Και ενώ οι κρίσιμες αποφάσεις για την επόμενη μέρα στην ταραγμένη Μέση Ανατολή αναμένεται να διαφανούν στις συναντήσεις των ηγετών των χωρών του G20, που συναντιούνται το σαββατοκύριακο στην Οσάκα της Ιαπωνίας, οι προπαρασκευαστικές συναντήσεις έχουν ήδη ξεκινήσει. Στις αρχές της βδομάδας που πέρασε συναντήθηκαν στην Ιερουσαλήμ οι σύμβουλοι ασφάλειας των προέδρων Τραμπ, Πούτιν και του πρωθυπουργού του Ισραήλ Νετανιάχου με αντικείμενο την αναζήτηση «λύσεων» για τον περιορισμό της έντασης στην Μ. Ανατολή. Τα πορίσματα των συζητήσεων τους θα παραπεμφθούν στους τρεις ηγέτες των χωρών ώστε να γίνει εφικτή μια συνάντηση κορυφής.
Αν και η πορεία των πραγμάτων στην περιοχή παραμένει ασαφής και απρόβλεπτη γίνεται φανερό ότι οι μεγάλες δυνάμεις ,ΗΠΑ και Ρωσία, συνεπικουρούμενες από ισχυρές περιφερειακές χώρες έχουν ανοίξει έναν καμβά συζητήσεων με αντικείμενο όχι απλά την ειρήνευση στην Συρία αλλά αναζήτησης νέων χαράξεων στα σύνορα των χωρών της Μ. Ανατολής αλλά και ισορροπιών στην εκμετάλλευση των ενεργειακών πηγών και των οδών μεταφοράς τους στις παγκόσμιες αγορές.
Η περιοχή αυτή έχει ζήσει στο παρελθόν, κατά τον 20ό αιώνα αντίστοιχες διευθετήσεις που διαμόρφωσαν την γεωγραφία και την οικονομία της περιοχής μέχρι την περασμένη 20ετία περίπου, όπου όλα ανατινάχθηκαν. Αλλά αν στο παρελθόν οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της εποχής ήταν σε θέση να επιβάλλουν χωρίς αντιρρήσεις τα σχέδια τους στην περιοχή, σήμερα τίποτα δεν είναι απλό. Πρώτα από όλα γιατί οι μεγάλες δυνάμεις και κυρίως οι ΗΠΑ δεν είναι σε θέση να επιβάλλουν απόλυτα τους σχεδιασμούς τους και δεύτερον γιατί και οι δύο «συνεπικουρούνται» από ισχυρές περιφερειακές δυνάμεις που έχουν τα δικά τους σχέδια και επιδιώξεις στην περιοχή και πιέζουν για σημαντικά μερίδια στην όποια «λύση».
Στην προκείμενη περίπτωση είναι χαρακτηριστικό ότι η πρωτοβουλία της συνάντησης ανήκει στο Ισραήλ, χώρα με ισχυρούς δεσμούς με το καθεστώς Τραμπ που διατηρεί ταυτόχρονα καλές σχέσεις με την Ρωσία. Η συνάντηση των τριών, που αποτελεί σφήνα στην ρωσική πρωτοβουλία της Αστάνα, γίνεται υπό την πίεση των διαπραγματεύσεων ΗΠΑ-Τουρκίας με επίδικο την αποτροπή της πλήρους αποκοπής της τελευταίας, έστω και προσωρινά, από την νατοϊκή συμμαχία αλλά και από την οξύτατη αντιπαράθεση ΗΠΑ-Ιράν, βασικού συμμάχου της ρωσικής κυβέρνησης στην περιοχή. Όλα αυτά πιστοποιούν το αντιφατικό και δύσκολο τοπίο μέσα στο οποίο επιλέγεται να πραγατοποιηθούν οι συναντήσεις των τριών χωρών.
Μπορεί να υπάρξει σταθερότητα στην περιοχή;
Τίποτα στην περιοχή δεν θυμίζει την εποχή που Άγγλοι και Γάλλοι χάραζαν τα σύνορα και έφτιαχναν κράτη με βάση τα συμφέροντα τους στις αρχές του 20ού αιώνα. Τίποτα δεν θυμίζει τις ισορροπίες στο τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου με την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ. Στα τέλη της τρίτης δεκαετίας του 21ου αιώνα φαίνεται ότι οι ΗΠΑ έχουν λιγότερη επιρροή στην περιοχή από παλιότερα ενώ Άγγλοι και Γάλλοι διαδραματίζουν δευτερεύοντα ρόλο.
Η ρευστότητα στην Μ. Ανατολή δεν δείχνει να τελειώνει. Οι μεγάλες δυνάμεις και κυρίως οι ΗΠΑ δεν είναι σε θέση να επιβάλλουν απόλυτα τους σχεδιασμούς τους και δεύτερον γιατί ΗΠΑ και Ρωσία «συνεπικουρούνται» από ισχυρές περιφερειακές δυνάμεις που έχουν τα δικά τους σχέδια και πιέζουν για σημαντικά μερίδια στην όποια «λύση»
Μετά από δύο εισβολές-πολέμους των ΗΠΑ στο Ιράκ και την πλήρη διάλυση της χώρας, το Ιράκ όλο και πιο πολύ εμπίπτει στη σφαίρα επιρροής της συμμαχίας Ρωσίας-Ιράν. Η αμερικάνικη απόπειρα δημιουργίας του Χαλιφάτου του ISIS όχι μόνο κατάληξε σε αποτυχία αλλά οδήγησε και στην ενδυνάμωση της ρωσικής παρουσίας στην περιοχή. Τώρα απομένει η συμμαχία με το κουρδικό στοιχείο ως επιβεβαίωση της αμερικάνικης παρουσίας στην περιοχή γεγονός όμως που πυροδοτεί τις αντιθέσεις με την Τουρκία, σπρώχνει την τελευταία όλο και περισσότερο στην στρατιωτική και οικονομική συνεργασία με την Ρωσία, αποσταθεροποιώντας την συνοχή της Ν.Α. πτέρυγας του ΝΑΤΟ. Από την πλευρά της η Ρωσία ενίσχυσε το κύρος της και ενίσχυσε τις θέσεις της με την διάσωση του Άσαντ και την συντριβή του ISIS στα πολεμικά μέτωπα της Συρίας. Συνεχίζει όμως να δέχεται ισχυρές πιέσεις από την περικύκλωσή της από τις νατοϊκές δυνάμεις από την Βαλτική ως την Μαύρη Θάλασσα, μένει ανοικτό το μέτωπο της Ουκρανίας και της Κριμαίας ενώ η συνεργασία της με Ιράν και Τουρκία στη Μ. Ανατολή συχνά σκιάζεται με προβλήματα. Και οι δύο σύμμαχοι διατηρούν στρατιωτικές δυνάμεις στην Συρία και δεν δέχονται να αποχωρήσουν από εκεί προσθέτοντας πονοκεφάλους στην ρωσική διπλωματία.
Ο παράγοντας Τουρκία παραμένει ο πιο απρόβλεπτος παίκτης στην περιοχή. Ήδη η ισραηλινή επιμονή, και η αμερικάνικη σιωπηρή-ανεπίσημη αποδοχή, για δημιουργία κουρδικής κρατικής οντότητας στη Β. Συρία προκαλεί μεγάλη ανησυχία στην Άγκυρα που διαβλέπει σε αυτό σχέδια διαμελισμού της. Ο εκνευρισμός της γίνεται μεγαλύτερος καθώς η ίδια, και ενώ είναι η δεύτερη σε μέγεθος στρατιωτική μηχανή του ΝΑΤΟ, στην πραγματικότητα αποκλείσθηκε από τις συζητήσεις στην Ιερουσαλήμ προμηνύοντας έτσι και το σχετικό «άδειασμά» της από την διανομή της λείας. Ήδη η Τουρκία ετοιμάζεται να υποδεχθεί τους ρώσικους πυραύλους S400 και παρουσιάζεται αδιάλλακτη στην αντιπαράθεσή της για το θέμα με τις ΗΠΑ. Πέρα από την ενίσχυση των στρατιωτικών και οικονομικών σχέσεων με την Ρωσία σχεδιάζει να συνάψει ισχυρότερους δεσμούς με τον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης σε μια προσπάθεια ανάδειξής της σε μεγάλη παγκόσμια δύναμη. Μένει να δούμε πώς θα αντιδράσει απέναντι στην Ρωσία για την διαφαινόμενη συμφωνία των τριών για αποχώρηση όλων των ξένων στρατευμάτων από το έδαφος της Συρίας.
Μέσα σε αυτό το σύνθετο τοπίο και τις μεγάλες αντιφάσεις που διαπερνούν την περιοχή είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι είναι δυνατό να υπάρξουν μόνιμες και σταθερές διευθετήσεις. Οι προσωρινές, διαρκώς κινούμενες, τριγωνικές συμμαχίες και τα αντικρουόμενα συμφέροντα ακόμα και μεταξύ των «συνεργαζόμενων» δυνάμεων θα συνεχίσει να τροφοδοτεί την ρευστότητα στην περιοχή και να οδηγεί σε πιο μερικές διευθετήσεις.