Του Βασίλη Κεχαγιά
Τι είν’ το ποδόσφαιρό μας;
Μην είν’ οι άθλιοι διαιτητές μας, αυτοί που πέναλτι βλέπουνε και πέναλτι δεν δίνουνε (γιατί αόμματοι δεν είναι), αυτοί που δεν γνωρίζεις πότε είναι κάτοικοι της γνώριμης «παράγκας» και πότε η ικανότητά τους δε θα τους επέτρεπε να σφυρίζουν ούτε σε σχολικό πρωτάθλημα; Όπως και να ‘χει, αποτελούν κεντρική δοκό στην ποδοσφαιρική μας παραγκούπολη, όταν κάποιοι εκμεταλλεύονται είτε τη διάθεσή τους να προαχθούν σε «πουλητάρια» είτε την ανικανότητά τους, αφού κατά ένα μυστήριο τρόπο γνωρίζουν πάντα να κάνουν τα λάθη υπέρ ισχυρού.
Μην είναι οι κτίστες της «παράγκας», που κάποτε ήταν ιδιοκτησίας Βαρδινογιάννη, μετά πέρασε στα χέρια Μελισσανίδη (που φιλοδοξεί να την ανακαταλάβει), κατόπιν Κόκκαλης, τώρα Μαρινάκης κι αν αύριο την παρέδιδαν στα χέρια του Ιβάν, αυτός «όχι» δεν θα ‘λεγε;..
Μην είναι οι πολιτικοί του διαχειριστές, αυτοί που κουβαλάνε πρόθυμα την ξυλεία για την «παράγκα», με αντάλλαγμα την πολιτική τους ασυλία από το οπαδικό μένος; Ελάχιστης αποφασιστικότητας, στην πλειονότητά τους, αλλά και ελάχιστης ικανότητας κι αυτοί, όποτε πήγαιναν «κάτι να επαναστατήσουν», που λέει κι ο Καβάφης, έπεφταν θύματα της ελαχιστότητάς τους. Παράδειγμα ο νόμος Ορφανού, το 2004, που του τον έστειλε πίσω η ΟΥΕΦΑ, μετά από παρέμβαση του Γκαγκάτση.
Μην είναι αυτά τα καλά παιδιά του εγχώριου και του διεθνούς συστήματος Διοίκησης του ποδοσφαίρου, που πότε με στυλ και πότε άγαρμπα στήνουν «παράγκες» στην Ελλάδα ή γυάλινους ουρανοξύστες στην Ελβετία, πάντα με τον ίδιο στόχο; Τι κι αν Μπλάτερ και Πλατινί σέρνονται στα δικαστήρια, τι κι αν φύγει ο Γκιρτζίκης, όπως απαιτεί λάβρος ο Ιβάν; Άλλοι θα βρεθούν να τους αντικαταστήσουν, πιο σύγχρονοι σε μεθόδους, ίδιοι σε αντιλήψεις. Δεν φτάνεις εκεί δίχως κοσκίνισμα…
Μην είν’ το στοίχημα, αυτός ο αιμοδότης των παραγόντων και όλων των άλλων εμπλεκομένων με την ταλαιπωρημένη αγάπη μας, τη μπαλίτσα, αυτό που τους δίνει τη δυνατότητα να έχουν «εξτραδάκια» σε καιρούς χαλεπούς;
Μην είμαστε εμείς, δήθεν θύματα, λάτρεις της παντός τρόπου επικράτησης της ομάδας μας, που όταν διαπιστώνουμε την αδυναμία μας κλαίμε σαν τους Τρώες -πάλι ο Καβάφης- οι συφοριασμένοι;
Όλα ποδόσφαιρό μας κι αυτά κι εκείνα κι άλλα τόσα «που κανένα στόμα δεν τα ‘βρε και δεν τα ‘πε ακόμα». Κι όταν καταλάβουμε ότι οι Τούμπες, σ’ αυτόν τον τόπο, δεν είναι μόνον γήπεδα ποδοσφαιρικών εγκλημάτων -αναμφίβολα ειδεχθών και προμελετημένων-, θα έχει συντελεσθεί ήδη το έγκλημα του διχασμού για άλλη μια φορά. Συνένοχοι όλοι οι προηγούμενοι, θύματα όλοι οι επόμενοι…
* Ο τίτλος του άρθρου είναι ΠΑΟΚτσίδικο σύνθημα της δεκαετίας του ’70