Ατέλειωτος ερειπιώνας ο χώρος της Υγείας μετά την εφαρμογή του νόμου για την ΕΣΑΝ Α.Ε.

Του Στρατή Πλωμαρίτη*

 

Τον προηγούμενο μήνα η συγκυβέρνηση Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ ψήφισε τον ν.4286 με τον οποίο επιχειρείται η οριστική κατεδάφιση όσων έχουν απομείνει από το ΕΣΥ, ύστερα από τέσσερα χρόνια εφαρμογής των μνημονίων στη χώρα μας. Αφού διέλυσαν την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, αφού λεηλάτησαν τα ασφαλιστικά ταμεία, αφού έθεσαν εκτός Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ) 3,5 εκατομμύρια συμπατριώτες μας, αφού έκλεισαν νοσοκομειακές μονάδες σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη και αφού κατάφεραν να οδηγήσουν τις υπόλοιπες στην υπολειτουργία και το μαρασμό, επιφέρουν τώρα με την ψήφιση του νόμου αυτού το τελειωτικό χτύπημα, τη χαριστική βολή στα απομεινάρια του ΕΣΥ. Ό,τι θα απομείνει, μετά την εφαρμογή αυτού του νόμου, στο χώρο της Υγείας θα είναι ένας ατελείωτος ερειπιώνας.

Και τούτο γιατί ο νόμος αυτός δεν αποτελεί μια παρέμβαση μερική που έρχεται να επιβάλει, π.χ. το 5ευρω εισιτήριο στα νοσοκομεία ή έρχεται να εκχωρήσει κομμάτια της λειτουργίας του νοσοκομείου σε ιδιώτες, όπως έγινε στο παρελθόν. Πρόκειται για μια παρέμβαση στρατηγικού χαρακτήρα η οποία αλλάζει δραματικά το τοπίο στο χώρο της Υγείας.

 

Πλήρης κατάργηση της δημόσιας δωρεάν Υγείας

Ο νόμος αυτός οδηγεί στην πλήρη κατάργηση της δημόσιας δωρεάν Υγείας και εισάγει στο σύστημα κανόνες αγοράς, μετατρέποντας την υγεία από αγαθό και δικαίωμα, σε εμπόρευμα από το οποίο θα αναζητούν το κέρδος τόσο ο ιδιωτικός, που έτσι λειτουργούσε και μέχρι σήμερα, όσο και ο δημόσιος τομέας.

Όλα, δε, αυτά τα εξαιρετικά αποτελέσματα θα προκύψουν ως εξής:

Συστήνεται με τον νόμο αυτό ανώνυμη εταιρεία, η ΕΣΑΝ Α.Ε. (Εταιρία Συστήματος Αμοιβών Νοσοκομείων Ανώνυμη Εταιρία). Στην εταιρία αυτή θα συμμετέχει το Ελληνικό Δημόσιο, οι κλινικάρχες, ασφαλιστικές εταιρίες, ασφαλιστικά ταμεία, ιατρικοί σύλλογοι και άλλοι οργανισμοί του Δημοσίου.

Η εταιρία αυτή θα συγκεντρώνει το σύνολο των ποσών των ασφαλιστικών ταμείων, δηλαδή τα χρήματα των εργαζομένων, καθώς και την όποια επιχορήγηση του κρατικού Προϋπολογισμού και θα τα κατανέμει με κριτήρια ιδιωτικοοικονομικά στα δημόσια και στα ιδιωτικά νοσοκομεία. Όποιο νοσοκομείο έχει την καλύτερη προσφορά, όποιο θα είναι πιο ανταγωνιστικό θα χρηματοδοτείται κατά προτεραιότητα. Τα άλλα θα κλείνουν ή θα μετακυλύουν το κόστος λειτουργίας τους στην τσέπη των ασθενών. Η κατανομή, μάλιστα, αυτή θα γίνεται με ένα σύστημα καθορισμού αμοιβών με βάση διαγωνιστικά κριτήρια ομοιογενών ομαδοποιήσεων των παρεχόμενων υπηρεσιών ανά ασθένεια.

Η έννοια του ασθενούς παύει να υπάρχει. Απομένει μόνο η έννοια της αρρώστιας, η οποία είναι ένα εμπόρευμα πάνω στο οποίο καλούνται τα νοσηλευτικά ιδρύματα να κερδοσκοπήσουν.

Τα νοσοκομεία καλούνται να λειτουργήσουν με βάση το μέσο όρο ημερών νοσηλείας και το μέσο όρο διαγνωστικών και θεραπευτικών πράξεων ανά αρρώστια, χωρίς να ενδιαφέρονται για τις επιπλέον εξατομικευμένες ανάγκες του κάθε ασθενούς, χωρίς να λαμβάνουν υπ’ όψιν τους τις λεγόμενες «επιπλοκές».

Το κομμάτι των νοσοκομειακών γιατρών που αγωνίζεται όλα αυτά τα χρόνια, από συστάσεως του ΕΣΥ για μια δημόσια δωρεάν υψηλού επιπέδου Υγεία, και επιμένει και στα χρόνια του Μνημονίου να λειτουργεί με σεβασμό στον άρρωστο και φροντίζει να ζει από το μισθό του και μόνο, μακριά από το μαύρο χρήμα και το φακελάκι, είναι απέναντι σε αυτό το ανοσιούργημα για λόγους ιδεολογικούς, λόγους πολιτικούς, ηθικούς και λόγους αλληλεγγύης προς τον συνάνθρωπό μας.

 

Οι κλινικάρχες στον αφρό

Πιστεύουμε ότι ο νόμος αυτός στον πυρήνα της λογικής του εμπεριέχει και υπηρετεί τα συμφέροντα των ιδιωτικών κλινικών σε βάρος του δημόσιου νοσοκομείου και γενικά του δημόσιου τομέα και τούτο όχι λόγω της ελλιπούς χρηματοδότησης πια του δημόσιου τομέα αλλά λόγω της εκτροπής της διαδικασίας της χρηματοδότησης προς τον ιδιωτικό τομέα.

Και η εκτροπή αυτή υπηρετείται ως εξής:

1. Από την παρουσία των ίδιων των κλινικαρχών στο Δ.Σ. της εταιρίας οι οποίοι θα εξασφαλίσουν κατά προτεραιότητα τη ροή της χρηματοδότησης στους ίδιους. Άλλωστε, μη μας διαφεύγει ότι σήμερα που τους πόρους τους διαχειρίζεται το ίδιο το κράτος, κατά προτεραιότητα χρηματοδοτείται ο ιδιωτικός τομέας. Τα νοσοκομεία έχουν χρόνια να πληρωθούν από τα ταμεία.
2. Τα νοσοκομεία δεν μπορούν αλλά και δεν πρέπει να είναι ανταγωνιστικά ως προς τα οικονομικά μεγέθη με τον ιδιωτικό τομέα για πολύ απλούς λόγους

α) Τα νοσοκομεία ασκούν εκπαίδευση. Εκπαιδεύουν γιατρούς, νοσηλευτές, τεχνικούς ιατρικών μηχανημάτων κ.λπ. Και η εκπαίδευση κοστίζει. Γι’ αυτό και ο ιδιωτικός τομέας δεν ασκεί εκπαίδευση.
β) Τα νοσοκομεία εφημερεύουν και η εφημερία έχει κόστος γιατί χρειάζεται επιπλέον προσωπικό, θέλει χρήση υποδομών, χρήση υλικών, χρήση μηχανημάτων για να αντιμετωπίσει τα προβλήματα άμεσης ανάγκης των πολιτών και μάλιστα δωρεάν. Γι’ αυτό ο ιδιωτικός τομέας δεν εφημερεύει. Αυτός επιδιώκει το κέρδος.
γ) Τα νοσοκομεία νοσηλεύουν και προσφέρουν και φαρμακευτική κάλυψη σε όσους είναι κάτοχοι βιβλιαρίου απορίας, δωρεάν.
δ) Τα νοσοκομεία επενδύουν σε ακριβές υποδομές με στόχο να καλύψουν τις ανάγκες της κοινωνίας, ενώ ο ιδιωτικός τομέας επενδύει σε «καθαρά περιστατικά» που θα αποφέρουν σύντομα κέρδος.

Δωρεάν υγεία: δικαίωμα του πολίτη, υποχρέωση του κράτους

Γι’ αυτούς τους λόγους -και όχι μόνο- ο δημόσιος τομέας, το δημόσιο νοσοκομείο και το Κέντρο Υγείας δεν μπορεί να ανταγωνιστεί, σε ό,τι αφορά τα οικονομικά μεγέθη, τον ιδιωτικό τομέα.

Και έτσι πρέπει να είναι γιατί η υγεία είναι δικαίωμα του πολίτη, είναι κοινωνικό αγαθό και αποτελεί υποχρέωση του κράτους να την παρέχει δωρεάν σε όλους τους πολίτες ανεξάρτητα από την ασφαλιστική τους κατάσταση και την οικονομική τους δυνατότητα, όπως προβλέπει στο πρώτο του άρθρο ο γενέθλιος νόμος του ΕΣΥ.

Ο δημόσιος τομέας μπορεί να είναι ανταγωνιστικός προς τον ιδιωτικό και είναι μέχρι σήμερα σε ό,τι αφορά την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών. Κάτι το οποίο υπονομεύεται από το νόμο της συγκυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου ο οποίος προωθεί την υπαγωγή της Ιατρικής στους νόμους λειτουργίας της αγοράς, οδηγώντας στην αγοραία, αντιεπιστημονική άσκησή της.

Κλείνοντας θα ήθελα να υπενθυμίσω ότι ο νόμος αυτός όπου εφαρμόστηκε είχε ως τραγικό αποτέλεσμα την εμφάνιση των «αιματηρών εξιτηρίων». Ασθενείς δηλαδή πήραν εξιτήριο, γιατί ο μέσος όρος δεν τους κάλυπτε και ή οδηγήθηκαν στο επόμενο νοσοκομείο και ξανά στο επόμενο ή απλά και τραγικά και βάρβαρα, κατέληξαν.

* Ο Στρατής Πλωμαρίτης είναι Πρόεδρος Ένωσης Νοσοκομειακών Ιατρών Θεσσαλονίκης

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!