Μια από τις ρίζες της σημερινής γενικευμένης σύγχυσης, αλλά και του κλίματος «ευκαιριακής» και «αναλώσιμης» στάσης που κυριαρχεί απέναντι στα κοινωνικά ζητήματα, είναι ότι αυτά αντιμετωπίζονται με καθαρά ατομικούς όρους από όλες τις πλευρές, με συνέπεια σε όλα σχεδόν τα πεδία να μην παράγονται ουσιαστικές απαντήσεις, αλλά μόνο συνεχείς και επιφανειακοί διχασμοί.
Στον δημόσιο λόγο, μοιάζει σαν να μην υπάρχουν θέματα τα οποία πρέπει η κοινωνία να αντιμετωπίσει ως τέτοια. Αλλά μόνο ατομικά προβλήματα, ατομικά δικαιώματα, ατομικές επιλογές, ατομική ευθύνη.
Τα κοινωνικά ζητήματα, τόσο από τη «συντηρητική» όσο και από την «προοδευτική» σκοπιά, καταργούνται, αφού εξετάζονται αποκλειστικά μέσα από το πρίσμα του ατομικού χώρου. Χώρου που περιβάλλεται από «άλλους», οι οποίοι αντιμετωπίζονται μέσα από ένα φάσμα που φτάνει από την εχθρότητα μέχρι, το πολύ, την ανοχή.
Σκοταδιστές και αντισκοταδιστές, ορθολογιστές και μεταφυσικοί, επιστημονιστές και συνωμοσιολόγοι, μιλώντας για τις γεννήσεις, τα εμβόλια, τη μετανάστευση ή και για τόσα άλλα, συχνά μέσα από την αλληλοσφαγή τους, πλησιάζουν ή ταυτίζονται σε σχέση με τη βασική τους οπτική.
Επί της ουσίας, ένας παγκοσμιοποιημένος φιλελεύθερος ατομισμός, σε συντηρητική ή προοδευτική εκδοχή, αναδεικνύεται ως κυρίαρχο πρότυπο. Δεν είναι τυχαίο που συχνά αγκαλιάζονται ο εκπρόσωπος των ιδιωτικών κλινικών με αυτόν της Εκκλησίας, οι πολυεθνικές με τους ακτιβιστές, οι μη κυβερνητικοί με τους κυβερνητικούς, η κ. Μπακογιάννη με τους αντιεθνικιστές ή ο Άδωνις με τον Καρανίκα και πάει λέγοντας.
Για την υπογεννητικότητα λοιπόν, φταίει ατομικά η γυναίκα που δεν γέννησε εγκαίρως (βεβαίως, προλαβαίνει να έρθει στην κλινική μας που κάνει θαύματα). Τα σποτάκια την δείχνουν απειλητικά με το δάχτυλο. Αθωώνονται έτσι όλο το πολιτικό περιβάλλον, οι συνθήκες που επικρατούν και ευθύνεται στην καλύτερη η… μη πληροφόρηση και στη χειρότερη η αδιαφορία ή ο καριερισμός.
Από την άλλη μεριά, από τις φαινομενικά αντίθετες τοποθετήσεις, το πρόβλημα σε γενικό επίπεδο μοιάζει και πάλι να καταργείται, αυτή τη φορά μέσω της επίκλησης στην –αυτονόητη στο ατομικό επίπεδο– ατομική αυτοδιάθεση.
Η ιδιαίτερη ποιότητα κάθε φαινομένου στον χρόνο και τόπο που συμβαίνει, ξεχνιέται ή εξαφανίζεται, κάτι που συνεπάγεται μεγάλες στρεβλώσεις και αναποδογυρίσματα.
Οι λιγότερες γεννήσεις στην Ελλάδα, για παράδειγμα, δεν είναι αποτέλεσμα κάποιας απελευθέρωσης ή αποθέωσης της ατομικής αυτοδιάθεσης, μιας επανάστασης απέναντι στη θεώρηση της γυναίκας ως «αναπαραγωγικής μηχανής». Είναι συνέπεια πολύ συγκεκριμένων συνθηκών, αν μιλάμε για το συνολικό θέμα (αν υπάρχει τέτοιο κι αν μας ενδιαφέρει) και όχι για ξεχωριστές περιπτώσεις.
Γιατί το γεγονός ότι ο πληθυσμός της χώρας είναι αισθητά μειωμένος σε σχέση με 10 χρόνια πριν –και ο νεανικός πληθυσμός πολύ περισσότερο– και ότι αυτή τείνει να μετατραπεί σε λίγες δεκαετίες σε χώρα κυρίως ηλικιωμένων, περίπου σαν να έχει γίνει κάποιος πόλεμος, ότι επικρατεί πλήρης αβεβαιότητα, ανασφάλεια και έλλειψη δυνατότητας να κάνει όποια και όποιος το επιθυμεί οικογένεια, είναι τεράστια κοινωνικά ζητήματα και όχι θέματα «ατομικής επιλογής» στα οποία «λόγο έχω μόνο εγώ». Γιατί φυσικά και καθένας κάνει ό,τι θέλει με το δικό του σώμα, αλλά είναι άλλο πράγμα αυτό κι άλλο η κοινωνία ως σύνολο, δεν ταυτίζονται.
Επί της ουσίας, ένας παγκοσμιοποιημένος φιλελεύθερος ατομισμός, σε συντηρητική ή προοδευτική εκδοχή, αναδεικνύεται ως κυρίαρχο πρότυπο
Ενώ λοιπόν από τη μια ο «σκοταδιστής» φαίνεται τρομερός στο σκοτάδι του, από την άλλη μπορούν κάλλιστα να ποζάρουν χαμογελαστοί στο φως της ημέρας όλοι εκείνοι που εμφανίζονται ανέξοδα σαν πολύ ευαίσθητοι για την ατομική ελευθερία και αυτοδιάθεση, αλλά μια χαρά οδήγησαν ή αποδέχτηκαν μια κοινωνία ολόκληρη να ζει χωρίς προοπτική, χωρίς μέλλον και χωρίς δυνατότητα ούτε καν να ζήσει ή να «αναπαραχθεί».
Δεν είναι όμως τεράστια υποχώρηση να έχουν καταργηθεί από τη δημόσια συζήτηση τα ζωτικά προβλήματα της κοινωνίας και της χώρας, έχοντας αντικατασταθεί από τους καβγάδες ανάμεσα σε δύο πόλους που αποπροσανατολίζουν από οτιδήποτε ουσιαστικό; Γιατί τι άλλο συμβαίνει όταν, για να πάμε σε ένα άλλο πρόσφατο επεισόδιο, οι πολυεθνικές καλλυντικών εμφανίζονται ως επικεφαλής ενός μετώπου ευαισθησίας και σεβασμού της διαφορετικότητας…
Με τον ίδιο τρόπο, για παράδειγμα, ο εμβολιασμός αντιμετωπίζεται συχνά από τις αντιμαχόμενες πλευρές σαν επιλογή καθαρά ατομική, έτσι ή αλλιώς. Το εμβόλιο σαν σωτήριο, από μόνο του, ή σαν σατανικό σκεύασμα και όχι ο εμβολιασμός ως διαδικασία και επιλογή μιας κοινωνίας με οικοδομήσιμες προϋποθέσεις υλοποίησης.
Από τη μια «δεν κάνω» γιατί κρίνω ότι εγώ δεν κινδυνεύω τόσο, και τέλος πάντων θα κάνω ό,τι θέλω με το δικό μου σώμα. Από την άλλη, πρόκειται για ένα δώρο που κάνω ατομικά στον εαυτό μου και ένας εχθρός πάει να μου το χαλάσει. Άρα το ζήτημα πρέπει να αντιμετωπιστεί με την ιδεολογική αλλά και φυσική περιχαράκωση των μεν από τους δε.
Έτσι, μέσα από τον φρονηματισμό, την υποχρεωτικότητα, ειδικά όταν εκπορεύεται από ένα εν πολλοίς αναξιόπιστο επιτελείο, μέσα από τη λογική των προνομίων και των αποκλεισμών, το ζήτημα μετατρέπεται σε καθαρά ατομικό και όχι καθολικό, κοινωνικό θέμα. Ενώ είναι φανερό ότι μια στοιχειώδης δημοκρατική συζήτηση μέσα στις κοινωνίες θα έφερνε στην επιφάνεια το κοινό συμφέρον με τις διάφορες όψεις και εκδοχές του, όλα σπρώχνουν προς την ατομική περιχαράκωση και τους διχασμούς που συνεπάγεται.
Να αναφερθούμε και σε άλλα θέματα; «Αριστεροί μπαμπάδες» στάθηκαν δίπλα δίπλα στους λεφτάδες που επέβαλαν το πρόσφατο νομοσχέδιο, προασπιζόμενοι την… βίαιη απελευθέρωση των γυναικών από την πατριαρχία και τη μητρότητα ή διεκδικώντας «ισότητα» από την ανάποδη. Το μεταναστευτικό, και πάλι οι εμπλεκόμενοι το αντιμετωπίζουν χωρίς να το εντάσσουν στο συνολικό κάδρο αλλά με «γενικά» κριτήρια που τους φέρνουν πολύ κοντά στα επίσημα σχέδια, για να το πούμε πολύ ευγενικά. Σε ένα λιγότερο προβεβλημένο θέμα, αυτό των εξαρτήσεων, «ελευθεριακοί» και ΜΚΟ συναντήθηκαν με κυβερνητικούς στο όνομα της αυτοδιάθεσης των χρηστών ως ανθρώπων όχι εν δυνάμει απελευθερωμένων από τη χρήση, αλλά ως αυτών που είναι εδώ και τώρα, σήμερα. Γιατί, ως γνωστόν, δεν υπάρχει παρελθόν και μέλλον αλλά το τώρα, αυτό που ζούμε, η στιγμή.
***
Με πολλούς τρόπους, το θέμα που επανέρχεται είναι αυτό μιας βαθιάς μετάλλαξης την οποία έχουν υποστεί, όχι γενικώς οι κοινωνίες, αλλά πρωτίστως οι όποιες απόπειρες χειραφέτησης ή απελευθέρωσης. Από τη σφαίρα της αναζήτησης των στοιχείων εκείνων που ενώνουν είτε τους περισσότερους είτε τις κοινωνικές κατηγορίες, περάσαμε σε αυτήν της προάσπισης των σημείων της διαφορετικότητας ακριβώς ως τέτοιας, ως «εμβλήματος μιας κατακερματισμένης ατομικότητας» (1) σε απόλυτη αντιστοίχιση με τον πλουραλισμό της παγκοσμιοποιημένης αγοράς. Μετάλλαξη που «συνέπεσε», όχι τυχαία, με μερικές δεκαετίες διεργασιών και βαθιών αλλαγών σε όλους τους τομείς. Αυτά δημιουργούν μια περίπλοκη κατάσταση, η έξοδος από την οποία, αν μη τι άλλο, δεν έχει εύκολες ιδεολογικές προϋποθέσεις.
Αυτά ακούγονται φλυαρίες, και τι να κάνουμε δηλαδή; Να, ας αρχίσουμε από αυτά. Πρώτον, να διακρίνουμε την κοινωνική διάσταση των φαινομένων, να μην την αγνοούμε μένοντας στην ατομική. Δεύτερον, να διακρίνουμε την ιδιαίτερη ποιότητα κάθε κατάστασης στον χρόνο και τον τόπο. Τρίτον, να διακρίνουμε το προοδευτικό από αυτό που πλασάρεται σαν τέτοιο. Κάπως έτσι θα μπορούσαμε να προσεγγίσουμε ορισμένα ζητήματα πιο ουσιαστικά από τα δίπολα που στήνονται γύρω μας, να βγούμε από τον φαύλο κύκλο των συνεχών επεισοδίων. Από το ντεζαβού μιας «επικαιρότητας» εντελώς αποπροσανατολιστικής.
1) Φώτης Τερζάκης, Δικαιωματισμός, η γεροντική αρρώστια των κοινωνικών κινημάτων, εφημ. Δρόμος, 2017