Του Κώστα Στοφόρου
Πριν από μερικά χρόνια πέρασα ένα πρωινό στο Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας των Φυλακών Κορυδαλλού. Αυτές οι λίγες ώρες στάθηκαν αρκετές να ανατρέψουν πολλά στερεότυπα που είχα κι εγώ στο μυαλό μου…
Θυμάμαι ακόμη την ασφυξία που ένιωσα όταν περπάτησα στους διαδρόμους της φυλακής κι ένιωσα πίσω μου τις πόρτες να κλείνουν. Μου φάνηκε αδιανόητο εκείνη τη στιγμή -κι ας είχα διαβάσει τόσα και τόσα- πως οι άνθρωποι μένουν σε αυτά τα κελιά μήνες και χρόνια…
Μέσα σε αυτό το ζοφερό περιβάλλον άνοιξε, ξαφνικά, μια πόρτα. Στην κυριολεξία, αλλά και μεταφορικά. Πέρασα το κατώφλι του Σχολείου Δεύτερης Ευκαιρίας. Ήταν σαν να βρισκόμουνα σε άλλο κόσμο. Σε έναν κόσμο όπου η ελπίδα δεν είχε πεθάνει. Όπου τα κάγκελα δεν μπορούσαν να φυλακίσουν τα όνειρα.
Δεν ξέρω για ποιον λόγο ο καθένας από τους μαθητές αυτού του ιδιότυπου σχολείου είχε βρεθεί στον Κορυδαλλό. Δεν ξέρω ποια ήταν τα εγκλήματα και ποιες οι ποινές. Ξέρω ότι ήταν άνθρωποι διψασμένοι να μάθουν, να επικοινωνήσουν, να μπορέσουν μέσα στα ερείπια να ξαναφτιάξουν τη ζωή τους.
Να έχουν μια δεύτερη ευκαιρία, όποια σημασία κι αν της δίνει κανείς.
Μίλησα με τους καθηγητές. Ήταν κυρίως γυναίκες και μάλιστα μέσα σε αντρικές φυλακές. Όλες μα όλες μου είπαν πως είχαν πάντοτε το σεβασμό των μαθητών τους. Η διδασκαλία ήταν κάτι πολύτιμο γι’ αυτούς.
Δεν ξέρω αν είναι όλα ρόδινα σε αυτά τα σχολεία – προφανώς θα υπάρχουν κι εκεί προβλήματα και δυσλειτουργίες.
Όμως το σίγουρο είναι ότι προσφέρουν σημαντική βοήθεια για την επανένταξη στην κοινωνία, αλλά και αλλάζουν την καθημερινότητα της φυλακής – ιδίως για εκείνους που θα περάσουν ένα μεγάλο μέρος της ζωής τους εκεί…
Όλα αυτά ήρθαν στο μυαλό μου με την υπόθεση Ρωμανού. Ενός παιδιού που θέλει να σπουδάσει. Και μια εκδικητική πολιτεία, ένα απάνθρωπο δικαστικό συμβούλιο του στερούν κι αυτό το ελάχιστο φως. Την ελάχιστη ανάσα.
Οι ίδιοι που διαφημίζουν τα Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας και τονίζουν τη σημασία της μόρφωσης των φυλακισμένων, όχι μόνο του γυρίζουν την πλάτη, αλλά στέλνουν σε όλους μας ένα μαύρο, κατάμαυρο μήνυμα.
Τον άφησαν να δώσει Πανελλήνιες, τον βράβευσαν, η μαριονέτα-Πρόεδρος τον κάλεσε να του δώσει χαρτζιλίκι, κι αφού όλη η παρέα αυτό-διαφημίστηκε, είπε «ώς εδώ».
Και επιβεβαίωσαν -ακόμη μια φορά- τη ρήση του Ελύτη: Όταν ακούς «τάξη» ανθρώπινο κρέας μυρίζει.