Φαίνεται ότι η πολιτική Τραμπ μπορεί να πλήξει κρίσιμα οικονομικά και στρατιωτικά συμφέροντα ανά τον κόσμο – Τον κατηγορούν για προστατευτισμό και απομονωτισμό
Του Απόστολου Αποστολόπουλου
Τρόμος, οργή, υστερία, διακατέχουν τις ελίτ της παγκοσμιοποίησης εξαιτίας του Ντόναλντ Τραμπ. Κήρυξε πόλεμο μιλώντας στην τελετή της ορκωμοσίας του ο Τραμπ, υποστήριξε η Χάντεσμπλατ, η μεγαλύτερη γερμανική οικονομική εφημερίδα και ανεπίσημη φωνή της Μέρκελ. Ανήσυχη η καγκελάριος επικαλέστηκε, σε δικές της δηλώσεις, κοινές αρχές και αξίες με τις ΗΠΑ ευελπιστώντας, είπε, σε καλή συνεργασία με τον Αμερικανό πρόεδρο. Αυτά ακριβώς, περί κοινών αρχών και αξιών, λέει και ο Τσίπρας προς τους δανειστές, όπως, δηλαδή, κάνει κάθε υπάλληλος όταν απευθύνεται στο αφεντικό. Η Μέρκελ ξέρει τη θέση της.
Ο Τραμπ, όπως δείχνουν οι πρώτες πράξεις του, έχει πλήρη συνείδηση ότι στην προεδρία τον έφερε το ισχυρό κύμα λαϊκής αντίδρασης στις ΗΠΑ και δεν σκοπεύει να το ξεχάσει, αλα Τσίπρα. Δήλωσε ευθαρσώς ότι, όπως υποσχέθηκε, θα κάνει τα πάντα για να ανακτηθούν η ισχύς των ΗΠΑ και οι χαμένες θέσεις εργασίας. Πρώτα η Αμερική, είπε. Όχι ότι οι προκάτοχοί του την ήθελαν δεύτερη, αλλά η πολιτική τους, η πολιτική της παγκοσμιοποίησης, κατέληξε σε αδιέξοδο.
Ο Τραμπ κατηγόρησε τις κατεστημένες ελίτ, οικονομικές και στρατιωτικές, για διαφθορά και υποσχέθηκε να τις πολεμήσει. Οι οξείες αντιδράσεις στις ΗΠΑ και την Ευρώπη δείχνουν ότι οι ενδιαφερόμενοι φοβούνται πως εννοεί όσα λέει. Η τοποθέτηση εκατομμυριούχων σε κρίσιμες θέσεις διοίκησης, όπως και η πληθώρα στρατηγών σε υπουργικά και άλλα υψηλά αξιώματα, ερμηνεύεται ως επιθυμία να εξασφαλίσει τον έλεγχο του στρατιωτικού κατεστημένου, ενώ θεωρείται ότι οι πλούσιοι αξιωματούχοι δεν έχουν ανάγκη από μίζες. Άμεση προτεραιότητα του Τραμπ είναι τα εσωτερικά ζητήματα. Τα διεθνή, οι πολύπλοκες σχέσεις με Ρωσία, δεν καθυστερούν αλλά έπονται.
Οι αντίπαλες αμερικανικές και ευρωπαϊκές ελίτ κατηγορούν τον Τραμπ για προστατευτισμό και απομονωτισμό. Λες και αυτοί, χθες και σήμερα, δεν παίρνουν περιοριστικά μέτρα όταν εισάγουν ανταγωνιστικά προϊόντα χωρών του «Τρίτου» Κόσμου. Λες και δεν υποστήριζαν έως «χθες» ότι ο προστατευτισμός ήταν υπέρ της εθνικής οικονομίας. Τώρα γιατί έγινε ξαφνικά δείγμα ξενοφοβίας; Προφανώς επειδή η οικονομική πολιτική Τραμπ πλήττει ανταγωνιστές, πλούσια κράτη όπως η Γερμανία, απαιτώντας π.χ. να κατασκευάζει τα αυτοκίνητά της στις ΗΠΑ και όχι στο χαμηλού κόστους Μεξικό. Και αμφισβητεί, γενικότερα, την κυριαρχία του Βερολίνου στην ΕΕ.
Με την παγκοσμιοποίηση συντάχθηκε και ο πρόεδρος της Κίνας Ξι Ζιπίνγκ. Υπερασπίστηκε δηλαδή την ευχέρεια να συνεχίσει να πουλάει ανενόχλητος τα, μέτριας ή κακής ποιότητας, κινεζικά προϊόντα στις αγορές της Δύσης, ενώ αντίστροφα φοβάται ότι μπορεί να περιοριστούν οι δυτικές επενδύσεις στην κουρασμένη κινεζική οικονομία.
Με απλά λόγια, και χωρίς χρεία ειδικών οικονομικών γνώσεων, είναι προφανές ότι η πολιτική Τραμπ πλήττει κρίσιμα οικονομικά και στρατιωτικά συμφέροντα των ελίτ που κυβερνούσαν (και απομυζούσαν) τον κόσμο τις τελευταίες δεκαετίες και αυτές έχουν ξεσηκωθεί σέρνοντας στο κατόπι τους διανοούμενους και καλλιτέχνες της Αριστεράς τύπου Σόντερς, Μπλερ, Ολάντ, Σημίτη και των Συριζαίων μαθητών τους.
Ο Ξι Ζιπίνγκ δήλωσε ότι θέλει να καταργηθούν, με κοινή συμφωνία, τα πυρηνικά όπλα. Η Κίνα μειονεκτεί στα πυρηνικά ενώ μπορεί να αντιμετωπίσει έναν συμβατικό πόλεμο (χωρίς πυρηνικά, δηλαδή) ως «χάρτινη τίγρη». Θα έχει μια κάποια μείωση του ήδη υπεράριθμου πληθυσμού της και ισχυρό κίνητρο ανασυγκρότησης. Μόνο ως σαχλό ανέκδοτο ακούγεται ότι ο Τραμπ είναι περισσότερο εθνικιστής, λαϊκιστής ή δεξιός από ό,τι η Χίλαρι, ο Ολάντ, η Μέρκελ, ο Πούτιν, ο Ζιπίνγκ ή ο Τσίπρας.
Ο Τραμπ και η μερίδα της αμερικανικής ελίτ που τον στηρίζει δεν θέλουν ούτε να ανατρέψουν ούτε να αναμορφώσουν τον καπιταλισμό, δεν είναι μεταρρυθμιστές. Είδαν απλώς ότι για να διατηρήσουν οι ΗΠΑ την πρωτοκαθεδρία στη Δύση και στον κόσμο πρέπει να εφαρμόσουν άλλη πολιτική, εντός του συστήματος. Αλλά αυτό σημαίνει μεταφορά εξουσίας και χρήματος από εκείνους σε τούτους. Θα χυθεί αίμα. Τα περί κομμουνιστικού κινδύνου είναι για μικρά παιδιά. Κανένας κομμουνισμός δεν εμπόδισε τις ΗΠΑ να προσεγγίσουν την Κίνα του Μάο, ενώ λυσσάνε κατά του καπιταλιστή Πούτιν. Άλλωστε η κινεζική ηγεσία και η χώρα είναι τόσο κομμουνιστικές όσο εσείς κι εγώ είμαστε εξωγήινοι.
Η ισχύς των ΗΠΑ δεν είναι πλέον απόλυτη, είναι σχετική και συγκρίσιμη, διαπιστώνουν οι αναλυτές με κορυφαίο τον Μπρζεζίνσκι, τον άλλο σπουδαίο «στρατηγό» των ΗΠΑ, εκτός του Κίσινγκερ. Οι ΗΠΑ, λέει ο Μπρζεζίνσκι, μόνο αν συνεργαστούν και με τη Ρωσία και με την Κίνα, μπορούν να εξασφαλίσουν την παγκόσμια ειρήνη και να διατηρήσουν τη σχετική υπεροχή τους διεθνώς. Ο Τραμπ, αντίθετα, φαίνεται να πιστεύει, ως «μαθητής» του Κίσινγκερ, ότι αν τα βρει με τη Ρωσία θα μπορέσει να αντιμετωπίσει επιτυχώς την Κίνα, ακόμα και στρατιωτικά. Τραμπ και Πούτιν βασίζονται στα πυρηνικά για την άμυνά τους.
Οι δηλώσεις των ηγετών των τριών μεγάλων (αλλά άνισων) πυρηνικών δυνάμεων δεν προαναγγέλλουν ούτε ειρήνη ούτε πόλεμο. Εξαγγέλλουν όρους για πιθανές νέες ισορροπίες ενόψει της θητείας Τραμπ. Το αν πράγματι υπάρξει νέα εποχή ή αν η εκλογικά ηττημένη «ομάδα συμφερόντων Κλίντον» θα καταφέρει να μετατρέψει τη θητεία Τραμπ σε συγκυριακή παρένθεση, θα το δούμε, προβλέπω, σύντομα, σε μια εσωτερική σύγκρουση βραχεία και βίαιη. Ιστορικά, η δολοφονία ηγετών δεν είναι ασυνήθιστη, παγκοσμίως. Η διαφορά, όμως, από την εποχή Κένεντι έγκειται στην αφύπνιση ευρύτατων μαζών και ιδίως στη διάσπαση των μηχανισμών του κράτους. Το ρίσκο είναι μεγάλο και οι συνέπειες απρόβλεπτες. Ίδωμεν.