Ένα πέρασμα από τους μοντέρνους μαυραγορίτες
Δεύτερη μέρα του κρύου, του πολύ κρύου Φλεβάρη. Έχωσα βιαστικά το δαχτυλίδι που μου άφησε ο πατέρας μου στην τσέπη και αν και είχα αποφασίσει να υποδυθώ το ρόλο κάποιου που από ανάγκη θέλει να το «σκοτώσει», αισθάνθηκα κάποια ντροπή.
Για να ξέρω τι έχω πάνω μου, μια και ποτέ πριν δεν είχα αναρωτηθεί, η πρώτη μου επίσκεψη ήταν σε ένα κοσμηματοπωλείο όπου μετά από μεγεθυντικούς φακούς, καθάρισμα, ζύγισμα η ετυμηγορία ήταν «στα 120…». Από τον κοσμηματοπώλη, έναν τυπικό έμπορο με ελάχιστη διάθεση για κουβέντα στον οποίο «πολλοί πηγαίνουν για να κάνουν την ίδια δουλειά», μοιράστηκα το σχέδιό μου. «Στα άλλα μαγαζιά θα σου δώσουν το 1/3».
Με αυτή την πληροφορία μπήκα στο πρώτο μαγαζί Αγοράς Χρυσού κ.λπ. που βρήκα μπροστά μου, πράγμα καθόλου δύσκολο αφού ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια σε κάθε γειτονιά. Τα 14 καράτια μου, εκεί μετά από μεγεθυντικούς φακούς, καθάρισμα, ζύγισμα αλλά και αποτύπωση του σημαδιού του κοσμήματος σε ένα μικρό κομμάτι ενός σκληρού υλικού πάνω στο οποίο ένα βερνίκι ήρθε να εναποτεθεί, έπεσαν στα 80 ευρώ. «Θα το σκεφτώ», είπα στον πιο ευγενή αυτόν κύριο, ενώ εκείνος σκέφτηκε να με καθησυχάσει για το όποιο ξεβόλεμα πίστευε ότι ένιωθα, διαβεβαιώνοντάς με ότι «πολλοί, ειδικά νέοι άνθρωποι, έρχονται σε μας με κοσμήματα που έχουν ξεθάψει από τα σεντούκια των παππούδων τους, δεν είσαι η πρώτη…».
Πέριξ της Ομονοίας, όμως, το δαχτυλίδι, μετά από μεγεθυντικούς φακούς, καθάρισμα, ζύγισμα, αποτύπωση, βερνίκι ανέβηκε στην τιμή των 89,97 ευρώ και αυτό μου το ανακοίνωσε με άνεση ταξιδιωτικού πράκτορα μια νεαρή γυναίκα πίσω από ένα τζάμι, όπου παλιότερα γίνονταν ανταλλαγές συναλλάγματος. Στο άκουσμα του ποσού πρέπει να απέκτησα απορημένο ύφος αλλά όχι για το χαμηλό της τιμής, όπως ίσως υπέθεσε η κυρία αλλά για την ίδια την τιμή. Αναρωτιέμαι… αν της το άφηνα θα μου τα έδινε ακριβώς;
Λίγο πιο πάνω, στο γνωστό για την άγρια δολοφονία ενός ενεχυροδανειστή κτίριο της οδού Πανεπιστημίου και Αιόλου πριν από αρκετά χρόνια, τις πόρτες ασφαλείας μου άνοιξε στην κυριολεξία ένα κορίτσι. Η νεαρή κοπέλα, μετά από τη γνωστή πλέον διαδικασία (μεγεθυντικούς φακούς, καθάρισμα, ζύγισμα, αποτύπωση, βερνίκι) δεν μου είπε τιμή, αλλά τηλεφώνησε στη μαμά της! Η τιμή μέσω τηλεφώνου ήρθε στα 45 ευρώ για 1 μήνα και 20% τόκο για να το πάρω πίσω, ήτοι 54 ευρώ, αλλά να μην ανησυχώ γιατί «μπορούμε να κάνουμε και ανανέωση για άλλον ένα μήνα». Δεν τόλμησα να ρωτήσω με τι πανωτόκι…
Η τελευταία μου επίσκεψη σε έναν άλλο τοκογλύφο, συγγνώμη ενεχυροδανειστή ήθελα να πω, ο οποίος ανέβασε την τιμή στα 60 ευρώ για ένα μήνα, αλλά το ληστρικό 20% παρέμεινε. Κι όλα αυτά τη δεύτερη μέρα ενός κρύου, πολύ κρύου Φλεβάρη του 2012, που θα μπορούσε να ήταν και του 1940, όταν ο πατέρας μου θα ήταν 13 χρονών.
Για να ξέρω τι έχω πάνω μου, μια και ποτέ πριν δεν είχα αναρωτηθεί, η πρώτη μου επίσκεψη ήταν σε ένα κοσμηματοπωλείο όπου μετά από μεγεθυντικούς φακούς, καθάρισμα, ζύγισμα η ετυμηγορία ήταν «στα 120…». Από τον κοσμηματοπώλη, έναν τυπικό έμπορο με ελάχιστη διάθεση για κουβέντα στον οποίο «πολλοί πηγαίνουν για να κάνουν την ίδια δουλειά», μοιράστηκα το σχέδιό μου. «Στα άλλα μαγαζιά θα σου δώσουν το 1/3».
Με αυτή την πληροφορία μπήκα στο πρώτο μαγαζί Αγοράς Χρυσού κ.λπ. που βρήκα μπροστά μου, πράγμα καθόλου δύσκολο αφού ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια σε κάθε γειτονιά. Τα 14 καράτια μου, εκεί μετά από μεγεθυντικούς φακούς, καθάρισμα, ζύγισμα αλλά και αποτύπωση του σημαδιού του κοσμήματος σε ένα μικρό κομμάτι ενός σκληρού υλικού πάνω στο οποίο ένα βερνίκι ήρθε να εναποτεθεί, έπεσαν στα 80 ευρώ. «Θα το σκεφτώ», είπα στον πιο ευγενή αυτόν κύριο, ενώ εκείνος σκέφτηκε να με καθησυχάσει για το όποιο ξεβόλεμα πίστευε ότι ένιωθα, διαβεβαιώνοντάς με ότι «πολλοί, ειδικά νέοι άνθρωποι, έρχονται σε μας με κοσμήματα που έχουν ξεθάψει από τα σεντούκια των παππούδων τους, δεν είσαι η πρώτη…».
Πέριξ της Ομονοίας, όμως, το δαχτυλίδι, μετά από μεγεθυντικούς φακούς, καθάρισμα, ζύγισμα, αποτύπωση, βερνίκι ανέβηκε στην τιμή των 89,97 ευρώ και αυτό μου το ανακοίνωσε με άνεση ταξιδιωτικού πράκτορα μια νεαρή γυναίκα πίσω από ένα τζάμι, όπου παλιότερα γίνονταν ανταλλαγές συναλλάγματος. Στο άκουσμα του ποσού πρέπει να απέκτησα απορημένο ύφος αλλά όχι για το χαμηλό της τιμής, όπως ίσως υπέθεσε η κυρία αλλά για την ίδια την τιμή. Αναρωτιέμαι… αν της το άφηνα θα μου τα έδινε ακριβώς;
Λίγο πιο πάνω, στο γνωστό για την άγρια δολοφονία ενός ενεχυροδανειστή κτίριο της οδού Πανεπιστημίου και Αιόλου πριν από αρκετά χρόνια, τις πόρτες ασφαλείας μου άνοιξε στην κυριολεξία ένα κορίτσι. Η νεαρή κοπέλα, μετά από τη γνωστή πλέον διαδικασία (μεγεθυντικούς φακούς, καθάρισμα, ζύγισμα, αποτύπωση, βερνίκι) δεν μου είπε τιμή, αλλά τηλεφώνησε στη μαμά της! Η τιμή μέσω τηλεφώνου ήρθε στα 45 ευρώ για 1 μήνα και 20% τόκο για να το πάρω πίσω, ήτοι 54 ευρώ, αλλά να μην ανησυχώ γιατί «μπορούμε να κάνουμε και ανανέωση για άλλον ένα μήνα». Δεν τόλμησα να ρωτήσω με τι πανωτόκι…
Η τελευταία μου επίσκεψη σε έναν άλλο τοκογλύφο, συγγνώμη ενεχυροδανειστή ήθελα να πω, ο οποίος ανέβασε την τιμή στα 60 ευρώ για ένα μήνα, αλλά το ληστρικό 20% παρέμεινε. Κι όλα αυτά τη δεύτερη μέρα ενός κρύου, πολύ κρύου Φλεβάρη του 2012, που θα μπορούσε να ήταν και του 1940, όταν ο πατέρας μου θα ήταν 13 χρονών.
Αδαμαντία Μπαμπούλα
Σχόλια