτή τη γενιά και πάλι να τη δελεάζουμε με καθρεφτάκια ενόψει της θύελλας που έρχεται. Και ως ένα βαθμό θα πιάσει το κόλπο, αλλά δυστυχώς όχι για πολύ. Γιατί τον επόμενο μήνα θα δει ξανά το κουτσουρεμένο ΕΚΑΣ και τότε δε θα έχεις τίποτα για να τους δελεάσεις. Το χειρότερο είναι ότι εκπαιδεύεις και τους νεότερους να περιμένουν απλά να έρθει η σειρά τους στον μποναμά. Αντί να δώσεις από έναν υπολογιστή στα μαθητούδια, τα εκπαιδεύεις να περιμένουν ένα μεγαλύτερο δώρο από τη γιαγιά. Αντί να δώσεις μια δουλειά στους ανέργους, τους εκπαιδεύεις να καρτερούν ένα καλύτερο χαρτζιλίκι στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι από τον παππού.
Έτσι όμως δε θα πάς πουθενά.