του Βασίλη Ξυδιά
Είναι μερικά πράγματα που δεν επιδέχονται αντίρρηση. Όπως, για παράδειγμα, ότι το φύλο, όπως το βιώνει κάθε άνθρωπος, είναι κοινωνική και μόνο κατασκευή· ότι δεν προκαθορίζεται άμεσα ή έμμεσα από τα υλικά-βιολογικά δεδομένα του σώματος. Όποιος το αμφισβητεί αυτό δεν κάνει απλώς λάθος. Είναι ένας γελοίος σκοταδιστής, κολλημένος στον μεσαίωνα, στη θεοκρατία κτό. Και είναι βέβαια κι ένας μοχθηρός υπάνθρωπος, σιχαμερό σκουλήκι, που κακώς του επιτρέπεται να υπάρχει και να μιλά. Το ξέραμε και από πιο πριν, αλλά το εμπεδώσαμε με την ευκαιρία του νόμου για τη νομική αναγνώριση της αλλαγής φύλου.
Το ότι υπάρχουν ψυχοθεραπευτές, παιδαγωγοί, ιατροί χειρούργοι, ακτιβίστριες του ριζοσπαστικού φεμινισμού, ακόμα και της trans κοινότητας, που αμφισβητούν τη σύγχρονη αυτή μηντιακή «ορθοδοξία» περί φύλου, σεξουαλικότητας κλπ, δεν έχει καμία σημασία. Γιατί; Διότι, πολύ απλά, αυτό που εδώ διακυβεύεται δεν είναι ό,τι κι ό,τι. Είναι το κεντρικό δόγμα που εκφράζει τη ριζική ουτοπία του ανώτερου σταδίου του καπιταλισμού: ο απόλυτος υποκειμενικός αυτοπροσδιορισμός. Αυτοπροσδιορισμός, ανεξάρτητος όχι μόνο από νόμους, κανόνες, παραδόσεις, κοινωνικές νόρμες και άλλες τέτοιες, ιστορικές και πολιτιστικές «κατασκευές», αλλά και από το ίδιο το βιοφυσικό υπόστρωμα της ύπαρξης.
Είναι το σημείο που τα ξαναβρίσκουν μεταξύ τους σαν μεταμοντέρνα δισέγγονα του παραδοσιακού φιλελευθερισμού, από τη μια (α) η έννοια της απελευθερωμένης επιθυμίας στην πιο ακραία ατομικιστική και καταναλωτική εκδοχή της, και από την άλλη (β) οι ελπίδες ενός παρακμιακού δικαιωματισμού για μια «διευρυμένη επιτρεπτικότητα», όπως πολύ ωραία το έθεσε ο Φώτης Τερζάκης στο προηγούμενο φύλλο του Δρόμου (7/10/2017, «Δικαιωματισμός, η γεροντική αρρώστια των κοινωνικών κινημάτων»).
Αυτή η ιδεολογική σύμπτωση έχει πλέον αναχθεί στην ιερή αγελάδα που λατρεύεται παγκοσμίως από πολλαπλά δίκτυα ισχύος (πανεπιστήμια, πολιτικές οργανώσεις, media κλπ). Κι αυτό, νομίζω, εξηγεί πώς μια επιμέρους, ιδιαίτερη –και θα έλεγε κανείς, αιρετική– επιστημονική άποψη της μεταστρουκτουραλιστικής ανθρωπολογίας (π.χ. Judith Butler) μετατράπηκε ξαφνικά –μέσα σε δυο-τρεις δεκαετίες– στην απόλυτη αλήθεια· στην προκρούστια κλίνη που δεν κρίνει μόνο το τι είναι σωστό και τι είναι λάθος, αλλά και το τι επιτρέπεται και τι δεν επιτρέπεται να λεχθεί για το θέμα. Δεν είναι η αντίρρηση που πρέπει να εξοστρακιστεί, αλλά και αυτή ακόμα η αμφιβολία.
Προσωπικά είμαι πολύ διστακτικός στο να πάρω θέση σε ζητήματα δικαιωμάτων όπως αυτά που ρυθμίζει ο συγκεκριμένος νόμος, γιατί νιώθω ότι πρέπει κανείς να σταθμίσει πολλά και αντιφατικά πράγματα. Μπορεί να κάνω και λάθος. Αναρωτιέμαι όμως: Οι υπερασπιστές της ελευθερίας και των δικαιωμάτων που ταυτίζονται με την απόλυτη βουλησιαρχία και τον απόλυτο υποκειμενισμό, δεν συνειδητοποιούν ότι στην άκρη του τούνελ καραδοκούν τα βιονικά σώματα, όπου κάθε άνθρωπος – ο ίδιος, ή κάποιος άλλος που θα μπορεί να επηρεάζει την κρίση του – θα μπορεί να επιλέξει «ελεύθερα», όχι μόνο το φύλο του, αλλά και το τι είδους υβριδική σύνθεση φυσικών και τεχνικών μελών επιθυμεί να φέρει; Αφού έτσι θα αισθάνεται…